“Είμαστε υπό καθεστώς ασφυξίας. Τα εξωτερικά ιατρεία του νοσοκομείου είναι σαν κλουβιά. Σε ορισμένες κλινικές και ιατρεία δεν υπάρχει αίθουσα αναμονής για τους ασθενείς. Συνεπώς, είναι αναγκασμένοι να περιμένουν στο διάδρομο, μέχρι να έρθει η σειρά τους”.
Της Νικολέτας Μπούκα
Με τα λόγια αυτά οι εργαζόμενοι στο αντικαρκινικό νοσοκομείο “Θεαγένειο” περιγράφουν στη “Μ” τις απελπιστικές συνθήκες, υπό τις οποίες είναι υποχρεωμένοι να εργάζονται. ¶λλωστε, όπως επισημαίνουν, το νοσοκομείο κουβαλάει στην πλάτη του 30-40 χρόνια λειτουργίας, με τη διαφορά ότι έκτοτε έχουν αναπτυχθεί νέα εργαστήρια και κλινικές, ενώ ο αριθμός των ασθενών που εξυπηρετούνται έχει τριπλασιαστεί. Αποτέλεσμα είναι οι υπάρχουσες κτιριακές δομές να μην επαρκούν πια για να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες, οπότε ασθενείς και εργαζόμενοι αναγκάζονται να στοιβάζονται σε ένα παλιό κτίριο με στενούς χώρους.
“Το νοσοκομείο ασφυκτιά. Μπορεί τα εξωτερικά ιατρεία να ανακαινίστηκαν, αλλά παραμένουν κλουβιά. Δεν υπάρχει χώρος για επέκταση. Την ίδια στιγμή στα ιατρεία ΩΡΛ, του ενδοκρινολογικού και της θωρακοχειρουργικής δεν υπάρχει χώρος αναμονής των ασθενών, οπότε αναγκάζονται να περιμένουν στο διάδρομο”, δηλώνει στη “Μ” η πρόεδρος του σωματείου εργαζομένων του νοσοκομείου “Θεαγένειο” Χαρούλα Σαραϊλή.
Απελπιστική, όμως, είναι και η εικόνα που επικρατεί στο αρχείο του νοσοκομείου. Ο τεράστιος όγκος των φακέλων των ασθενών δεν χωρά στον υπάρχοντα χώρο που λειτουργεί ως αρχείο.
“Συνεπώς κρατάμε εντός νοσοκομείου τους φακέλους της τελευταίας πενταετίας για κάθε ασθενή και τους υπόλοιπους τους μεταφέρουμε είτε σε κτίρια-μαγαζιά του νοσοκομείου, είτε σε χώρους που νοικιάζουμε. Ωστόσο, όταν χρειαζόμαστε έναν φάκελο, είμαστε αναγκασμένοι να αφήνουμε τη δουλειά μας και να πηγαίνουμε δυο τρία τετράγωνα γύρω από το νοσοκομείο, για να φέρουμε τον φάκελο που χρειαζόμαστε”, εξηγεί η κ. Σαραϊλή.
Σύμφωνα με την ίδια, “είναι αναγκαία η δημιουργία νέου αντικαρκινικού νοσοκομείου αλλά όχι μέσω ΣΔΙΤ, καθώς δεν μας πείθουν οι εξαγγελίες για το δημόσιο χαρακτήρα του νέου νοσοκομείου στη Μίκρα”.
ΕΛΛΕΙΨΕΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
Από το 1985 χρονολογείται ο οργανισμός λειτουργίας του “Θεαγένειου”, με αποτέλεσμα οι ανάγκες σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό να έχουν μείνει κολλημένες στο παρελθόν. Σύμφωνα με τους εργαζόμενους, αυτή τη στιγμή λείπουν 162 νοσηλευτές, 202 άτομα διοικητικού, παραϊατρικού και τεχνικού προσωπικού, 34 γιατροί, ενώ υπάρχουν και 18 κενά σε επιστημονικό προσωπικό.
Την ίδια στιγμή, παρατηρείται αύξηση 11% του αριθμού των ασθενών που προσέρχονται στο μοναδικό ογκολογικό νοσοκομείο της Βόρειας Ελλάδας.
“Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους, καθώς το 2005 είχαμε 12.837 εισαγωγές, ενώ το 2007 21.844. Επίσης, το 2005 έγιναν 50.451 ακτινοθεραπείες και το 2007 76.620. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι στη μονάδα χημειοθεραπείας έχουμε πληρότητα 187,53% και στο πνευμονολογικό 135%. Αν συγκρίνουμε τη μείωση των εργαζομένων με την αύξηση του αριθμού των ασθενών, καταλαβαίνουμε ποια είναι η πραγματικότητα”, λέει η κ. Σαραϊλή.
Η ίδια αναφέρει ότι στη μονάδα χημειοθεραπειών, που βρίσκεται στον ένατο όροφο, καθημερινά έντεκα νοσηλευτές φροντίζουν από 120-170 ασθενείς. “Οι ασθενείς τριπλασιάστηκαν, και οι εργαζόμενοι πρέπει να διπλασιαστούν για να τα βγάλουμε πέρα. Δύο νοσηλευτές συχνά έχουν υπό την ευθύνη τους 45 ή και 60 ασθενείς. Σε ποιον να προλάβουν να τρέξουν; Ποιον να βοηθήσουν;” επισημαίνει η ίδια.
Λίστες αναμονής υπάρχουν ακόμη και σε ένα ογκολογικό νοσοκομείο σαν το “Θεαγένειο”. Η αναμονή για εξέταση μαστού φτάνει έως και τους δύο μήνες, για τον προληπτικό ενδοκρινολογικό έλεγχο τους έξι επτά μήνες και για εξέταση ΩΡΛ τους δύο μήνες. “Λύσεις υπάρχουν, αλλά χρειάζεται πολιτική βούληση και τόλμη. Η τελευταία οκταετία ήταν γεμάτη ψέματα, διότι δεν έγιναν προσλήψεις, αλλά τα άτομα που ήρθαν με πρόγραμμα Stage βαφτίστηκαν προσλήψεις”, τονίζει η κ. Σαραϊλή.
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΖΟΥΝ ΟΙ ΧΗΜΕΙΟΘΕΡΑΠΕΙΕΣ
Κατά τους νοσηλευτές, πρόβλημα αποτελεί και η διάλυση των κυτταροστατικών φαρμάκων για τις χημειοθεραπείες των ασθενών. Όπως καταγγέλλουν, εδώ και χρόνια είναι αναγκασμένοι να κάνουν οι ίδιοι τη διάλυση, καθήκον το οποίο, βάσει νόμου, ανήκει στους φαρμακοποιούς του νοσηλευτικού ιδρύματος. Ωστόσο, ο αριθμός των φαρμακοποιών δεν επαρκεί, για να καλύψει τις χημειοθεραπείες ενός τόσο μεγάλου ογκολογικού νοσοκομείου, με αποτέλεσμα οι νοσηλευτές να είναι αναγκασμένοι να διενεργούν παράνομα τη διάλυση αυτών των φαρμάκων.
“Η νομοθεσία απαγορεύει να γίνονται από νοσηλευτές και ξεκαθαρίζει ότι η διάλυση των κυτταροστατικών φαρμάκων πρέπει να γίνεται από τους νοσοκομειακούς φαρμακοποιούς. Βέβαια, όλο αυτό το διάστημα δεν υπάρχει κίνδυνος για τους ασθενείς, καθώς οι υπηρεσίες που τους παρέχουμε είναι ποιοτικές και ασφαλείς”, ξεκαθαρίζει η κ. Σαραϊλή. Όπως εξηγεί, στο “Θεαγένειο” εργάζονται πέντε φαρμακοποιοί, οι οποίοι όμως δεν προλαβαίνουν να ασχοληθούν με τη διάλυση των κυτταροστατικών φαρμάκων.
“Βάσει του δημοσιοϋπαλληλικού κώδικα, ο διοικητής του νοσοκομείου μάς υποχρέωσε να αναλάβουμε αλλότρια καθήκοντα για δύο μήνες. Αυτοί πέρασαν και έπρεπε το θέμα να πάει στο υπηρεσιακό συμβούλιο, το οποίο μπορεί να μας επιβάλει να κάνουμε τη διάλυση για ακόμη έξι μήνες. Μετά το πέρας των μηνών αυτών, πρέπει να δοθεί λύση. Αυτό προβλέπει ο νόμος”, τονίζει η κ. Σαραϊλή.
Ωστόσο, προσθέτει, το θέμα δεν έφτασε ποτέ στο υπηρεσιακό συμβούλιο, διότι ο διοικητής γνωρίζει ότι δεν θα βρεθεί λύση μετά τη συμπλήρωση και των έξι μηνών. Για το λόγο αυτό οι νοσηλεύτριες και νοσηλευτές του “Θεαγένειου” έχουν ήδη κάνει αναφορά-δήλωση προς τη διοίκηση ότι δεν προβλέπεται από το νόμο να κάνουν τη διάλυση των κυτταροστατικών φαρμάκων. Επίσης, έκαναν εξώδικη δήλωση για το θέμα προς το νοσοκομείο, τον διοικητή της 4ης ΥΠΕ Μακεδονίας και Θράκης και τον υπουργό Υγείας.
Η διοίκηση
Ο διοικητής του “Θεαγένειου” Δημήτρης Χριστογιάννης παραδέχεται ότι το κτιριακό αποτελεί πρόβλημα για το νοσοκομείο. Ειδικά για το αρχείο με τους φακέλους των ασθενών τονίζει ότι ο υπάρχων χώρος δεν επαρκεί, αλλά καταβάλλονται προσπάθειες να αρχίσει η πιλοτική εφαρμογή του ηλεκτρονικού φακέλου των ασθενών.
“Το Θεαγένειο είναι το μοναδικό ογκολογικό νοσοκομείο σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα. Συχνά, όμως, δεχόμαστε ασθενείς και από άλλες περιοχές, όπως τη Ρόδο, την Αθήνα και τα νησιά του Αιγαίου. Σαφώς υπάρχουν ελλείψεις σε νοσηλευτές και παραϊατρικό προσωπικό, αλλά όχι τόσο μεγάλες. Έχουμε προκηρύξει 53 θέσεις νοσηλευτών, οι οποίοι όταν έρθουν, θα ανακουφίσουν το φόρτο της δουλειάς”, επισημαίνει ο κ. Χριστογιάννης.
Αναφερόμενος στο θέμα της διάλυσης των κυτταροστατικών φαρμάκων από τις νοσηλεύτριες, ο διοικητής του “Θεαγένειου” εξηγεί ότι δεν πρόκειται να δημιουργηθεί πρόβλημα με τις χημειοθεραπείες των ασθενών. Όπως λεει, αυτή τη στιγμή υπάρχουν τέσσερις φαρμακοποιοί και ένας επικουρικός, ενώ αναμένεται η έγκριση τροποποίησης του παλιού οργανισμού του νοσοκομείου, προκειμένου να προσληφθούν επιπλέον τέσσερις φαρμακοποιοί.
“Θέλουμε να λύσουμε το πρόβλημα και αυτό θα κάνουμε. Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν θα θέσουμε σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές. Καθημερινά γίνονται 250 χημειοθεραπείες και γιΆ αυτό ζητάμε την κατανόηση των εργαζομένων στο ζήτημα αυτό”, τονίζει ο κ. Χριστογιάννης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το “Θεαγένειο” εξοπλίζεται με όσο το δυνατόν καλύτερα μηχανήματα, ενώ είναι σε εξέλιξη εργασίες για τη δημιουργία εξωτερικού ασανσέρ, με στόχο την καλύτερη εξυπηρέτηση των ασθενών.