Εμπερισταωμένη ανάλυση της κατάστασης στα Κέντρα Υγείας από την Ενωση Γιατρών Αχαίας (ΕΙΝΑ)

p style=”vertical-align: baseline; background: white; text-align: left; margin: 0cm 0cm 15pt; line-height: 14.25pt”>

ΑΠ 30.21/11/14                                                                                                         Πάτρα 23 Νοεμβρίου 2014

 

 

Για την κατάσταση των Κέντρων Υγείας του Ν. Αχαΐας

 

Προς  

o    Περιφερειάρχη Δυτ. Ελλάδας (Α. Κατσιφάρα),

Δημάρχους

o    Πατρέων (Κ. Πελετίδη),    

o    Δυτικής Αχαΐας (Χ. Νικολάου),

o    Αιγιάλειας (Α. Παναγόπουλο),

o    Καλαβρύτων    (Γ.Λαζουρά),

o    Ερυμάνθου (Α. Καρπή),

o    Περιφερειακές-Δημοτικές Παρατάξεις

Κοιν.  ΜΜΕ

 

Βρισκόμαστε δέκα μήνες μετά την ψήφιση του νόμου ν.4238/14 για το Πρωτοβάθμιο Εθνικό Δίκτυο Υγείας (ΠΕΔΥ) που προβλέπει την πλήρη ένταξη των Κέντρων Υγείας (ΚΥ) σ΄ αυτό και 40 ημέρες πριν την οριστική αποκοπή τους από τα νοσοκομεία και την διοικητική και λειτουργική μεταφορά τους στην 6η Υγειονομική Περιφέρεια (ΥΠΕ). Όπως προβλέπεται από τον συγκεκριμένο νόμο η πλήρης ένταξη των ΚΥ στο ΠΕΔΥ, γίνεται με την ταυτόχρονη επανίδρυση των ΚΥ σαν: α) Κέντρα Υγείας και β) σαν Πολυδύναμα Κέντρα Υγείας, με ολοκληρωτική αλλαγή των οργανισμών τους καθώς και των δομικών/λειτουργικών χαρακτηριστικών τους.

 

Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου νόμου είναι ότι η Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ) με το ΠΕΔΥ, είναι ότι ξεκόβεται διοικητικά και λειτουργικά και τεμαχίζεται σαν δομή, από τον ενιαίο χαρακτήρα που έχει -και πρέπει να έχει – ένα ολοκληρωμένο σύστημα υγείας με τα τμήματά του:

o    το πρωτοβάθμιο (πρόληψη/αποκατάσταση, εξωνοσοκομειακή φροντίδα, βασική διάγνωση/θεραπεία)

o    το δευτεροβάθμιο (ενδονοσοκομειακή/ειδική φροντίδα) και

o    το τριτοβάθμιο τμήμα του με την Πανεπιστημιακή/εξειδικευμένη φροντίδα.

 

Στο πιο κρίσιμο ίσως για ένα σύστημα υγείας τμήμα του, όπως αυτό της ΠΦΥ, με το νέο νόμο για το ΠΕΔΥ, η πρωτοβάθμια υγεία δεν ξεκόβεται και τεμαχίζεται μόνο αλλά ταυτόχρονα συγχωνεύει την ιδιωτική και την δημόσια υγεία κάτω από την ίδια στέγη, σε μια ιδιότυπη σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Ουσιαστικά ανοίγει το δρόμο για την ενίσχυση του ιδιωτικού μονοπωλιακού κεφαλαίου στην υγεία και κυρίως στην πρωτοβάθμια και την ασφάλιση. Είναι δημιούργημα αλλά και συνέχεια μιας σειράς νόμων στην υγεία που κύριο χαρακτηριστικό έχουν τον αυστηρό δημοσιονομικό έλεγχο και την παράδοση του συνόλου της δημόσιας υγείας στο κατ’ ευφημισμό υγιή ανταγωνισμό δηλαδή στα ιδιωτικά συμφέροντα. Γι’ αυτό και πάνω από όλο αυτό το σύστημα, ένας άλλος νόμος για την υγεία (ν.4286/14) τοποθετεί το καπέλο της Εταιρίας Συστήματος Αμοιβών Νοσοκομείων ΑΕ (ΕΣΑΝ ΑΕ), μιας ιδιωτικού χαρακτήρα εταιρίας.

 

Είναι απόλυτα κατανοητό ότι ο νόμος για το ΠΕΔΥ δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα δημιούργημα διάλυσης και υποβάθμισης του όποιου δημόσιου πρωτοβάθμιου συστήματος υπήρχε και στην θέση του την πρωτοκαθεδρία παίρνει ο ιδιωτικός τομέας υγείας και οι ασφαλιστικές εταιρίες. Στα πλαίσια αυτά μια σειρά από νόμους και αποφάσεις ακολουθούν μια ήδη προδιαγεγραμμένη πορεία. Έτσι, οι κάρτες υγείας των ασφαλιστικών εταιριών και των τραπεζών, τα νέα ιδιωτικά κέντρα υγείας που ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια, η διάλυση της πρόληψης και των προνοιακών δομών, ο ρόλος της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και τα στεγανά της, το πρόσφατο νομοσχέδιο Γρηγοράκου που επιτρέπει τις μεταθέσεις των γιατρών των ΚΥ στο ΠΕΔΥ του τόπου κατοικίας τους και θα αποψιλώσει τα ΚΥ περαιτέρω από γιατρούς, είναι απλά η επιβεβαίωση των προηγουμένων.

 

Είναι κοινή η διαπίστωση της οριακής λειτουργίας των νοσοκομείων και των ΚΥ και η κατάσταση που βιώνουμε αυτή την στιγμή στους χώρους εργασίας μας συνεχώς χειροτερεύει. Για τα νοσοκομεία που μέχρι την 31/12/2014 υπαγόμαστε, στην πραγματικότητα είμαστε ξένο σώμα ενώ η 6η ΥΠΕ όπου θα υπαγόμαστε διοικητικά και λειτουργικά από 1/1/2015 δεν έχει καμία υποδομή για αυτή τη μετάβαση. Απλά θυμίζουμε ότι κάτι ανάλογο που είχε επιχειρηθεί το 1992-93 με μεταφορά των ΚΥ στις τότε Νομαρχιακές Δ/νσεις Υγείας είχε αποτύχει παταγωδώς, ενώ είχε δημιουργήσει σοβαρότατα προβλήματα στην γενικότερη λειτουργία των Κ.Υ. υποβαθμίζοντας τα περαιτέρω μαζί με την όποια ΠΦΥ υπήρχε τότε. Σαν αποτέλεσμα βέβαια τα ΚΥ επανήλθαν, όπως επανήλθαν, στα νοσοκομεία.

 

Καταγράφεται συνολική μείωση και έλλειψη προσωπικού (αποχωρήσεις, συνταξιοδοτήσεις, αποσπάσεις, μετακινήσεις) που σε συνδυασμό με τις πρακτικά απαγορευμένες προσλήψεις, σε κάποιες περιπτώσεις οδηγούν την λειτουργία των μονάδων κάτω από το όριο ασφαλείας τους: ΚΥ Ερυμάνθειας (ΚΥΕ) και Κάτω Κλειτορίας (ΚΥΚΚ). Τα υπόλοιπα τρία ΚΥ, Κάτω Αχαΐας (ΚΥΚΑ), Ακράτας (ΚΥΑ) και Χαλανδρίτσας (ΚΥΧ) λειτουργούν οριακά χωρίς να καλύπτεται το αναγκαίο, από τους μέχρι τώρα οργανισμούς τους προβλεπόμενο υγειονομικό προσωπικό (ιατρικό/εργαστηριακό/νοσηλευτικό/διοικητικό). Αντίθετα βλέπουμε συνεχώς να διαλύονται αυτά που ήδη υπήρχαν.

 

Ειδικά στα πιο απομακρυσμένα ΚΥ όπως το ΚΥΕ και το ΚΥΚΚ το ιατρικό προσωπικό είναι ελάχιστο έως οριακό και αυτοί είναι κυρίως γιατροί γενικής ιατρικής και αγροτικοί αντίστοιχα, ενώ δε γίνεται λόγος για τις ελλείψεις προσωπικού στις υπόλοιπες υγειονομικές ειδικότητες αλλά και στο διοικητικό προσωπικό και στα πέντε ΚΥ του νομού. Οι άλλες ιατρικές ειδικότητες βασικές στην πρωτοβάθμια υγεία όπως πχ παιδίατροι, οδοντίατροι, καρδιολόγοι κ.α. πρακτικά δεν υπάρχουν ενώ οι επισκέπτες γιατροί που υποτίθεται λύνουν το πρόβλημα είτε δεν πηγαίνουν στα ΚΥ είτε η δουλειά τους περιορίζεται στα απολύτως απαραίτητα λόγω έλλειψης στοιχειωδών εργαστηριακών μέσων και υλικοτεχνικής υποδομής. Ακόμα και εκεί που υπάρχει (ΚΥΚΑ), τα εργαστήρια δεν εφοδιάζονται με αντιδραστήρια. Η εφημερία των ΚΥ συχνά γίνεται κάτω από τα επιτρεπτά νομικά και επιστημονικά όρια ασφαλείας, χάρη στην αυτοθυσία και αυταπάρνηση των συναδέλφων γιατρών και του υπόλοιπου προσωπικού. Δεν είναι λίγες οι φορές που μαίες, επισκέπτριες υγείας, οδηγοί και φύλακες αλλά ακόμη και γιατροί καλούνται να παίξουν τον ρόλο της νοσηλεύτριας ή άλλου, απλά για να λειτουργήσει η βάρδια, χωρίς να αναρωτιόμαστε συχνά, τι ζημιά μπορεί να προκαλέσει αυτό μακροπρόθεσμα όταν δεν υπάρχει ταυτόχρονα ένα σχέδιο διεκδίκησης από τα ΚΥ του απαραίτητου υγειονομικού προσωπικού που κατά περιοχή και ανάγκη απαιτείται. Τέτοιες πρακτικές υπό την ανοχή και ίσως την προτροπή των διοικήσεων των νοσοκομείων και της 6ης ΥΠΕ συχνά χρησιμοποιούνται σαν παραδείγματα, ώστε να αποκτούν μόνιμα χαρακτηριστικά στο όνομα της ανάγκης.

 

Η κατάσταση με την προμήθεια του φαρμακευτικού και του αναλώσιμου υλικού ακολουθεί τα ίδια βήματα και όπου δίνονται είναι με το σταγονόμετρο και συχνά ποιοτικά ακατάλληλα. Δεν είναι τυχαίο που πολλοί ασθενείς αγοράζουν υλικά π.χ. για αλλαγές τραυμάτων από τα φαρμακεία την ίδια στιγμή που απαιτείται από αυτούς η καταβολή του 5ευρου. Πρακτικά λόγω της επικείμενης μεταφοράς των ΚΥ από τα νοσοκομεία στις ΥΠΕ, τα νοσοκομεία ελάχιστα ενδιαφέρονται για την λειτουργία των μέχρι σήμερα αποκεντρωμένων υποτίθεται μονάδων τους .

Η πορεία των γεγονότων μέχρι σήμερα και ο νέος νόμος για το ΠΕΔΥ και δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας για τις κατευθύνσεις της κυβέρνησης. Η δημιουργία ΚΥ δύο ταχυτήτων (Κέντρα Υγείας και Πολυδύναμα Κέντρα Υγείας). Η αλλαγή του χαρακτήρα τους και των οργανισμών τους σε χειρότερη κατεύθυνση από πριν. Η λεγόμενη τομεοποίηση δηλαδή ο νέος χάρτης της περιοχής ευθύνης τους, που περιλαμβάνει συγχωνεύσεις αλλά και πιθανό κλείσιμο μονάδων ή περαιτέρω υποβάθμιση τους με μειώσεις και μετακινήσεις γιατρών και προσωπικού. Η αξιολόγηση των εργαζομένων που απαιτεί ποσόστωση ”κάτω της βάσης”. Η είσοδος των ιδιωτών/οικογενειακών γιατρών στο ΠΕΔΥ. Η μεταστροφή των ιατρείων γενικής ιατρικής/παθολογίας κυρίως σε ιατρεία συνταγογ