Αποτυχημένες συμπράξεις

 

Της ΔΗΜΗΤΡΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ

 Ακρως ζημιογόνος αποδεικνύεται ο σχεδιασμός του υπουργείου Υγείας να προχωρήσει σε συνεργασίες με ιδιωτικές επιχειρήσεις για την κατασκευή δημόσιων νοσοκομείων. Ερευνα που πραγματοποιήθηκε από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης αποδεικνύει ότι οι περιβόητες συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) στο ΕΣΥ, όχι μόνο δεν προσφέρουν τα απαιτούμενα στους πολίτες, αλλά αντίθετα τους ζημιώνουν ακόμη και για τις επόμενες δεκαετίες!

Η επιστημονική ομάδα (Η. Κονδύλης, Λ. Αντωνοπούλου, Α. Μπένος του Εργαστηρίου Υγιεινής της Ιατρικής Σχολής και του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ) μελέτησε το βρετανικό σύστημα (που αποτελεί πρότυπο και για το ελληνικό) και μεταφέρει μια οδυνηρή εμπειρία σχετικά με τις επιπτώσεις των εφαρμογών.

Οι επιστήμονες εξακρίβωσαν ότι:

*Οι ΣΔΙΤ αποδεικνύονται πολύ ακριβές σε σχέση με την ποιότητα που προσφέρουν, αφού έχουν πολύ υψηλότερο κόστος σε σύγκριση με τα προγράμματα δημόσιων επενδύσεων.

*Συνεπάγονται εκποίηση της ακίνητης περιουσίας του ΕΣΥ, ενώ σχετίζονται με αδικαιολόγητες μειώσεις έως και 30% στις κλίνες και έως 16,7% στους προϋπολογισμούς μισθοδοσίας των νέων νοσοκομείων, με αποτέλεσμα να αδυνατούν να ικανοποιήσουν τις τοπικές υγειονομικές ανάγκες.

*Ανησυχητική είναι, τέλος, η πρόβλεψη ότι οι φορολογούμενοι θα επιβαρυνθούν για τα επόμενα 30 χρόνια οι φορολογούμενοι, καθώς θα κληθούν να πληρώνουν υπέρογκα ποσά ετησίως στις ιδιωτικές κατασκευαστικές κοινοπραξίες.

Η χώρα μας, από το 2005, έθεσε το πλαίσιο για την υλοποίηση τέτοιων συνεργασιών και στο ΕΣΥ. Ο νόμος έδωσε το δικαίωμα στους ιδιώτες να εμπλακούν στο ΕΣΥ, τόσο με την κατασκευή νέων μονάδων όσο και με τη διαχείρισή τους. Το Δημόσιο στις περιπτώσεις αυτές θα τους καταβάλλει ενοίκιο ώστε να συντηρούν και να λειτουργούν τα νοσοκομεία ή και τμήματά τους για συγκεκριμένα χρόνια.

Εργα 800 εκατομμυρίων ευρώ

Τα έργα που μέχρι σήμερα έχουν εγκριθεί από τη Διυπουργική Επιτροπή ΣΔΙΤ για τον τομέα της υγείας φτάνουν στα 806 εκατ. ευρώ. Ωστόσο πρέπει να συνυπολογιστεί και το κόστος για τη συντήρηση, που φτάνει σε ποσοστό 20%. Συνολικά, δηλαδή, το κόστος που θα πληρώνει το κράτος στη διάρκεια της κάθε σύμβασης προϋπολογίζεται στα 1,04 δισ. ευρώ.

Πρόκειται για τα παρακάτω:

*Υλοποίηση Κέντρου Αποκατάστασης και Αποθεραπείας Βορείου Ελλάδας – 103 εκατ. ευρώ.

*Παιδιατρικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης – 324 εκατ. ευρώ.

*Νέο Ογκολογικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης – 330 εκατ. ευρώ.

*Νέο Γενικό Νοσοκομείο Πρέβεζας – 109 εκατ. ευρώ.

Παράλληλα, στα σχέδια της ηγεσίας του υπουργείου Υγείας είναι να υλοποιηθούν, συνεργασία με ιδιώτες, και άλλες νοσηλευτικές μονάδες, όπως κέντρα αποκατάστασης στη Θεσσαλία, την Πελοπόννησο και την Κρήτη, ενώ ακόμη και το διεθνές μεταμοσχευτικό κέντρο αναμένεται να δοθεί στα χέρια ιδιωτών.

Τι έγινε στη Βρετανία

Ομως, το βρετανικό μοντέλο που ακολουθεί η χώρα μας για την κατασκευή μονάδων υγείας αποδεικνύεται άκρως αποτυχημένο. Οι ερευνητές του ΑΠΘ μελέτησαν την εξέλιξη των συνεργασιών τα τελευταία 10 χρόνια στην Αγγλία, που ήταν και η πρώτη χώρα η οποία εφάρμοσε αυτό το σύστημα και έχει δημιουργήσει μέχρι σήμερα πάνω από 21 νοσοκομεία.

Οι ειδικοί συμπεραίνουν:

*Το κόστος κατασκευής ήταν υψηλότερο σε σχέση με τη λύση της δημόσιας επένδυσης. Και αυτό, επειδή ο ιδιωτικός τομέας δανείζεται χρήματα με υψηλότερο επιτόκιο.

*Εχουν υψηλά διοικητικά έξοδα σε σχέση με το Δημόσιο (δικηγόροι, λογιστές, σύμβουλοι) και οι εμπειρικές μελέτες έδειξαν ότι το κόστος αυτό αντιστοιχούσε στο 18,5 έως 60,6% του κατασκευαστικού κόστους των νοσοκομείων. Μόνο για τους συμβούλους που συμμετείχαν στις διαπραγματεύσεις με τις κοινοπραξίες έπρεπε να καταβληθούν από 1,5 έως 4,5 εκατ. ευρώ ανά κατασκευή.

*Στη μελέτη μόνο τριών νοσοκομείων που κατασκευάστηκαν με τη μέθοδο ΣΔΙΤ στη Βρετανία βρέθηκε ότι τα ετήσια έξοδα του Δημοσίου ήταν κατά 37-76,6% υψηλότερα από ό,τι αν τα κατασκεύαζε μόνο του.

*Τα αυτοδιοικούμενα νοσοκομεία, προκειμένου να μειώσουν το κόστος, προβαίνουν και σε μείωση κλινών και ιατρικών δραστηριοτήτων που φθάνουν και το 30%. Χαρακτηριστικό είναι ότι μειώθηκαν οι νοσηλευθέντες στις χειρουργικές ειδικότητες κατά 33%, ενώ στις υπόλοιπες ειδικότητες υπήρξε οριακή αύξηση μόνο κατά 0,3%, σε σχέση με τα προγραμματισμένα μεγέθη νοσηλείας.

*Η σύγχρονη λογική των ΣΔΙΤ επιβάλλει για τη μείωση του κόστους τη μείωση προσωπικού, καθώς και την αύξηση των ιδίων εσόδων μέσω της αύξησης της συνεισφοράς των ασθενών. Είναι ενδεικτικό ότι στη Βρετανία μείωσαν τα προγράμματα μισθοδοσίας τους κατά 9,6 έως 16,7%.

*Οι ερευνητές υπολογίζουν ότι οι ετήσιες συνολικές πληρωμές προς τις κοινοπραξίες θα ξεπεράσουν την τετραετία από το 2004 έως και φέτος τα 4,5 δισ. λίρες.

 

 

«Οχι η διοίκηση στους ιδιώτες»

 Ναι στη συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα αλλά υπό προϋποθέσεις, λέει ο αναπληρωτής καθηγητής κοινωνικής ιατρικής Ιωάν. Τούντας:

*«Επειδή το Δημόσιο, ειδικά στην περίοδο που διανύουμε, δεν διαθέτει πόρους για δημόσιες επενδύσεις σε νέες υποδομές και υπηρεσίες, η συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα θα μπορούσε να αποβεί προς όφελος της υγείας του ελληνικού πληθυσμού. Ομως, μια τέτοια συνεργασία πρέπει να αποφύγει τα λάθη που έγιναν σε ανάλογες περιπτώσεις στο εξωτερικό και ιδιαίτερα στην Αγγλία. Το πιο σημαντικό ζήτημα αφορά τον έλεγχο της διοίκησης των νέων μονάδων που κατά τη γνώμη μου δεν πρέπει να εκχωρείται στον ιδιωτικό τομέα. Διότι στην περίπτωση αυτή τις νέες μονάδες θα τις διαχειρίζονται με βάση τους κανόνες της ελεύθερης αγοράς και με στόχο την αύξηση της κερδοφορίας, γεγονός που καταστρατηγεί την ευθύνη της πολιτείας και του κράτους για την παροχή δημόσιας περίθαλψης σε όλους τους έλληνες πολίτες».

 

«Οι δυσκολίες στην περίθαλψη»

 Επιφυλακτικός εμφανίζεται ο καθηγητ ής οικονομικών της υγείας στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας Ι. Κυριόπουλος:

*«Υπάρχουν αμφιλεγόμενες θέσεις και ασαφή εμπειρικά αποτελέσματα όσον αφορά την εφαρμογή των ΣΔΙΤ στον υγειονομικό τομέα. Για παράδειγμα, υπάρχουν ορισμένες περιοχές, όπως καθαρισμός, φύλαξη και διατροφή, στις οποίες φαίνεται ότι οι συμπράξεις δουλεύουν ικανοποιητικά, με καλή ποιότητα και σχετικά λογικό κόστος. Το πρόβλημα είναι στο τμήμα της ιατρικής φροντίδας που αναφέρεται στην περίθαλψη. Εκεί οι δυσκολίες είναι μεγάλες όχι όσον αφορά την κατασκευή νοσοκομείων -όπου μπορούν να υπάρξουν συνεννοήσεις- αλλά όσον αφορά τη λειτουργία της περίθαλψης, όπου η υψηλή τεχνολογία, με το μεγάλο κόστος που συμπαρασύρει, ενοχοποιείται για αστοχία αυτών των σχημάτων. Το συμπέρασμα είναι ότι σε όλες αυτές τις αποφάσεις χρειάζεται προσεκτική προσέγγιση και ακριβής εκτίμηση του κόστους και των ωφελειών».