Αντίθετα, ελεύθερες με περιοριστικούς όρους αφέθηκαν η 32χρονη, που είναι αδελφή της προφυλακισθείσης και συνεταίρος της στην επιχείρηση με τα ινδικά ρούχα, και η γιατρός-νεφρολόγος, η οποία εργάζεται σε μεγάλο νοσοκομείο της Αθήνας. Και οι τρεις γυναίκες αντιμετωπίζουν σωρεία βαρύτατων αδικημάτων, καθώς στο κατηγορητήριο που τους έχει απαγγελθεί περιλαμβάνονται πράξεις όπως «συγκρότηση εγκληματικής οργάνωσης με σκοπό την εμπορία ανθρώπων και εκβίαση», «εμπορία ανθρώπων με σκοπό την αφαίρεση οργάνων και την εκμετάλλευση της ευάλωτης θέσης των παθόντων κατ΄ επάγγελμα, κατά συρροήν και κατά συναυτουργία», «εκβίαση με απειλές ενωμένες με κίνδυνο ζωής» κ.ά.
Στην απολογία της η γιατρός υποστήριξε, σύμφωνα με πληροφορίες: «Δεν γνωρίζω τις συγκατηγορούμενές μου.Για πρώτη φορά τις είδα στα κρατητήρια.Δεν είχα καμία οικονομική συναλλαγή μαζί τους ή με άλλα πρόσωπα που πιθανόν εμπλέκονται στην υπόθεση.Η μόνη μου εμπλοκή έχει να κάνει με ένα σημείωμα το οποίο βρέθηκε σε ασθενή που απεβίωσε».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε η Ασφάλεια και βρίσκονται στα χέρια του ανακριτή, μια 65χρονη ασθενής που έπασχε από καρκίνο απεβίωσε λίγη ώρα μετά το χειρουργείο. Στα πράγματά της βρέθηκε ένα σημείωμα το οποίο κατά τις αστυνομικές αρχές είναι ιδιόχειρο και περιλαμβάνει τα στοιχεία της γιατρού, αλλά και του ινδού χειρουργού Αμίτ Κουμάρ. Ο τελευταίος είναι γνωστός και ως «δόκτωρ Θάνατος», καθώς ήταν αυτός που έκανε τις παράνομες μεταμοσχεύσεις νεφρών. Οπως προκύπτει από την έρευνα των αστυνομικών αρχών, από τις παράνομες επεμβάσεις βρήκαν τον θάνατο τουλάχιστον δέκα νεφροπαθείς, ενώ εικάζεται ότι ο αριθμός των ανθρώπων που έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας διαφόρων μετεγχειρητικών λοιμώξεων μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερος.