Η φτώχεια προτιμά τους αναλφάβητους

Το 83,7% των οικονομικά ασθενών Ελλήνων έχει τελειώσει μόνο Δημοτικό ή Γυμνάσιο

ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΝΟΤΑΤΡΙΓΚΑ

Θ έλεις να βρεις δουλειά; Χρειάζεται απαραιτήτως πτυχίο, αν είναι δυνατόν και μεταπτυχιακό, γνώση ξένων γλωσσών, ηλεκτρονικών υπολογιστών κ.ο.κ. Στους διαλόγους τους οι σημερινοί νέοι περιγράφουν την εξαιρετικά απαιτητική πραγματικότητα της αγοράς εργασίας, η οποία έχει αποτέλεσμα την ανεργία, που κατατάσσει τη χώρα μας στις πρώτες του αντίστοιχου πίνακα μεταξύ των χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Σε αυτή την «κούρσα» οι οικογένειες αναγκάζονται να βάζουν όλο και βαθύτερα

το χέρι στην τσέπη για την εκπαίδευση των παιδιών τους. Πρόκειται για τη μία πλευρά του νομίσματος, από την οποία βγαίνουν ευνοημένοι κυρίως οι νέοι των οποίων οι οικογένειες έχουν τη δυνατότητα να ξοδεύουν για όλα όσα τούς χρειάζονται. Η άλλη πλευρά αφορά εκείνους που με λιγότερα οικονομικά εφόδια προσπαθούν να αντέξουν στον ανταγωνισμό και να διεκδικήσουν μια θέση στον ήλιο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ωστόσο λίγοι τα καταφέρνουν, με αποτέλεσμα φτώχεια και εκπαιδευτικές ανισότητες να πηγαίνουν χέρι χέρι.

Οπως δείχνουν τα στοιχεία έρευνας που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο ΚΑΝΕΠ της ΓΣΕΕ, εν δυνάμει εργαζόμενοι που βρίσκονται σε περιοχές όπως η Ροδόπη, η Ξάνθη, η Ευρυτανία, η Θεσπρωτία και οι οποίοι αποτελούν ενεργό εργατικό δυναμικό, καθώς η ηλικία τους κυμαίνεται μεταξύ 30 και 40 ετών, σε ποσοστό πάνω από 30% κατάφεραν να φθάσουν μόνον ως τη Γ΄ Γυμνασίου. Την ίδια στιγμή η ευημερία στις περιοχές αυτές είναι αρκετά χαμηλότερη σε σχέση με άλλους νομούς της χώρας, αφού, σύμφωνα με το κατά κεφαλήν Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ), τοποθετούνται

στις τελευταίες θέσεις της σχετικής κατάταξης, αποδεικνύοντας ότι η φτώχεια είναι άμεσα συνυφασμένη με την εκπαίδευση. Ωστόσο, παρά τη φτώχεια, οι οικογένειες, ανάλογα με τις δυνατότητές τους, εξακολουθούν να επενδύουν στην εκπαίδευση με ποσά δυσαναλόγως υψηλά.

Στον Νομό Ευρυτανίας, για παράδειγμα, το 26,99% των νέων ηλικίας από 30 ως 40 ετών είναι απόφοιτοι Δημοτικού, το 29,75% απόφοιτοι Λυκείου και μόλις το 8,28% πτυχιούχοι ΑΕΙ. Την ίδια στιγμή ο νομός, με βάση το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, κατατάσσεται στην 51η θέση μεταξύ των 52 νομών της Ελλάδας, ενώ ξοδεύει για την εκπαίδευση των νέων 11,3 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Εδώ αξίζει να αναφερθεί ότι στο σύνολο της χώρας τα ελληνικά νοικοκυριά δαπανούν 4,3 δισ. ευρώ ετησίως για την εκπαίδευση των παιδιών.

Στον Νομό Σερρών το 18,69% των

νέων είναι απόφοιτοι Δημοτικού, το 17,58% απόφοιτοι Γυμνασίου και το 27,07% απόφοιτοι Λυκείου. Ο νομός, με βάση τα οικονομικά μεγέθη του, κατατάσσεται στην 50ή θέση, αλλά ξοδεύει 60,2 εκατ. ευρώ τον χρόνο για την εκπαίδευση των νέων του. Ο Νομός Ηλείας διαθέτει στο ενεργό εργατικό δυναμικό του αποφοίτους Δημοτικού κατά 23,14%, αποφοίτους Γ΄ Γυμνασίου κατά 19,43% και αποφοίτους Λυκείου κατά 33,31%. Κατατάσσεται στην 49η θέση με κριτήριο τα οικονομικά του μεγέθη και ξοδεύει ετησίως 59,2 εκατ. ευρώ για την αγορά εκπαιδευτικών υπηρεσιών. Ακόμη, στον Νομό Καρδίτσας το 21,38% του ενεργού εργατικού δυναμικού είναι απόφοιτοι Δημοτικού, το 14,47% απόφοιτοι Γ΄ Γυμνασίου και το 30,02% απόφοιτοι Λυκείου. Ο θεσσαλικός νομός κατατάσσεται στην 47η θέση και ξοδεύει ετησίως 60,2 εκατ. ευρώ για την εκπαίδευση.

Αντίστοιχη εικόνα παρουσιάζουν οι νομοί Ροδόπης, Ξάνθης, Ζακύνθου, Πέλλας, Αιτωλοακαρνανίας, Χαλκιδικής, Λακωνίας, Καστοριάς και Θεσπρωτίας. Αντιθέτως, νομοί όπως της Φθιώτιδας, των Χανίων, της Φωκίδας, της Λάρισας, της Μαγνησίας, της Αχαΐας, της Κοζάνης, του Εβρου, της Χίου, των Ιωαννίνων, της Θεσσαλονίκης καθώς και το υπόλοιπο Αττικής εμφανίζουν υψηλό δηλωμένο εισόδημα των νοικοκυριών τους και καλές επιδόσεις στην εκπαίδευση, αφού το ποσοστό εκείνων που έχουν φθάσει ως τη Γ΄ Γυμνασίου κυμαίνεται κάτω από 20%.

«Ενας στους τρεις Ελληνες από 30 ως 40 χρονών σταμάτησε στα 15 του να πηγαίνει στο σχολείο και πέρασε στην καθημερινότητα της εργασιακής σχέσης» λέει στο «Βήμα» ο υπεύθυνος της έρευνας του ΚΑΝΕΠ κ. Ν.Παΐζης. Και προσθέτει: «Σήμερα ένας ενήλικαςοικογενειάρχης δεν έχει ούτε τον

χρόνοούτε το προσωπικό κίνητρο να καλύψει το κενό ενός κοινωνικού μέτρουπου μείωσε και απαξίωσε τη σημασίατης γνώσης και της προσωπικήςανέλιξης στο στερεοτυπημένο μοντέλοτης ζωής.Δαπανάμε πλέον πολλάχρήματα για να εκπαιδεύσουμε τα παιδιάόσο καλύτερα μπορούμε.Προσπαθούμενα τα προστατεύσουμε από τους ολοένα πιθανότερους κινδύνους της ανεργίας,της εργασιακής ανασφάλειαςκαι της πιθανότητας,έστω και για μια στιγμή,να διαβούν το κατώφλιτης φτώχειας.Κι όμως,οι κίνδυνοιαυτοί φαίνεται να αποτελούν πραγματικότητα για όλο και περισσότερους,γιαόλο και πιο κοντινούς μας ανθρώπους».

Σύμφωνα με τους ερευνητές της μελέτης, όσο υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης έχουν λάβει τα μέλη ενός νοικοκυριού, τόσο μικρότερη είναι η πιθανότητα να απειληθούν από φτώχεια. Ειδικότερα, το 54,2% αυτών που δεν έχουν πάει καθόλου σχολείο (αναλφάβητοι) στο σύνολο της χώρας απειλείται από φτώχεια. Το αντίστοιχο ποσοστό για άτομα που έχουν τελειώσει ΑΕΙ μειώνεται δραστικά στο 4,2%. Επίσης, το 83,7% των φτωχών είναι αναλφάβητοι, έχουν τελειώσει μερικές τάξεις του Δημοτικού, Δημοτικό ή Γυμνάσιο, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τους μη φτωχούς εκτιμάται στο 47,3%. Ακόμη, οι Ελληνες που ζουν πάνω από το όριο της φτώχειας και έχουν ολοκληρώσει την υποχρεωτική εκπαίδευση είναι 0,70 φορές περισσότεροι από τους αντίστοιχους φτωχούς, ενώ οι μη φτωχοί που διαθέτουν μεταπτυχιακό είναι 24 φορές περισσότεροι από τους αντίστοιχους φτωχούς.

Τέλος, οι μη φτωχοί που έχουν τελειώσει το Λύκειο είναι τρεις φορές περισσότεροι από τους αντίστοιχους φτωχούς, ενώ οι μη φτωχοί που έχουν τελειώσει ΑΕΙ είναι 7,7 φορές περισσότεροι από τους αντίστοιχους φτωχούς.