Η κυβέρνηση διαφήμισε με επικοινωνιακό θόρυβο την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και στις συντάξεις για τα εισοδήματα πάνω από τα 12.000 ευρώ. Η σχετική διάταξη ψηφίστηκε τον Σεπτέμβριο, με το νομοσχέδιο για την «εταιρική διακυβέρνηση των εταιρειών του Δημοσίου». Είχε προηγηθεί η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα.
Η εισφορά αυτή, συνοδευόμενη με τον προκλητικό ευφημισμό περί «αλληλεγγύης», ήταν κατάλοιπο των μνημονιακών νόμων. Είχε επιβληθεί πρώτη φορά το 2011 ως «έκτακτη», αλλά το 2013 βαφτίστηκε «ειδική» και έγινε μόνιμη. Ξεπέρασε τη δεκαετία, αποδίδοντας στα δημόσια έσοδα –αλλά τελικά στην εξυπηρέτηση του χρέους– εκατοντάδες εκατομμύρια κάθε χρόνο.
Η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για περίπου 500.000 δημοσίους υπαλλήλους θα προσφέρει μια ανεπαίσθητη αύξηση, τη στιγμή που οι μισθοί των γιατρών ΕΣΥ και των δημοσίων υπαλλήλων είναι καθηλωμένοι, μετά τις αιματηρές μνημονιακές περικοπές (δώρα, επιδόματα κ.λπ.) εδώ και δέκα χρόνια. Σημειώνουμε πως η εισφορά 2% αφορά μόνο το ποσό πάνω από το εισόδημα των 12.000.
Αντίθετα, υπάρχει μια άλλη «ειδική εισφορά», την οποία η κυβέρνηση δεν κατήργησε και επιβάλλεται στο σύνολο του μισθού των δημοσίων υπαλλήλων και είναι μεγαλύτερη εκείνης που καταργείται. Ο λόγος για την «ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 38». Πρόκειται, λοιπόν για μια άλλη μνημονιακή «κληρονομιά», κι αυτή επιβεβλημένη από το 2011, για την οποία έχει επιβληθεί… σιωπητήριο.
Η «ειδική εισφορά αλληλεγγύης για την καταπολέμηση της ανεργίας», που είναι άγνωστο αν από τη συγκομιδή των 11 χρόνων εφαρμογής της έχει αποδώσει έστω και ένα ευρώ στους ανέργους, κοστίζει σε κάθε δημόσιο υπάλληλο από 20 έως 65 ευρώ τον μήνα. Η κυβέρνηση έχει σκοπίμως δημιουργήσει την εντύπωση ότι καταργείται γενικώς κάθε «εισφορά αλληλεγγύης». Αλλά αυτήν (που προφανώς φέρνει πολλαπλάσια από τα 200 εκατ. τον χρόνο), την «ξέχασε».
Την ξεχνούν άραγε και οι ίδιοι οι δημόσιοι υπάλληλοι που την πληρώνουν κάθε μήνα;