Oτι πρέπει να προχωρήσει η Ελλάδα το ταχύτερο δυνατόν στη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος και στον έλεγχο των δαπανών υγείας επισημαίνεται στην έκθεση της Γραμματείας του Συμβουλίου υπουργών Οικονομίας (Εco/Fin), η οποία απευθύνεται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Η σύσταση για αλλαγή του συνταξιοδοτικού συστήματος θα «σοκάρει» την κυβέρνηση, η οποία ισχυρίζεται ότι ήδη έχει προβεί σε μεταρρυθμίσεις, παρά το γεγονός ότι πολλά Ταμεία αδυνατούν να καλύψουν πλήρως τις υποχρεώσεις τους, ενώ αρκετά άλλα θα βρεθούν πολύ σύντομα στην ίδια κατάσταση. Αυτό είναι γνωστό σε όλους, εξάλλου, με εξαίρεση την κυβέρνηση. Οι αλλαγές οι οποίες προτείνονται από την ΕΕ (αλλά και από άλλους διεθνείς οργανισμούς) είναι παρεμφερείς με εκείνες που προτείνονται και για άλλες χώρες-μέλη. Κατ΄ αρχάς προτείνεται η γενική αύξηση των ορίων ηλικίας και στον Δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών (Εco/Fin) δεν θα είχαν καμία αντίρρηση να εφαρμόσει η Ελλάδα ένα νέο συνταξιοδοτικό- ακόμη και με όριο ηλικίας το 70ό έτος. Το σκεπτικό είναι απλό: το προσδόκιμο ζωής έχει αυξηθεί, τα ασφαλιστικά ταμεία δέχονται πιέσεις και άρα πρέπει να αυξηθούν και τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης.
Παραλλήλως εκκρεμεί η περιβόητη υπόθεση της εξίσωσης των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης ανδρών και γυναικών. Ως γνωστόν, επέρχεται καταδίκη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στις 26 Μαρτίου.
Σε συνδυασμό με τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, συστήνεται στην Ελλάδα να αντιμετωπίσει την αδήλωτη εργασία και να τη μετατρέψει σε επίσημη απασχόληση, να προωθήσει τις ενεργές πολιτικές στον τομέα της αγοράς εργασίας, να επενδύσει στο ανθρώπινο δυναμικό, να επισπεύσει την υλοποίηση της μεταρρύθμισης στον τομέα της εκπαίδευσης και της κατάρτισης και να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της δυναμικής ανάπτυξης. Χρειάζεται- προστίθεταιμια ολοκληρωμένη προσέγγιση βασιζόμενη στην αρχή της ευελιξίας της εργασίας με ασφάλεια, στη μείωση του έμμεσου εργασιακού κόστους στους χαμηλόμισθους και στον εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας για την προστασία της απασχόλησης.