Με τη δικογραφία που έχει έλθει στη Βουλή και αφορά την κοστολόγηση των διαγνωστικών αρθροσκοπήσεων συνεχίστηκαν την Τρίτη οι εργασίες της Εξεταστικής Επιτροπής για τη διερεύνηση σκανδάλων στον χώρο της Υγείας κατά τα έτη 1997-2014 με την κατάθεση του πρώην υπουργού Υγείας, Μάκη Βορίδη
Τον Δεκέμβριο του 2014 ο τότε υπουργός Υγείας, Μάκης Βορίδης, υπογράφει μαζί με τον συναρμόδιο αναπληρωτή υπουργό, Λεωνίδα Γρηγοράκο, την εξομοίωση του κόστους της διαγνωστικής αρθροσκόπησης με τα Κλειστά Ενοποιημένα Νοσήλια, με την εξέταση να φτάνει στο δυσθεώρητο ποσό των 1.500 ευρώ. Η υπουργική απόφαση δεν δημοσιεύτηκε σε ΦΕΚ, ενώ δεν τηρήθηκε το γράμμα του νόμου με την συνυπογραφή λοιπών αρμοδίων υπουργών, καθώς απαιτείται συνυπογραφή των υπουργών Εργασίας και Οικονομικών. Εξού και η συγκεκριμένη απόφαση ανακλήθηκε στις 31/8/2017 από το υπ. Υγείας, με τον Αντώνη Μπαλωμενάκη, πρόεδρο της Επιτροπής, να ανακοινώνει αστικές αγωγές για την αποζημίωση του Δημοσίου.
Το Δημόσιο φέρεται να ζημιώθηκε κατά 850 χιλιάδες ευρώ από τις συγκεκριμένες εξετάσεις που πραγματοποιήθηκαν στο διαγνωστικό κέντρο που συστεγάζεται με το γραφείο του και ανήκει στον γαμπρό και τη σύζυγο του πρώην αναπληρωτή υπουργού Υγείας της ΝΔ, Μάριου Σαλμά.
Ο Μ. Βορίδης κλήθηκε να απαντήσει για την υπόθεση και την ουσία της που είναι ότι με υπουργική απόφαση που είχε υπογράψει το 2014 πληρώνονταν εξετάσεις αρθροσκοπήσεως πολύ υψηλότερα από ό,τι έπρεπε. Με βάση την υπουργική απόφαση κρίθηκε ότι είναι το ίδιο η διαγνωστική με τη θεραπευτική αρθροσκόπηση και έτσι για μία “επέμβαση” των 20 λεπτών συγκεκριμένο ιατρείο έπαιρνε 1.500 ευρώ, ενώ η σημερινή κυβέρνηση μείωσε αυτό το κόστος στα 150 ευρώ.
Στις επανειλημμένες ερωτήσεις του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Σπ. Λάππα, ο πρώην υπουργός δεν θέλησε να απαντήσει επί της ουσίας για το κόστος των αρθροσκοπήσεων, για το αν ήταν υπερκοστολογημένες ή όχι. Χαρακτήρισε «προσωπικές απόψεις» τις γνωμοδοτήσεις ιατρών επί του θέματος και επέμεινε στο ότι ενήργησε με βάση απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕΣΥ).
Ακόμα και μετά την παρέμβαση του προέδρους της Επιτροπής, Αντώνης Μπαλωμενάκη, που επεσήμανε ότι το ουσιαστικό ζήτημα είναι η κοστολόγηση, ο Μ. Βορίδης συνέχισε να μιλάει μόνο για το ΚΕΣΥ και την απόφασή του…
Έπειτα από πλήθος ερωτήσεων και πιέσεις κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «ενδέχεται να υπάρχει ζήτημα που αφορά τον τρόπο που διαρθρώνονται οι υπηρεσίες μέσα στην ιατρική κοινότητα» και έκανε λόγο για ανάγκη να διαμορφωθεί ένα νέο επιστημονικό κοστολογικό σύστημα.
Ο κ. Βορίδης «άδειασε» μάλιστα τον κ. Σαλμά και τις απόψεις που διετύπωσε στην εξεταστική ότι «οι απόψεις του ΚΕΣΥ είναι ένα τίποτα», όπως επεσήμανε ο κ. Λάππας. Ο κ. Βορίδης τόνισε ότι «οι αποφάσεις όλων των θεσμικών οργάνων έχουν πολύ σημαντικό χαρακτήρα, γιατί προστατεύουν τον υπουργό».
«Λογικό άλμα… τριπλούν»
Ο κ. Λάππας επεσήμανε ότι τον Δεκέμβριο του 2014 ασκήθηκε πολιτική για μείωση των δαπανών υγείας. «Δεν ήταν αντιφατικό να δίνονται 1.500 ευρώ για μία εξέταση 10 λεπτών στο ιατρείο;» ρώτησε τον πρώην υπουργό, ο οποίος επέμεινε ότι ήταν απόφαση του ΚΕΣΥ.
Σε ερώτηση για τις αντιρρήσεις του ΕΟΠΥΥ και των υπηρεσιακών παραγόντων και των διευθύνσεων του υπουργείου, ο κ. Βορίδης είπε ότι «δεν μπορεί να έχουν πάντα δίκιο σε ό,τι λένε», με τον κ. Λάππα να επισημαίνει ότι «και το ΚΕΣΥ δεν μπορεί να έχει πάντα δίκιο…».
Η απόφαση του ΚΕΣΥ
Ο αντιπρόεδρος του ΕΟΠΥΥ Τάκης Γεωργακόπουλος για το θέμα της απόφασης έχει μιλήσει για «έντεχνα στημένο» ερώτημα του Αττικού προς το ΚΕΣΥ που οδήγησε στην εξίσωση της τιμολόγησης μίας ιατρικής πράξης με τουλάχιστον δύο ημέρες νοσηλείας, με μία πράξη σε ιδιωτικό ιατρείο, αναφέροντας ότι ο τότε υπουργός Υγείας Μάκης Βορίδης, αλλά και ο αναπληρωτής του κ. Γρηγοράκος, το υπέγραψαν ανεξέλεγκτα και έχουν ευθύνη και πολιτική και διοικητική
«Τα έγγραφα που κατέθεσα στην εξεταστική επιτροπή έχουν να κάνουν με την απόφαση του ΚΕΣΥ τον Δεκέμβριο του 2014 που τιμολογούσε μία εξέταση που ζητήθηκε να τιμολογηθεί από την πρώην διοικήτρια του Αττικού Νοσοκομείου και λεγόταν διαγνωστική αρθροσκόπηση», όπως είπε.
«Το ΚΕΣΥ αποφάνθηκε, με εισήγηση γιατρού διευθυντή ορθοπεδικού από το Ασκληπιείο ότι αυτή η εξέταση έπρεπε να τιμολογηθεί, για να αποζημιώνεται από τον ΕΟΠΥΥ, με το αντίστοιχο Κλειστό Ενοποιημένο Νοσήλιο (ΚΕΝ), που χρεώνεται κάθε τέτοια εξέταση στο νοσοκομείο και προϋποθέτει και νοσηλεία δύο ημερών», ωστόσο «το αρχικό ερώτημα του νοσοκομείου ήταν πολύ έντεχνα στημένο και το λέω χωρίς εισαγωγικά, γιατί ενώ ρωτάει το νοσοκομείο το ΚΕΣΥ πώς πρέπει να τιμολογηθεί αυτή η εξέταση, ξαφνικά το ΚΕΣΥ αποφασίζει ότι αυτή η εξέταση δύναται να διενεργείται και σε νοσοκομείο και σε ιδιωτικό ιατρείο, λόγω του ότι η τεχνική έχει βελτιωθεί, κάτι που δεν έχει καμία σχέση».
Θύμισε ότι «οι τιμές των ΚΕΝ που φτιάχτηκαν το 2012 αφορούν ιατρικές και νοσηλευτικές υπηρεσίες και πράξεις που διενεργούνται εντός νοσοκομείου, προϋποθέτουν μία ή περισσότερες ημέρες νοσηλείας. Δεν μπορούσε λοιπόν μία τέτοια απόφαση να περιλαμβάνει την διενέργεια της ίδιας ιατρικής πράξης και σε ιδιωτικό ιατρείο. Εφόσον ενδιαφερόταν η διοικήτρια του Αττικού για τη διενέργεια σε ιδιωτικό ιατρείο, θα έπρεπε να έχει υποβληθεί από άλλον αυτό το αίτημα και όχι από αυτήν, αλλά δεν ρωτήθηκε και ο διευθυντής της ορθοπεδικής πανεπιστημιακής κλινικής στο ίδιο το νοσοκομείο, αλλά ζητήθηκε από άλλο γιατρό, άλλο νοσοκομείο να γνωμοδοτήσει στο ΚΕΣΥ».