Προτεραιότητα η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος

 

Η σχετική αποδοτικότητα του συστήματος Υγείας στην Ελλάδα μπορεί να συγκριθεί άνετα με τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Παρά ταύτα οι πολίτες δεν είναι ικανοποιημένοι. Οταν οι δημόσιες δαπάνες για την υγεία ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι από τις χαμηλότερες στον ΟΟΣΑ, τα νοικοκυριά δαπανούν πολύ υψηλό ποσοστό υπό τη μορφή ιδιωτικών δαπανών για την υγεία, συμπεριλαμβανομένων και των ανεπίσημων ιατρικών αμοιβών. Πέραν τούτου, παρατηρείται αποδυνάμωση της αποδοτικότητας του συστήματος, η οποία πρέπει να αντιμετωπισθεί ενόψει της αύξησης της ζήτησης για ιατρικές υπηρεσίες τις επόμενες δεκαετίες. Oι συνθήκες αυτές καθώς και η επιτακτική ανάγκη να τεθούν υπό έλεγχο οι δαπάνες για τη δημόσια υγεία καθιστούν απαραίτητες τις μεταρρυθμίσεις.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη, οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να αφορούν τέσσερα πεδία: πρώτον, την αναθεώρηση του υπέρμετρα κατακερματισμένου συστήματος περίθαλψης καθώς και της διακυβέρνησής του, δεύτερον, τη βελτίωση της ποιότητας των πρωτοβάθμιων υπηρεσιών Υγείας και του συστήματος πρόληψης, τρίτον, τον εκσυγχρονισμό της διοίκησης των νοσοκομειακών μονάδων και, τέταρτον, την περαιτέρω συγκράτηση των δαπανών για φάρμακα. Εξίσου αναγκαία είναι και η αντιμετώπιση της χρόνιας υποχρηματοδότησης των δημοσίων νοσοκομείων, καθώς και η κάλυψη των ελλείψεων σε εξειδικευμένο προσωπικό εντός συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος. Μία από τις παρατηρήσεις στην έκθεση για την ελληνική οικονομία αφορά τον συσχετισμό μεταξύ οργάνωσης του συστήματος περίθαλψης και αποδοτικότητας. Κατά τον ΟΟΣΑ, η αποδοτικότητά του ανακόπτεται από τον κατακερματισμό του. Λόγου χάριν, ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό της νοσοκομειακής περίθαλψης εναπόκειται στα δημόσια νοσοκομεία (75% των κλινών έναντι του 25% στον ιδιωτικό τομέα), οι εξωνοσοκομειακές υπηρεσίες προς τους πολίτες είναι κατατμημένες και παρέχονται από αρκετούς διαφορετικούς φορείς, το ΙΚΑ, τους δήμους, τους ιδιώτες κ.λπ. Επιπλέον, σε επίπεδο διοικητικό για την παροχή των υπηρεσιών Υγείας συμμετέχουν διαφορετικά υπουργεία, επιδεινώνοντας τα προβλήματα διαχείρισης. Ο κατακερματισμός αυτός σημαίνει ότι δεν υπάρχει κεντρικός κορβανάς, από τον οποίο να διοχετεύονται οργανωμένα τα κονδύλια – δεν χρησιμοποιούνται κριτήρια αποδοτικότητας ούτε τίθεται θέμα ισοδύναμης διάθεσής τους. Η κατανομή των επαγγελματιών της Υγείας δεν είναι ισόρροπη στις περιοχές της χώρας, ενώ παρατηρούνται και σημαντικά κενά στα στατιστικά στοιχεία. Αναφορικά τώρα με τον έλεγχο στις δημόσιες δαπάνες Υγείας, αυτός παρεμποδίζεται λόγω γραφειοκρατίας.

Η δυσκαμψία και η ανεπάρκεια του κρατικού συστήματος Υγείας οδηγεί στην αύξηση των δαπανών για την ιδιωτική περίθαλψη, με αποτέλεσμα να τίθεται θέμα ισότιμης πρόσβασης στις υπηρεσίες. Οι παράγοντες αυτοί ευνοούν τις ανεπίσημες αμοιβές των επαγγελματιών. Κατά τον ΟΟΣΑ, η Ελλάδα, αντιμέτωπη με την κατάσταση αυτή πρέπει άμεσα να εξυγιάνει το σύστημα Υγείας. Μεταξύ άλλων, ο οργανισμός συστήνει να υπαχθεί το όλο σύστημα σε ένα και μόνο υπουργείο, να διαχωριστεί ο ασφαλιστικός από τον συνταξιοδοτικό άξονα και τα ασφαλιστικά Ταμεία να ενοποιηθούν με τα νοσοκομεία. Επιπλέον, συμβουλεύει την κυβέρνηση να αυξήσει το νοσηλευτικό προσωπικό και την αναλογία οικογενειακών γιατρών ανά ομάδα πληθυσμού. Στοχεύοντας στην αναβάθμιση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, ο ΟΟΣΑ συστήνει αυστηρότερη εποπτεία για τις ανεπίσημες ιατρικές αμοιβές, παροχή κινήτρων για εργασία σε απομακρυσμένες περιοχές και αναθεώρηση του συστήματος αμοιβών με υιοθέτηση ενός υβριδικού μοντέλου, το οποίο θα συνδυάζει την αμοιβή της εκάστοτε υπηρεσίας με το κατά κεφαλήν εισόδημα. Προτείνει, επίσης, να τοποθετηθούν επαγγελματίες μάνατζερ στη διοίκηση των νοσοκομείων, ενώ στο θέμα των φαρμάκων συστήνει να επεκταθεί η χρήση αντίγραφων φαρμάκων και να συνταγογραφούνται φάρμακα βάσει των συστατικών και όχι της επωνυμίας τους.