«Το υπ. Υγείας, δεν εκφράζει καμία αγωνία για τα ποιοτικά δεδομένα της πανδημίας και την χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη πολλών περιοχών. Ούτε για το ότι το 25% των άνω των 80 ετών και το 28% των καρκινοπαθών είναι ανεμβολίαστο», είπε Στο Κόκκινο και στον Νίκο Ξυδάκη, ο τομεάρχης Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., Ανδρέας Ξανθός.
«Η κυβέρνηση επειδή δεν ήθελε να επενδύσει στο δημόσιο σύστημα υγείας, υιοθέτησε το αφήγημα ότι η πανδημία είναι μία μπόρα, η οποία σύντομα θα περάσει. Η δημόσια εμφάνιση του κ. Τσιόδρα, είναι ένα σήμα κινδύνου και μία ηχηρή προειδοποίηση, ότι τα πράγματα σε ό,τι αφορά την υγειονομική κρίση, δεν εξελίσσονται καλά στη χώρα. Ενώ είμαστε εν μέσω ενός τέταρτου πανδημικού κύματος, το σύστημα υγείας είναι αποδιοργανωμένο από την πολύμηνη κοβιντοποίηση και το ηθικό των ανθρώπων του είναι καταρρακωμένο από την έλλειψη προετοιμασίας και στήριξής του. Οι δημόσιες δομές έχουν εγκαταλείψει σε μεγάλο βαθμό την παρακολούθηση των άλλων σοβαρών νοσημάτων των πολιτών. Είναι τραγικό και δείχνει την αποτυχία της κυβέρνησης. Σε κάποιες περιοχές της χώρας όπως στην Πιερία και την Ημαθία, η εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού ανέρχεται μόλις στο 41% και δεν βλέπουμε καμία αγωνία από το υπουργείο υγείας.
Εμείς έχουμε τονίσει ότι η μεγάλη τρύπα του εμβολιαστικού προγράμματος, είναι οι άνθρωποι άνω των 80 ετών που κατά 25% είναι ανεμβολίαστοι, ορισμένες ευάλωτες κατηγορίες όπως οι καρκινοπαθείς οι οποίοι κατά 28% δεν έχουν εμβολιαστεί. Αυτά είναι ποιοτικά στοιχεία που δείχνουν την αποτυχία συνολικά της εμβολιαστικής πολιτικής.
Παρότι η πανδημία είναι μπροστά μας, η κυβέρνηση την αντιμετωπίζει ως κάτι προσωρινό, επειδή δεν θέλει να επενδύσει στο δημόσιο σύστημα. Γι’ αυτό υιοθέτησε το αφήγημα ότι είναι μία μπόρα, η οποία σύντομα θα περάσει. Γι’ αυτό ο πρωθυπουργός έλεγε τον Γενάρη ότι διανύουμε το τελευταίο μίλι προς την ελευθερία και όπως πολύ εύστοχα είπε ο Αλέξης Τσίπρας έσπευσε να σφυρίξει πρόωρα την λήξη της μάχης έναντι του ιού.
Αυτό που απαιτείται απέναντι στην παγκόσμια και διασυνοριακή απειλή που έχουμε μπροστά μας, είναι μια άλλου τύπου οργάνωση του εμβολιασμού. Απαιτείται ενδυνάμωση των δημοσίων δομών, καλύτερη επιδημιολογική επιτήρηση, αναβάθμιση των υπηρεσιών και παρέμβαση στις εστίες υπέρ μετάδοσης που είναι κυρίως οι εργασιακοί χώροι, οι χώροι μαζικής διασκέδασης και τα μέσα μεταφοράς. Χρειάζεται μία νέα υγειονομική στρατηγική.
Απέναντι στη μεγάλη και παρατεταμένη υγειονομική διακινδύνευση λόγω της παγκοσμιοποίησης, του υπερπληθυσμού, της κλιματικής κρίσης και των αλλαγών στη διατροφική αλυσίδα απαιτούνται άλλου τύπου πολιτικές και σε εθνικό και σε διεθνές επίπεδο. Χρειάζονται πολιτικές μείωσης των ανισοτήτων, καθολικής κάλυψης των ανθρώπων στα κρίσιμα και θεμελιώδη αγαθά όπως είναι η υγεία, η κοινωνική πρόνοια και η μόρφωση».