Ο ΠPOEΔPOΣ της ευρωζώνης Ζαν Κλοντ Γιούνκερ έδωσε χθες με τον επίτροπο ένα τέλος στα εξωφρενικά, όπως είπε, σενάρια περί χρεοκοπίας της Ελλάδας και παραπομπής της στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ιδίως από την πλευρά του βρετανικού Τύπου.
«Η Ελλάδα δεν βρίσκεται, ούτε πρόκειται να βρεθεί σε κατάσταση χρεοκοπίας και όσοι αρέσκονται να τροφοδοτούν τις αγορές με εξωφρενικά σενάρια κάνουν πολύ μεγάλο λάθος… Τα σενάρια αυτά δεν έχουν ούτε ίχνος αλήθειας…» δήλωσε απαντώντας σε σχετική ερώτηση σε συνέντευξη Tύπου, μετά το πέρας των εργασιών των υπουργών Oικονομίας των 16, ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ.
Παράλληλα, τόσο ο Ζ.Κ. Γιούνκερ όσο και ο επίτροπος Χοακίν Αλμούνια επισήμαναν ότι τα μέτρα της κυβέρνησης, με βάση τον προϋπολογισμό του 2010 κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά θα χρειαστούν πρόσθετα μέτρα και ενδεχομένως συμπληρωματικό προϋπολογισμό.
Σύμφωνα με τον επίτροπο, τα μέτρα αυτά είναι:
• Επικαιροποιημένο Πρόγραμμα Σταθερότητας που να περιλαμβάνει κυρίως διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Ενδεχομένως και κατάρτιση ενός συμπληρωματικού προϋπολογισμού.
Φορολογικές μεταρρυθμίσεις:
• Μεταρρυθμίσεις δημοσίων δαπανών και στον ασφαλιστικό τομέα
• Βελτίωση της λειτουργίας του δημοσίου τομέα
• Βελτίωση της λειτουργίας της στατιστικής υπηρεσίας.
Ο Χ. Αλμούνια εξέφρασε την κατανόησή του για τον λίγο χρόνο που είχε στη διάθεσή της η νέα κυβέρνηση για να παρουσιάσει το σχέδιο προϋπολογισμού 2010. Ο χρόνος, είπε, ήταν πολύ λίγος για να πάρει η νέα κυβέρνηση μέτρα και αυτός είναι ο βασικός λόγος που το έλλειμμα θα μειωθεί μόνο στο επίπεδο του 9,1% του ΑΕΠ το 2010. Συνεπώς, είναι λογικό ότι θα χρειαστούν πρόσθετα μέτρα…
Ο Γ. Παπακωνσταντίνου από την πλευρά του διευκρίνισε ότι το νέο επικαιροποιημένο πρόγραμμα θα κατατεθεί στην Επιτροπή στις αρχές Ιανουαρίου.
Στο μεταξύ, ξεκινά από σήμερα για την Ελλάδα η διαδικασία της στενής επιτήρησης, η οποία θα πάρει την τελική της μορφή τον Φεβρουάριο. Πρόκειται για το τελευταίο σκαλί του Συμφώνου Σταθερότητας.
Οι υπουργοί Oικονομίας των 27 (ECOFIN) θα αποφασίσουν κατά τη σημερινή τους συνεδρίαση, στο πλαίσιο της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος του Συμφώνου, τη μετάβαση της χώρας από το άρθρο 104.7, που βρισκόταν μέχρι τώρα, στο 104.8, το οποίο προβλέπει τη δημοσιοποίηση των συστάσεων του Συμβουλίου Υπουργών. Το άρθρο αυτό παίζει τον ρόλο της γέφυρας προς το επικίνδυνο 104.9, που σημαίνει αυστηρή επιτήρηση. Σύμφωνα με το 104.9, εάν ένα κράτος-μέλος επιμένει να μην εφαρμόζει τις συστάσεις του Συμβουλίου, τότε το ECOFIN ορίζει συγκεκριμένη προθεσμία για τη μείωση του υπερβολικού δημοσιονομικού ελλείμματος και προβλέπονται τριμηνιαίες εκθέσεις. Είναι η δεύτερη φορά που η χώρα θα βρεθεί στα γρανάζια του 104.9. Η πρώτη ήταν μετά την απογραφή της προηγούμενης κυβέρνησης. Πρόκειται για το τελευταίο στάδιο πριν από την επιβολή προστίμου στο οποίο δεν έχει φθάσει προς το παρόν κανένα κράτος-μέλος. Η Ελλάδα, λοιπόν, άφησε πίσω της τις άλλες 3 χώρες (Ισπανία, Ιρλανδία, Γαλλία) με τις οποίες είχε ενταχθεί στη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος πέρυσι την άνοιξη. Μάλιστα, οι εν λόγω 3 χώρες θα επωφεληθούν παράτασης ενός χρόνου της προθεσμίας που είχε οριστεί αρχικά για τη μείωση των ελλειμμάτων τους κάτω από το όριο του 3% του ΑΕΠ. Η προθεσμία για τη Γαλλία παρατείνεται έως το 2013 και για τις Ιρλανδία και Ισπανία έως το 2014. Κατά την Επιτροπή, οι χώρες αυτές παρέμειναν σε αντίξοες οικονομικές συνθήκες (ύφεση) και υιοθέτησαν αποτελεσματικά μέτρα για τη μείωση των ελλειμμάτων τους. Κάτι που δεν διαπιστώθηκε για την Ελλάδα…
Πάντως, το τρίμηνο Δεκέμβριος – Ιανουάριος – Φεβρουάριος θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμο για την περίπτωση της Ελλάδας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένεται να υποβάλει μέχρι τον Ιανουάριο συστάσεις για τη χώρα μας, οι οποίες θα υιοθετηθούν από το ECOFIN το Φεβρουάριο. Τον Ιανουάριο θα κατατεθεί από την κυβέρνηση στις Βρυξέλλες το επικαιροποιημένο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Aνάπτυξης, από την ταύτιση του οποίου, με τις συστάσεις της Κομισιόν, θα εξαρτηθεί η προθεσμία που θα δοθεί στην Ελλάδα για τη σταδιακή μείωση του ελλείμματος, ώστε να βρεθεί μετά από 3-4 χρόνια –ανάλογα με την απόφαση των Βρυξελλών– κάτω από το όριο του 3% του ΑΕΠ.