Χαμηλός μισθός, λίστες αναμονής και ελλιπής εκπαίδευση για τους ειδικευόμενους γιατρούς
Της Πεννυς Μπουλουτζα
Με βασικό μισθό που δεν ξεπερνά τα 825 ευρώ και 80 ώρες εργασίας εβδομαδιαίως (τακτικό ωράριο και εφημερίες), οι ειδικευόμενοι γιατροί αποτελούν το πλέον αδικημένο κομμάτι του ΕΣΥ, αλλά και το άκρως απαραίτητο, αφού καλύπτουν κενά που δημιουργεί η έλλειψη νοσηλευτικού – παραϊατρικού ακόμα και τεχνικού προσωπικού στα νοσοκομεία. Επίσης, πρέπει να περιμένουν πολλά χρόνια σε λίστες έως ότου μπορέσουν να ξεκινήσουν την ειδικότητά τους, ενώ εκτιμάται ότι μόλις το 2% αυτών που θα ολοκληρώσουν την ειδικότητα θα μπορέσουν να βρουν δουλειά σε νοσοκομείο.
Στα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ειδικευόμενοι γιατροί, αναφέρθηκαν χθες τα μέλη της Ανεξάρτητης Ιατρικής Κίνησης κ. Μύρων Τσαγκαράκης, πλαστικός χειρουργός, κ. Κωνστ. Τσιτινίδης ακτινολόγος και κ. Κωνστ. Λευκαδίτης ειδικευόμενος γιατρός. Οπως τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Τσαγκαράκης, «ο βασικός μισθός ενός ειδικευόμενου είναι 825 ευρώ. Ως μεροκάματο είναι χαμηλότερο ακόμα και από τα 30 ευρώ που διεκδικούσαν οι Πακιστανοί για το μάζεμα της φράουλας». Εως ότου να ξεκινήσουν ειδικότητα οι γιατροί πρέπει να περιμένουν σε κάποια λίστα -όπως χαρακτηριστικά είπαν οι ομιλητές, ακόμα και η ιατρική εργασίας έχει 4 χρόνια αναμονή- και είναι ενδεικτικό ότι ο μέσος όρος ηλικίας των ειδικευόμενων υπολογίζεται στα 32 έτη. Κατά τη διάρκεια της αναμονής, αρκετοί πτυχιούχοι επιλέγουν να ανοίξουν ιδιωτικά ιατρεία προσφέροντας πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Αξίζει να σημειωθεί ότι στον ΙΣΑ είναι εγγεγραμμένοι 1.500 ανειδίκευτοι ελευθεροεπαγγελματίες γιατροί.
Ενδεικτικά των προβλημάτων είναι και τα αποτελέσματα έρευνας της Ανεξάρτητης Ιατρικής Κίνησης σε δείγμα 500 νέων γιατρών της Αθήνας ηλικίας 22 έως 44 ετών, με μέση διάρκεια πτυχιακών σπουδών τα 6,5 έτη. Το 80% των γιατρών που συμμετείχαν είναι ειδικευόμενοι, το 11% άνεργοι και το 9% ανειδίκευτοι ελεύθεροι επαγγελματίες.
Οπως κατέδειξε η έρευνα, η πλειονότητα των ερωτώμενων διάλεξε ειδικότητα με βάση το επιστημονικό ενδιαφέρον (82,5%) και τον χρόνο αναμονής (55%). Εξι στους δέκα (58%) κρίνουν την εκπαίδευση του ειδικευμένου γιατρού ως «ελλιπή χωρίς οργανωτικό πλάνο» και το 19% ως «πολυτέλεια μέσα στο υπάρχον εργασιακό περιβάλλον».
Τέλος, αναφορικά με την πρόσβαση και συμμετοχή του ειδικευόμενου γιατρού σε επιστημονικές εργασίες μετεκπαιδευτικά προγράμματα, διατριβές, το 50% θεωρεί ότι είναι καθοριζόμενη από εξωγενείς παράγοντες που δεν έχουν πάντα να κάνουν με τις πραγματικές δυνατότητες του ενδιαφερόμενου, το 39% την κρίνει εντελώς αναξιοκρατική και καθοριζόμενη από διαπροσωπικές σχέσεις και το 10% επιτευκτή αλλά μόνο για ειδικευόμενους πανεπιστημιακών κλινικών.