Τα διαγνωστικά κέντρα κάνουν χρυσές δουλειές εις βάρος των Ταμείων
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Μάρθα Καϊτανίδη
Στις διπλάσιες ιατρικές εξετάσεις από αυτές που έκανε πριν από μία δεκαετία υποβάλλεται πλέον κάθε Έλληνας, με αποτέλεσμα να εκτινάσσονται στα ύψη τα έσοδα των ιδιωτικών διαγνωστικών κέντρων, αλλά και αρκετών γιατρών που παραπέμπουν σε αυτά τους ασθενείς τους, γράφοντας αλόγιστα εξετάσεις.
Στο ΙΚΑ, όπου ασφαλίζεται σχεδόν ο μισός πληθυσμός, αναλογούσαν το 1995 δύο εξετάσεις τον χρόνο ανά ασφαλισμένο. Δέκα χρόνια μετά, ο αντίστοιχος αριθμός εξετάσεων ανά άτομο ξεπέρασε τις 5! Αρκεί κανείς να αναλογιστεί πως σε διάστημα 12 μηνώντο 2005- πραγματοποιήθηκαν περισσότερες από 28,5 εκατομμύρια αιματολογικές, ακτινοδιαγνωστικές και άλλες εξετάσεις σε ασφαλισμένους μόνον ενός Ταμείου.
«Η αύξηση αυτή οφείλεται, κατ΄ αρχήν σε αντικειμενικούς λόγους, υπό την έννοια ότι η νέα τεχνολογία δίνει τη δυνατότητα στους ειδικούς για λεπτομερή έλεγχο των ασθενών τους, εντοπίζοντας ταχύτερα τυχόν παθήσεις. Επιπλέον, η εμπειρία δείχνει πως οι νέοι γιατροί, οι οποίοι είναι ούτως ή άλλως πολλοί στη χώρα μας, έχουν αναπτύξει μια αμυντική συμπεριφορά σε ό,τι αφορά την άσκηση του επαγγέλματός τους», τονίζει στα «ΝΕΑ» ο κ. Κυριάκος Σουλιώτης, δρ Πολιτικής και Οικονομικών της Υγείας και λέκτορας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι «ο φόβος ή έστω η αμφιβολία που πιθανόν νιώθει μια μεγάλη μερίδα νέων γιατρών για πιθανό λάθος ή αμέλεια τούς οδηγεί στο να συνταγογραφούν εξετάσεις, οι οποίες όμως δεν είναι απαραίτητες», προσθέτει ο κ. Σουλιώτης.
«Η αύξηση αυτή οφείλεται, κατ΄ αρχήν σε αντικειμενικούς λόγους, υπό την έννοια ότι η νέα τεχνολογία δίνει τη δυνατότητα στους ειδικούς για λεπτομερή έλεγχο των ασθενών τους, εντοπίζοντας ταχύτερα τυχόν παθήσεις. Επιπλέον, η εμπειρία δείχνει πως οι νέοι γιατροί, οι οποίοι είναι ούτως ή άλλως πολλοί στη χώρα μας, έχουν αναπτύξει μια αμυντική συμπεριφορά σε ό,τι αφορά την άσκηση του επαγγέλματός τους», τονίζει στα «ΝΕΑ» ο κ. Κυριάκος Σουλιώτης, δρ Πολιτικής και Οικονομικών της Υγείας και λέκτορας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι «ο φόβος ή έστω η αμφιβολία που πιθανόν νιώθει μια μεγάλη μερίδα νέων γιατρών για πιθανό λάθος ή αμέλεια τούς οδηγεί στο να συνταγογραφούν εξετάσεις, οι οποίες όμως δεν είναι απαραίτητες», προσθέτει ο κ. Σουλιώτης.
Το κέρδος
Όπως τονίζουν οι ειδικοί, υπάρχει και ένα τρίτος λόγος που οδηγεί τους γιατρούς στο να παραπέμπουν αλόγιστα τους ασθενείς τους σε διαγνωστικά κέντρα. Σύμφωνα με τους ειδικούς που εργάζονται στον τομέα της Υγείας, οι διαμεσολαβητές μεταξύ των ασθενών και των ιδιωτικών κέντρων, που δεν είναι άλλοι από τους ίδιους τους γιατρούς, λαμβάνουν έως και 20% από τα κέρδη των εξετάσεων- αρκεί να συνεργάζονται με συγκεκριμένο κέντρο. «Προσέξτε να μην κατευθύνετε τους ασθενείς σας. Είναι παράνομο. Παρακολουθήστε ηλεκτρονικά…»: αυτό είναι το ενημερωτικό σημείωμα που έλαβαν όλοι οι συμβεβλημένοι γιατροί του Οργανισμού Ασφάλισης Ελεύθερων Επαγγελματιών (ΟΑΕΕ). «Πριν από τέσσερα χρόνια διαπιστώσαμε ότι το 70% από τις εργαστηριακές εξετάσεις των ασφαλισμένων πραγματοποιούνταν σε συγκεκριμένη αλυσίδα ιατρικών κέντρων. Όταν ο ασφαλιστικός φορέας ενημερώθηκε και προειδοποίησε τους γιατρούς, παρατηρήθηκε μείωση στα έξοδα για ιατρικές εξετάσεις της τάξεως του 43%, με αποτέλεσμα να περιοριστούν οι δαπάνες τουλάχιστον κατά 4 εκατομμύρια ευρώ», επισημαίνει ο κ. Ανάργυρος Πλακιώτης, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Βιοπαθολόγων και γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σωματείων Ιδιωτικής Πρωτοβάθμιας Υγείας.
5 φορές πάνω!
Όπως όμως ο ίδιος συμπληρώνει, σύντομα το θέμα ξεχάστηκε και οι χωρίς πραγματικό λόγο εξετάσεις έγιναν πάλι καθημερινό φαινόμενο στον ΟΑΕΕ, με κέρδος για τους γιατρούς και μεγάλα διαγνωστικά κέντρα. «Το 2006, εκτινάχτηκε εκ νέου η δαπάνη προς μεγάλο όμιλο και καταγράφηκε πενταπλασιασμός σε έξοδα. Γι΄ αυτό και κοινοποιήθηκε το συγκεκριμένο ενημερωτικό στους συμβεβλημένους γιατρούς». Την ίδια ώρα, τα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα που ξεπερνούν σήμερα τα 600 σε όλη την Ελλάδα κάνουν χρυσές δουλειές: μέσα σε ένα χρόνο διενήργησαν 5 εκατομμύρια εξετάσεις. Πάντως, σε πολλές περιπτώσεις, η διενέργεια των εξετάσεων στα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα είναι μονόδρομος, αφού στους δημόσιους μαγνητικούς και αξονικούς τομογράφους και γ-κάμερες χρειάζεται κανείς να περιμένει έως και 3 μήνες.