Σανίδα σωτηρίας για τους ασθενείς τα δημόσια νοσοκομεία

“Θυμάμαι ότι πριν από ένα χρόνο είχα προσπαθήσει να κλείσω ραντεβού με αγγειολόγο στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο. Ήταν Μάιος και το πρώτο διαθέσιμο ραντεβού ήταν για τον Σεπτέμβριο, δηλαδή έπρεπε να περιμένω σχεδόν τέσσερις μήνες, για να δει ο γιατρός το πόδι μου. Δεν είχα άλλη επιλογή. Περίμενα, διότι δεν έχω την οικονομική δυνατότητα να πάω σε ιδιώτη και να πληρώσω από την τσέπη μου”.

Της Νικολέτας Μπούκα

bouka@makthes.gr


Το παράδειγμα της κ. Τζούλιας Μπόμπορα φαίνεται πως συνεχίζουν να ακολουθούν πολλοί άλλοι ασθενείς, οι οποίοι αδυνατούν να πληρώσουν από την τσέπη τους, προκειμένου να απευθυνθούν σε κάποιον ιδιώτη γιατρό ή κάποιο ιδιωτικό κέντρο.

Ιδιαίτερα από τότε που η οικονομική κρίση χτύπησε τη χώρα μας, τα δημόσια νοσοκομεία έχουν μετατραπεί σε… σανίδα σωτηρίας για τους ασθενείς, καθώς οι περισσότεροι άρχισαν να στρέφονται πάλι στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, αναζητώντας υπηρεσίες υγείας που δεν κοστίζουν ακριβά, ασχέτως αν συνοδεύονται από σοβαρές ελλείψεις σε προσωπικό και εξοπλισμό.

Είναι χαρακτηριστικό ότι από τον περασμένο Ιούνιο καταγράφεται αύξηση της τάξης του 30% στην προσέλευση των ασθενών στα δημόσια νοσηλευτικά ιδρύματα. Όπως ομολογούν οι ίδιοι, προτιμούν να περιμένουν στην ουρά ή να περιμένουν έως και έξι μήνες για ένα ραντεβού, παρά να ξοδέψουν από την τσέπη τους έστω και λίγα ευρώ για μια εξέταση στον ιδιωτικό τομέα.

Ωστόσο, σταδιακά ο δωρεάν χαρακτήρας του ΕΣΥ καταστρατηγείται, καθώς οι ασθενείς καλούνται να πληρώσουν είσοδο τριών ευρώ και κατά την πρωινή λειτουργία των τακτικών εξωτερικών ιατρείων και κατά τη διάρκεια της εφημερίας, με εξαίρεση τους χρόνια πάσχοντες.

Επιπλέον, λόγω της εφαρμογής της ολοήμερης λειτουργίας των νοσοκομείων, οι ασθενείς που επισκέπτονται το απόγευμα τα νοσοκομεία είναι αναγκασμένοι να πληρώνουν από την τσέπη τους τον γιατρό, ο οποίος θα τους εξετάσει, καθώς και τις διαγνωστικές και εργαστηριακές εξετάσεις που θα κάνουν. Ίσως λίγο περισσότερο τυχεροί στην περίπτωση αυτή είναι όσοι ανήκουν σε κάποιο ασφαλιστικό ταμείο, το οποίο θα καλύψει μέρος του κόστους των εξετάσεων που θα κάνουν, ενώ οι υπόλοιποι θα τα πληρώσουν όλα από την τσέπη τους.

“Οι πολίτες έρχονται στα δημόσια νοσοκομεία λόγω της οικονομικής κρίσης. Δεν μπορούν πλέον και δεν αντέχουν οικονομικά να πηγαίνουν σε ιδιώτες γιατρούς και ιδιωτικά κέντρα. Μιλάμε για όλες τις κατηγορίες των πολιτών, όχι μόνο άνεργους, ανασφάλιστους και φτωχούς. Ωστόσο, η πολιτεία έρχεται τώρα να τους στήσει παγίδα με το σύστημα των ολοήμερων νοσοκομείων, βάζοντάς τους να πληρώνουν και στο ΕΣΥ”, δηλώνει στη “ΜτΚ” ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος(ΟΕΝΓΕ) Δημήτρης Βαρνάβας.

Βέβαια, τα προβλήματα του ΕΣΥ δεν εξαντλούνται στο κομμάτι αυτό, καθώς τα αγκάθια παραμένουν πολλά και συνεχίζουν να πληγώνουν εδώ και χρόνια τα δημόσια νοσοκομεία, τα οποία συχνά αδυνατούν να αντεπεξέλθουν στην αυξημένη προσέλευση του κόσμου και στην παροχή ποιοτικών υπηρεσιών υγείας.


Τα αγκάθια του ΕΣΥ

Οι λίστες αναμονής στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία των νοσηλευτικών ιδρυμάτων ζουν και βασιλεύουν, ενώ σε πολλές περιπτώσεις η αναμονή κυμαίνεται από δύο έως και επτά μήνες. Μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως σε κλινικές όπως οι οφθαλμολογικές, ουρολογικές, ρευματολογικές, ενδοκρινολογικές, αλλεργιολογικές, καθώς και σε κάποια εξειδικευμένα ιατρεία των παθολογικών κλινικών, όπως το διαβητολογικό και το υπερτασιολογικό.

Σύμφωνα με τα τελευταία (της 8ης/12/2010) στοιχεία της 4ης Υγειονομικής Περιφέρειας Μακεδονίας-Θράκης και της 3ης Υγειονομικής Περιφέρειας Μακεδονίας, η αναμονή στο ιατρείο επανεξέτασης χειρουργικής μαστού στο αντικαρκινικό νοσοκομείο “Θεαγένειο” είναι ένας χρόνος (362 ημέρες), ενώ στο Ιπποκράτειο η αναμονή για μαστογραφία φτάνει τους δυόμισι μήνες, για μαγνητική τομογραφία τις 61 ημέρες και για το παιδιατρικό/ενδοκρινολογικό τις 73 ημέρες.

Πολύμηνη αναμονή απαιτείται και σε διάφορα ιατρεία του “Παπαγεωργίου”, όπου η αναμονή για το γυναικολογικό-ογκολογικό είναι 141 ημέρες, για το παιδοενδοκρινολογικό 358 ημέρες και για σπινθηρογράφημα μυοκαρδίου 80 ημέρες.

Προβληματική είναι και η λειτουργία των ιατρικών μηχανημάτων, τα οποία είτε είναι γερασμένα, με αποτέλεσμα να χαλάνε τακτικά, είτε απλώς δεν υπάρχουν.

Χαρακτηριστικά, το “ΑΧΕΠΑ” τρία χρόνια τώρα παραμένει χωρίς μαγνητικό τομογράφο, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να πηγαινοέρχονται στο “Παπαγεωργίου”. Το μηχάνημα που υπήρχε χάλασε εξαιτίας της παλαιότητάς του, αλλά μέχρι σήμερα εκκρεμεί η προκήρυξη διαγωνισμού για την προμήθεια καινούργιου. Πρόβλημα υπάρχει και με τον αξονικό τομογράφο, καθώς είναι μόνο ένας και χρησιμοποιείται στο τμήμα επειγόντων περιστατικών.

Χωρίς αξονικό τομογράφο παραμένουν επί χρόνια το νοσοκομείο “Παναγία” και το νοσοκομείο “Άγιος Δημήτριος”, με αποτέλεσμα όχι μόνο να κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές, αλλά και να σπαταλιούνται τουλάχιστον 200.000 ευρώ κάθε χρόνο για εξετάσεις εκτός νοσοκομείου. Έτσι, οι ασθενείς κατευθύνονται στο “Γ. Γεννηματάς” ή στο “Παπαγεωργίου”, χάνοντας όμως πολύτιμο χρόνο σε… διαδρομές.

“Η προμήθεια του αξονικού με λίζιγκ δεν εγκρίθηκε, καθώς το κόστος του για τέσσερα χρόνια θα έφτανε το 1.200.000 ευρώ, τη στιγμή που ένα τέτοιο μηχάνημα κοστίζει περίπου 380.000 ευρώ. Έχουμε εντάξει το μηχάνημα στο ΕΣΠΑ, ενώ η ΥΠΕ θα προκηρύξει ενιαίο διαγωνισμό, στον οποίο περιλαμβάνονται και τα νοσοκομεία Γιαννιτσών και Νάουσας. Εκτιμώ ότι στις αρχές του 2011 θα γίνει η προκήρυξη του διαγωνισμού”, εξηγεί ο διοικητής του νοσοκομείου “Άγιος Δημήτριος” Γιώργος Φραγκίδης.

Δύο αξονικούς, από τους οποίους ο ένας είναι παλιός και χαλάει συχνά, διαθέτει το “Παπαγεωργίου”. Μετά πέντε χρόνια, είναι σε εξέλιξη διαγωνισμός για την προμήθεια νέου αξονικού, ενός μαγνητικού τομογράφου και ενός μαστογράφου, ενώ το μηχάνημα PET/CT για την ανίχνευση όγκων έχει ενταχθεί στο ΕΣΠΑ.

Με μηχανήματα ηλικίας 30 ετών λειτουργεί το ακτινολογικό τμήμα του Ιπποκράτειου νοσοκομείου, ενώ και οι δύο αξονικοί τομογράφοι που διαθέτει είναι παλαιάς τεχνολογίας. Ανύπαρκτος, εξάλλου, παραμένει ο περίφημος αγγειογράφος, ενώ στα αζήτητα είναι η δημιουργία αιμοδυναμικού εργαστηρίου.

Πρόβλημα για τα δημόσια νοσοκομεία αποτελούν και τα κλειστά κρεβάτια εντατικής, τα οποία δεν λειτουργούν εξαιτίας της έλλειψης γιατρών και νοσηλευτών. Χαρακτηριστικά, στο Ιπποκράτειο κλειστές παραμένουν εδώ και χρόνια τρεις από τις συνολικά δέκα κλίνες ΜΕΘ, ενώ η εντατική μονάδα παίδων του ίδιου νοσοκομείου, η οποία καλείται να εξυπηρετήσει περιστατικά από όλη τη Βόρεια Ελλάδα, διαθέτει μόλις οκτώ κλίνες. Επίσης, στο “Παπαγεωργίου” λειτουργούν 16 από τα 20 κρεβάτια ΜΕΘ και στο “Παπανικολάου” 27 από τα 29.

Όσον αφορά το νοσηλευτικό προσωπικό, τα κενά είναι τρομακτικά. Το 2005 υπήρχαν 43.150 νοσηλευτές πανελλαδικώς, αλλά από το 2007 και μετά ο αριθμός έχει μειωθεί σε 36.300. Συνεπώς, για να καλυφθούν τα κενά χρειάζονται προσλήψεις τουλάχιστον 30.000 νοσηλευτών. Μόνο στα νοσοκομεία της Βόρειας Ελλάδας, με βάση τις προδιαγραφές που ορίζει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, πρέπει να προσληφθούν 5.000 νοσηλευτές.