Ευρ.Ένωση: Διαφωνία για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας

p> Χωρίς να καταλήξει σε συμφωνία σχετικά με την κοινοτική οδηγία για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, έληξε το Συμβούλιο των Υπουργών Απασχόλησης που συνεδρίασε σήμερα στις Βρυξέλλες. Η Ελλάδα, την οποία εκπροσώπησε ο Υπουργός Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας, Σάββας Τσιτουρίδης, μαζί με άλλα τέσσερα κράτη μέλη (Γαλλία, Κύπρος, Ιταλία και Ισπανία), διαμόρφωσε ένα ισχυρό μέτωπο παρεμποδίζοντας τη λήψη απόφασης που προωθούσαν άλλα κράτη μέλη με επικεφαλής τη Βρετανία και η οποία ουσιαστικά προέβλεπε ότι κάθε εργαζόμενος μπορεί να εργάζεται όσες ώρες συμφωνήσει με τον εργοδότη του. Στο Συμβούλιο συμμετείχε και ο Υφυπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Γιώργος Κωνσταντόπουλος.

    Ικανοποιημένος από την εξέλιξη των εργασιών του Συμβουλίου, δήλωσε αμέσως μετά τη λήξη του, ο Σ. Τσιτουρίδης, καθώς απετράπη η πλήρης απορρύθμιση του μέγιστου επιτρεπτού χρόνου εργασίας. «Απετράπησαν οι προσπάθειες για διευθέτηση του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας κατά τρόπο που δεν διασφάλιζε την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων», τόνισε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε ότι κατά το διάστημα των τελευταίων μηνών η ελληνική κυβέρνηση είχε ενεργό συμμετοχή στην προσπάθεια να διατηρηθεί και να ενισχυθεί το ευρωπαϊκό κοινωνικό πρότυπο.

    Μιλώντας σήμερα στο Συμβούλιο Υπουργών Απασχόλησης, ο Έλληνας Υπουργός, επεσήμανε ότι συζητείται η υιοθέτηση ενός νομοθετικού μέτρου, το οποίο θα βασίζεται στις διατάξεις εκείνες της Συνθήκης, οι οποίες έχουν ως σκοπό την διασφάλιση της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων στο χώρο εργασίας και οι οποίες αποτελούν την βάση του ευρωπαϊκού οικονομικού και κοινωνικού προτύπου. Ένα πρότυπο το οποίο η Ελλάδα θέλει να διατηρήσει, να προασπίσει και να προβάλει στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης οικονομικής, εμπορικής και κοινωνικής πολιτικής σε παγκόσμια κλίμακα.

    Ακόμη, ο Σ. Τσιτουρίδης τόνισε ότι ο συνδυασμός της εργασίας με την οικογενειακή ζωή αποτελεί θεμελιώδη αρχή για την επίτευξη των στόχων που τέθηκαν ομοφώνως στη Λισαβόνα, ιδίως για την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης των γυναικών.

    Σε ό,τι αφορά τη διατήρηση της ρήτρας αυτοεξαίρεσης του κάθε κράτους μέλους από κοινούς κανόνες διευθέτησης του χρόνου εργασίας (opt out), ο Σ. Τσιτουρίδης τόνισε στο Συμβούλιο πως κάτι τέτοιο οδηγεί σε απομάκρυνση από το ευρωπαϊκό μοντέλο αξιών που έχει ως βάση τον κοινωνικό διάλογο και τη βελτίωση του περιβάλλοντος εργασίας, με σκοπό την προστασία της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων. «Η κατ’ εξαίρεση εφαρμογή αυτής της εξαίρεσης σήμερα -χωρίς περιορισμούς μάλιστα και μέχρι 78 ώρες εργασίας την εβδομάδα- δεν μπορεί να δημιουργεί κανόνα. Τέτοια εξαίρεση δεν μπορεί να δημιουργεί σύστημα ή παράδοση σε χώρες της Ένωσης και δεν πρέπει να συνυπολογίζεται ως ισοβαρής παράγων για την επίτευξη συμβιβασμού», δήλωσε ο Έλληνας Υπουργός.

    Για τον λόγο αυτό, τόνισε ο Σ. Τσιτουρίδης, το Συμβούλιο Υπουργών της ΕΕ δεν είναι σε θέση να συμφωνήσει με προτάσεις που απομακρύνουν την ΕΕ από το κοινωνικό της πρότυπο και από ένα σημαντικό πυλώνα αυτού του προτύπου, που είναι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις. Επιπλέον, όταν το Συμβούλιο καλείται να πάρει αποφάσεις δεν θα πρέπει να αφίσταται από τις θέσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

    «Υπ’ αυτό το πρίσμα δεν μπορούμε να δεχθούμε οιαδήποτε πρόταση, η οποία δεν θα προβλέπει -κατ’ ελάχιστον-ρητώς τον χρονικό ορίζοντα κατάργησης του “opt out”. Θέλουμε λοιπόν πρόβλεψη για ένα χρονοδιάγραμμα κατάργησης του “opt out”. Έστω και σταδιακής κατάργησης. Και εκτιμούμε πως οι 60 ώρες εργασίας την εβδομάδα είναι πολλές. Είναι πάρα πολλές», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Σ. Τσιτουρίδης, αμέσως μετά τη λήξη του Συμβουλίου και κατέληξε: «εκτιμούμε πως η θέση που εκφράζουμε ενισχύει το ρόλο και την αποστολή της Ένωσης μας σ’ ένα παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον, αφού εδράζεται σε σταθερές αρχές μας. Και όταν πορευόμαστε στη βάση κοινών αρχών και αξιών, μεσοπρόθεσμα θα πετύχουμε από κοινού στην αποστολή που μας αναθέτουν οι λαοί μας».