Σάββατο πρωί, 21 Φεβρουαρίου του 2004. Επιστροφή στην Αθήνα από τη Θεσσαλονίκη. Ο καιρός άστατος. Κρύο, βροχή, χιονόνερο, σε μερικά μέρη ομίχλη. Όμως η κίνηση στην Εθνική Οδό ήταν αυξημένη, ήταν το τριήμερο της Καθαρής Δευτέρας.
Στο
πέταλο του Μαλιακού, κοντά στον Καραβόμυλο, μας προσπέρασε με τις
σειρήνες του σε λειτουργία ένα όχημα της Πυροσβεστικής. Τροχαίο! Ένα
αυτοκίνητο στα χωράφια και ένα άλλο κάθετα στον δρόμο. Και τα δύο
στραπατσαρισμένα. Το πλήρωμα ενός περιπολικού προσπαθούσε με υπερένταση
να ρυθμίσει την κυκλοφορία. ¶νοιγε το ένα ρεύμα, κλείνοντας το άλλο.
Έφθασα στον πρώτο τροχονόμο.
– Θέλετε βοήθεια; Είμαι γιατρός…
– Όχι, όχι, τελειωμένα πράγματα, είπε και συνέχισε να σφυρίζει.
Προσπέρασα
το τρακαρισμένο αυτοκίνητο που ήταν πάνω στην Εθνική και έριξα μια
φευγαλέα ματιά πριν πατήσω το γκάζι. Πάγωσα! Η πόρτα του συνοδηγού
διαλυμένη και έξω από αυτήν κρεμόταν μια γυναίκα.
– Θα πρέπει να σταματήσουμε, είπα στη σύζυγό μου κι έστριψα δεξιά.
Ο τροχονόμος προσπάθησε να με αποτρέψει, θα έκλεινα τον δρόμο φοβήθηκε.
– Είμαι γιατρός, μπορώ να βοηθήσω, βλέπετε υπάρχουν τραυματίες…
¶φησα το αυτοκίνητο κι έτρεξα. Από το διαλυμένο αυτοκίνητο που ακόμα
έβγαζε καπνούς, ακουγόταν δυνατά η φωνή του οδηγού: Έφη, Έφη…
Στο σημείο είχε σπεύσει και ένας ακόμη οδηγός. Και αυτός είχε σχέση με
την ιατρική. Με τη βοήθειά του καταφέραμε να βγάλουμε τη γυναίκα από τα
συντρίμμια. Καμιά επαφή, κανένα σημάδι ζωής. Καθαρίσαμε το πρόσωπο και
το στόμα της που ήταν γεμάτο αίματα και πήγματα, για να μπορεί να
αναπνέει.
Έπιασα το ένα της χέρι προσπαθώντας να ψηλαφήσω
σφυγμό. Τίποτα… Το άλλο είχε πάρει μια παράξενη θέση, διαλυμένο από
τα πολλά κατάγματα. Διαλυμένο σε πολλά σημεία ήταν και το ένα της πόδι.
– Έφη, Έφη, μίλησέ μου, φώναζε συνεχώς ο οδηγός, που παρέμενε εγκλωβισμένος στη θέση του.
– Και όμως ζει!
Ψηλάφησα τη μηριαία αρτηρία! Τα δάκτυλά μου είχαν αισθανθεί ένα μαλακό κτύπημα, έναν αδύναμο σφυγμό!
– Η κοπέλα αιμορραγεί, φώναξα. Πρέπει αμέσως τώρα να της δώσουμε ό,τι
έχουμε από υγρά στη φλέβα. Στράφηκα προς έναν νεαρό πυροσβέστη:
– Μήπως έχετε ορούς μαζί σας;
– Όχι, γιατρέ μου, τι να τα κάνουμε εμείς αυτά;
Κοίταξα τον αστυνομικό:
– Εσείς, κανέναν ορό, κάτι…
– Όχι, όχι, είπε, κουνώντας το κεφάλι του.
– Η κοπέλα χάνεται, είναι κρίμα, μπορεί να σωθεί… Πρέπει κάτι να κάνουμε…
Γύρισα με απόγνωση το βλέμμα γύρω μου. Και άλλο περιπολικό, ένα
τηλεοπτικό συνεργείο, μα πουθενά ασθενοφόρο. Και η ώρα περνούσε, το
κρύο γινόταν ανυπόφορο. Ο σφυγμός πια ακουγόταν με δυσκολία, κάπου
κάπου…
Κάποτε ακούστηκε σειρήνα ασθενοφόρου. Έφθασε,
σταμάτησε δίπλα στους τραυματίες. Το πλήρωμα, ένας μεσόκοπος οδηγός και
μια νεαρή τραυματιοφορέας. Με γρήγορες κινήσεις, ο οδηγός έβγαλε ένα
κοινό φορείο και μας έδωσε επιτακτικά το σύνθημα:
– Βάλτε ένα
χεράκι να βάλουμε την κοπέλα πάνω. Τα έχασα! Περίμενα το ασθενοφόρο της
σωτηρίας και διαπίστωνα πως μάλλον για φορτηγό μεταφοράς υ λικών
επρόκειτο.
– Δεν θα κάνετε τίποτα, φώναξα με όση δύναμη μου είχε απομείνει. Φέρτε μου πρώτα ό,τι ορό έχετε.
Η νεαρή τραυματιοφορέας, με χέρια που άρχισαν να τρέμουν, μου έφερε ύστερα από πολύ ψάξιμο έναν ορό. Την κοίταξα με απορία.
– Θα πρέπει να μου δώσεις και τον καθετήρα για την φλέβα, φώναξα.
– Μη φωνάζεις, βρε γιατρέ, ένα απλό ασθενοφόρο είμαστε, μου λέει ο
οδηγός. Δεν είμαστε κινητή μονάδα! Ο καθετήρας μπήκε, θα έπρεπε όμως να
στερεωθεί με λευκοπλάστη. Χρόνος πολύς να βρεθεί, αλλά και να κοπεί
δύσκολα από τα καλυμμένα με γάντια χέρια της νοσοκόμου. Επιτέλους, ο
ορός άρχισε να τρέχει στη φλέβα.
– Βάλτε τώρα ένα χεράκι, επανέλαβε, συγκαταβατικά αυτή τη φορά, ο οδηγός του ασθενοφόρου.
– ¶φησε το φορείο αυτό και φέρε μου, αν έχεις, το άλλο, εκείνο που είναι ειδικό για να σηκώνει τους τραυματίες.
Με τη βοήθεια του φορείου αυτού, σηκώσαμε την Έφη και την μεταφέραμε μέχρι το ασθενοφόρο.
Ο απεγκλωβισμός. Γυρίσαμε
στο κατεστραμμένο αυτοκίνητο. Και τα δύο πόδια του οδηγού είχαν
σφηνωθεί κάτω από το τιμόνι και ο απεγκλωβισμός του ήταν εξαιρετικά
δύσκολος. Οι πυροσβέστες έκοψαν το κάθισμα και σιγά σιγά καταφέραμε να
απελευθερώσουμε και τον οδηγό. Ο χρόνος κυλούσε βασανιστικά,
περιμένοντας τώρα και δεύτερο ασθενοφόρο. Πουθενά βέβαια οροί, πουθενά
παυσίπονα, μόνο το πέτσινο σακάκι ενός πυροσβέστη βοηθούσε τον
τραυματία στο ρίγος του πόνου και του κρύου.
Τρίτη, 24
Φεβρουαρίου 2004. Γενική εφημερία στην Καρδιοχειρουργική Κλινική του
Ευαγγελισμού. Εφημερία που καλύπτει τη μισή και πλέον Ελλάδα, ή
πληθυσμό άνω των 7 εκατομμυρίων κατοίκων!
– Σας τηλεφωνούμε
από τη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Γενικού Αθηνών, η φωνή του
συναδέλφου από την άλλη άκρη του τηλεφώνου. Θα θέλαμε τη γνώμη σας για
τα καρδιολογικά ευρήματα που έχουμε σε μια νεαρή γυναίκα με πολλαπλές
κακώσεις… Χτύπησε σε τροχαίο το Σάββατο, μας την έχουν φέρει από το
Νοσοκομείο Λαμίας…
Δεν χρειάστηκε πολλή ώρα για να καταλάβω ποια ήταν η νεαρή γυναίκα.
Στο μεγαλύτερο νοσοκομείο της Ελλάδας όπου εργάζομαι, έχω αποκτήσει
πολλές εμπειρίες με το τραύμα, ειδικά από τα τροχαία ατυχήματα. Οι
εμπειρίες μου αυτές ήταν και το «προνόμιό μου» όταν βρισκόμουν στο
εξωτερικό σε ανάλογες περιπτώσεις. Το Σάββατο, όμως, 21 Φεβρουαρίου
2004, διαπίστωσα πως δεν ήξερα τίποτα για το πώς αντιμετωπίζονται οι
τραυματίες των τροχαίων στη χώρα μας. Αν δεν ήμουν στον τόπο του
δυστυχήματος, ίσως φευγαλέα και εντελώς ήρεμα να διάβαζα την περιγραφή
του στα ψιλά γράμματα των εφημερίδων. Ο απαράδεκτος δρόμος, με διπλή
κατεύθυνση, χωρίς προστατευτικό διάζωμα, με ολισθηρό οδόστρωμα σε ώρα
βροχής και η απροσάρμοστη σε δύσκολες καιρικές συνθήκες και κακό δρόμο
οδήγηση δημιουργούν έναν θανάσιμο συνδυασμό. Από εκεί και πέρα όμως;
Αβοήθητοι. Αστυνομικοί
και πυροσβέστες χωρίς καμία εκπαίδευση, χωρίς κανέναν εξοπλισμό,
αντιμέτωποι καθημερινά με αναρίθμητα δυστυχήματα. Ασθενοφόρα που
χρειάζονται ώρα πολλή για να φθάσουν στο σημείο του τροχαίου. Και
πληρώματα που αγνοούν, που δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τον
τραυματία. Που δυστυχώς, το μόνο που κάνουν είναι να καταβάλουν
φιλότιμη προσπάθεια για την ταχύτερη μεταφορά του στο νοσοκομείο. Όμως
η ζωή σώζεται τα πρώτα λεπτά μετά το δυστύχημα.
Εκείνο το
Σάββατο, συνειδητοποίησα κάτι που άκουγα, έτσι, κάπως αόριστα: ¶νθρωποι
ξεψυχούν στην άσφαλτο, άδικα, αβοήθητα, ανεξήγητα. ¶νθρωποι
σακατεύονται κουβαλώντας σε όλη την υπόλοιπη ζωής τους βαρύτατες
σωματικές και ψυχικές αναπηρίες. Εκείνο το Σάββατο πήρα ένα από τα
καλύτερα μαθήματα στη ζωή μου.
Ο κ. Χρήστος Χαρίτος είναι διευθυντής της Β΄ Καρδιοχειρουργικής Κλινικής στον Ευαγγελισμό. Αφορμή για τη μαρτυρία του αποτέλεσε η περιγραφή του δημοσιογράφου των «ΝΕΩΝ» Προκόπη Γιόγιακα για το τροχαίο με θύματα τον ίδιο και τη σύζυγό του. Ο κ. Χαρίτος βρέθηκε στο σημείο του ατυχήματος λίγα λεπτά αργότερα.
Ασθενοφόρα που χρειάζονται ώρα πολλή για να φθάσουν στο σημείο του τροχαίου. Και πληρώματα που αγνοούν, που δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τον τραυματία. Όμως, η ζωή σώζεται τα πρώτα λεπτά μετά το δυστύχημα
Απαρχαιωμένα τα μισά οχήματα
Περίπου 780 ασθενοφόρα κινούνται στους δρόμους όλης της χώρας. Παρ΄ όλα
αυτά, μόλις τα μισά- τα 400- έχουν ανανεωθεί με αφορμή τους Ολυμπιακούς
Αγώνες του 2004. Τα υπόλοιπα έχουν στην πλάτη τους… δέκα, ακόμη και
12 χρόνια, 24ωρων διαδρομών στους δρόμους της Ελλάδας.
Αυτά
που είναι απαρχαιωμένα και συνεπώς επικίνδυνα ακόμη και για τους ίδιους
τους ασθενείς είναι τα οχήματα των νοσοκομείων της περιφέρειας και των
κέντρων υγείας. Για τη συντήρησή τους υπεύθυνοι είναι οι διοικητές, οι
οποίοι σπανίως επενδύουν χρήματα για την αγορά καινούργιων- στην
καλύτερη περίπτωση αιτούνται τα οχήματα που αποσύρει το ΕΚΑΒ!
«Ήδη έχουμε παραλάβει τα 10 πρώτα και περιμένουμε ακόμη 100 καινούργια
ασθενοφόρα, προσφορά της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών. Επίσης, σύντομα θα
επαναπροκηρυχθεί ο διαγωνισμός για την προμήθεια άλλων 200. Έτσι,
άμεσος στόχος μας είναι η ανανέωση των παλιών οχημάτων», τονίζει ο
πρόεδρος του ΕΚΑΒ, κ. Νίκος Παπαευσταθίου.
Χωρίς ασθενοφόρα και διασώστες η μισή Ελλάδα
ΡΕΠΟΡΤΑΖ:
ΜΑΡΘΑ ΚΑΪΤΑΝΙΔΗ
mkaitanidi@dolnet.gr
ΦΩΤΕΙΝΗ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΥ
Oι ελλείψεις προσωπικού στο ΕΚΑΒ αφήνουν περιοχές της Ελλάδας χωρίς
ασθενοφόρα. Το αποτέλεσμα είναι να κινούνται στους δρόμους της
περιφέρειας πεπαλαιωμένα ασθενοφόρα με μόνο έναν οδηγό ως πλήρωμα, ενώ
στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να συνοδεύεται από αγροτικό γιατρό ή από
μία νοσηλεύτρια.
Περιοχές όπως είναι η Ξάνθη, η Αμαλιάδα και
η Πτολεμαΐδα αλλά και δημοφιλείς καλοκαιρινοί προορισμοί, όπως η Νότια
Ρόδος, η Κως, η Σάμος και η Αμοργός, δεν διαθέτουν ούτε έναν διασώστη
του ΕΚΑΒ. Οι διακομιδές γίνονται με παλιά οχήματα των νοσοκομείων ή των
Κέντρων Υγείας- όταν αυτά υπάρχουν- τα οποία στελεχώνονται όπως όπως.
Την ίδια ώρα, ολόκληρες περιοχές της χώρας- Τήνος, Μύκονος, Ίος,
¶νδρος, Σαντορίνη- «οργώνονται» από ένα και μοναδικό ασθενοφόρο.
Μάλιστα, εξαιτίας των ελλείψεων σε διασώστες και γιατρούς είναι συχνά
αδύνατον να καλυφθούν όλες οι βάρδιες, με αποτέλεσμα να κλειδώνονται τα
οχήματα για κάποιες ώρες στο γκαράζ.
Περίπου 1.000 απόφοιτοι
διασώστες περιμένουν να προσληφθούν, αλλά το ταμείο είναι… μείον όπως
αναφέρει ο πρόεδρος των εργαζομένων στο ΕΚΑΒ κ. Χρήστος Μπαρκονίκος. Το
δυναμικό του ΕΚΑΒ αριθμεί περίπου 3.500 διασώστες και 150 γιατρούς. Για
να σταματήσουν όμως να… σκουριάζουν τα οχήματα και οι μοτοσυκλέτες,
θα έπρεπε το προσωπικό να είναι διπλάσιο!
Τα ρουσφέτια.
Όπως
μάλιστα καταγγέλλουν οι εργαζόμενοι, τα ρουσφέτια κάνουν την κατάσταση
ακόμη χειρότερη: πολλοί είναι αυτοί που κάνουν τα χαρτιά τους για το
ΕΚΑΒ της Αθήνας- αφού εκεί προκηρύσσονται οι περισσότερες θέσεις- παρ΄
όλο που κατοικούν στη περιφέρεια. Ο λόγος; Έχουν την υπόσχεση της
μετάθεσης στο τσεπάκι τους!
Τεράστια κενά υπάρχουν και στην Αθήνα.
Το
πρωί και το απόγευμα κυκλοφορούν 65- 70 ασθενοφόρα, 3- 4 από τις 15
μοτοσυκλέτες, ενώ μετά δυσκολίας βγαίνουν στον δρόμο περισσότερες από 5
κινητές μονάδες καθώς οι γιατροί είναι σπάνια… ειδικότητα στο ΕΚΑΒ.
Στη διάρκεια της νύχτας όμως, ο στόλος πέφτει κάτω από το μισό.
Παρά το γεγονός ότι τα τελευταία τρία χρόνια έχουν προσληφθεί
πανελλαδικά περίπου 900 διασώστες, οι ανάγκες σε προσωπικό εξακολουθούν
να είναι μεγάλες, παραδέχεται ο πρόεδρος του ΕΚΑΒ κ. Νίκος
Παπαευσταθίου. «Σύντομα όμως θα προκηρυχτούν 250 θέσεις διασωστών. Σε
ό,τι αφορά τους γιατρούς, στην περιοχή της Αθήνας θα έπρεπε να
εργάζονται τουλάχιστον άλλοι 30.
Στη Θεσσαλονίκη.
Στη
Θεσσαλονίκη η κατάσταση είναι καλύτερη, αφού έπειτα από δύο χρόνια
«λευκής απεργίας» οι εργαζόμενοι του ΕΚΑΒ πέτυχαν να ικανοποιηθεί το
αίτημά τους από το να εξυπηρετούν μόνον τα επείγοντα περιστατικά και
όχι τα εξιτήρια των νοσοκομείων και τις διακομιδές σε ιδιωτικές
κλινικές.
Έτσι, κατάφεραν να καταγράψουν ρεκόρ σε ό,τι αφορά
τον χρόνο εξυπηρέτησης των περιστατικών αφού συνήθως αυτός δεν ξεπερνά
τα 10 λεπτά. Παρ΄ όλα αυτά δεν υπάρχουν εφεδρικά οχήματα και επομένως
σε περίπτωση που κάποιο χρειαστεί σέρβις το πλήρωμα παραμένει
«καθηλωμένο», ενώ χάνεται πολύτιμος χρόνος επειδή πολλά νοσοκομεία της
Βόρειας Ελλάδας δεν έχουν γιατρούς όλων των ειδικοτήτων, με αποτέλεσμα
τα ασθενοφόρα να κάνουν… χιλιόμετρα από το ένα νοσοκομείο στο άλλο
για τις μεταφορές ασθενών!