Τα δεδομένα στην Υγεία αλλάζουν. Το νέο ωράριο εργασίας των γιατρών είναι πλέον γεγονός και ο κανονισμός ξεκάθαρος. Κανείς δεν μπορεί να επιβάλει στον εργαζόμενο συνολική εβδομαδιαία απασχόληση, τακτική και υπερωριακή πέραν των 48 ωρών για τους ειδικούς και των 56 ωρών για τους ειδικευόμενους γιατρούς, εκτός αν ο ίδιος υπογράψει χαρτί συναίνεσης στην υπέρβαση.
Αυτό δημιουργεί εκρηκτικές καταστάσεις στα νοσοκομεία, όπου το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα είναι οι ελλείψεις προσωπικού και οι κενές θέσεις, με αποτέλεσμα οι γιατροί να εργάζονται συνεχόμενα 24ωρα χωρίς καμιά ξεκούραση, με όλους τους κινδύνους που συνεπάγεται αυτό για τους ίδιους και τους ασθενείς. Αποτέλεσμα είναι -μετά την εφαρμογή του νέου ωραρίου εργασίας και με δεδομένες πια τις ελλείψεις- κάποιες κλινικές και ιατρεία να κλείνουν και να μη λειτουργούν κάποιες μέρες ή ώρες.
Το υπουργείο Υγείας όμως τα γνώριζε όλα αυτά. Εδώ και δύο χρόνια περίπου ξέρει πως κάποια στιγμή θα υποχρεωθεί να εφαρμόσει το νέο ωράριο με βάση την αντίστοιχη κοινοτική οδηγία. Oλα αυτά τα χρόνια όμως δεν έκανε τίποτε για να προλάβει ή έστω να μετριάσει τις συνέπειες. Πολύ απλά έπρεπε να προχωρήσει σε προσλήψεις. Εάν ήταν καλυμμένες όλες οι θέσεις, θα μπορούσαν να βγουν οι εφημερίες και όλες οι πτέρυγες και οι κλινικές των νοσοκομείων να λειτουργούν σε 24ωρη εφημερία.
Στο διάστημα αυτό δεν έγινε καμιά έρευνα για τις νέες ανάγκες που θα προέκυπταν στα νοσοκομεία. Κανένας υπηρεσιακός παράγοντας του υπουργείου δεν ασχολήθηκε διεξοδικά και σε βάθος με το θέμα. Μια απλή επικοινωνία με τους διευθυντές των κλινικών θα είχε σημαντικά αποτελέσματα, αφού θα αποκάλυπτε τα κενά και τις ανεπάρκειες του συστήματος που έπρεπε να καλυφθούν. Δυστυχώς οι πολίτες είναι αυτοί που θα πληρώσουν τώρα την ανεπάρκεια της ηγεσίας του υπουργείου Υγείας, που μοιάζει να έχει βαλτώσει σε ανεκπλήρωτες εξαγγελίες και υποσχέσεις.