Της Πεννυς Mπουλουτζα
«Κανείς δεν καταλαβαίνει τι περνάω. Οι περισσότεροι νομίζουν ότι η κατάθλιψη είναι ένα καπρίτσιο, ότι δεν προσπαθείς αρκετά, ότι, αν ήθελες, θα μπορούσες να το ξεπεράσεις… Αν δεν έχεις ζήσει την κατάθλιψη, δεν μπορείς και να καταλάβεις». Η μαρτυρία αυτή μιας 39χρονης γυναίκας αποτυπώνει με τον πλέον χαρακτηριστικό τρόπο το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν συχνά τα άτομα που πάσχουν από κατάθλιψη. Η απουσία υποστηρικτικού δικτύου, η αδυναμία κατανόησης από το κοινωνικό σύνολο του πάσχοντος και ο φόβος του «στίγματος» «ανακυκλώνουν» το πρόβλημα, σκιάζοντας οποιαδήποτε διέξοδο για το άτομο που νοσεί. Η μαρτυρία αυτή είναι μία από τις χιλιάδες που έχει δεχθεί τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της η Γραμμή Επικοινωνίας για την Κατάθλιψη (210-65.15.600), η οποία λειτουργεί στο πλαίσιο του προγράμματος «αντι-στίγμα» του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής.
Από τον Μάιο του 2008
Η λειτουργία της γραμμής ξεκίνησε τον Μάιο του 2008 και έως σήμερα έχει δεχθεί πάνω από 3.750 κλήσεις. Οι περισσότεροι που κάλεσαν τη Γραμμή ανήκουν στην κατ’ εξοχήν παραγωγική ηλικία (31 έως 45 ετών) και είναι κάτοικοι αστικών περιοχών, γεγονός που υπογραμμίζει τις επιπτώσεις των πολλαπλών ευθυνών και του καθημερινού στρες στην ψυχική υγεία. Το 52% των κλήσεων έγινε από γυναίκες οι οποίες αφ’ ενός εμφανίζουν σε διπλάσια συχνότητα κατάθλιψη έναντι των ανδρών, αφ’ ετέρου παραδέχονται ευκολότερα ένα πρόβλημα ψυχικής υγείας και ζητούν συχνότερα βοήθεια γι’ αυτό.
Το 36% αυτών που κάλεσαν στη γραμμή επικοινωνίας δεν είχε επισκεφθεί ποτέ κάποιον ειδικό για το πρόβλημα ψυχικής υγείας που αντιμετωπίζει, το 28% είχε απευθυνθεί σε κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας στο παρελθόν και το 36% παρακολουθείτο από ειδικό κατά την περίοδο που κάλεσε στην τηλεφωνική γραμμή.
Από αυτούς που είχαν έρθει σε επαφή με κάποιον ειδικό, το 55% είχε ακολουθήσει κάποια στιγμή φαρμακευτική αγωγή για την κατάθλιψη. Ενας στους έξι δήλωσε ότι έλαβε το φάρμακο έπειτα από σύσταση γιατρού άσχετου με το αντικείμενο της ψυχικής υγείας, ως επί το πλείστον παθολόγο. Περισσότεροι από τους μισούς που λάμβαναν φαρμακευτική αγωγή διέκοψαν χωρίς τη σύσταση του γιατρού τους. Πάντως, υπήρξαν περιπτώσεις που η κατάθλιψη ήταν απλώς «πρόσχημα» για επικοινωνία και κατά τη διάρκεια της συνομιλίας διαφάνηκε η ύπαρξη άλλης διαταραχής.
Συχνός είναι και ο φόβος στιγματισμού των πασχόντων που κάλεσαν στη Γραμμή, ο οποίος εκδηλώθηκε είτε άμεσα είτε έμμεσα, με την αναφορά στην κατάθλιψη ως «αυτή η κατάσταση» ή στα αντικαταθλιπτικά ως «ψυχοφάρμακα» και με διατυπώσεις όπως «δεν παίρνω εγώ αυτά τα πράγματα».
Υπήρξαν και περιπτώσεις που οι πάσχοντες ζήτησαν πληροφορίες για υπηρεσίες ψυχικής υγείας μακριά από το σπίτι τους για να κρατήσουν την ανωνυμία τους.
Τα οικονομικά προβλήματα και η ανεργία αναφέρονται συχνά ως επιβαρυντικοί παράγοντες. Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία 44χρονου άνδρα. «Είμαι από την αρχή του χρόνου χωρίς δουλειά κι έχω ένα δάνειο που τρέχει. Δεν ξέρω πώς θα τα βγάλω πέρα, κοντεύω να τρελαθώ.
Τα βράδια δεν κοιμάμαι, έχω πόνους στο σώμα και το πρωί με πιάνει πανικός».