Θλιβερό ελληνικό ρεκόρ στην Υγεία

Είμαστε τελευταίοι στις δημόσιες δαπάνες και πρώτοι στις ιδιωτικές μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ

ΡΕΠΟΡΤΑΖ Τ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ

▅ Εκθεση του ΟΟΣΑ αναφέρει ότι η Ελλάδα και το Μεξικό είναι οι μόνες χώρες του Οργανισμού που χρηματοδοτούν την Υγεία κυρίως ιδιωτικά

▅ Η Ελλάδα βρίσκεται σχεδόν στον πάτο και σε ό,τι αφορά τη νοσηλεία με 3,8 νοσηλευτές ανά 1.000 κατοίκους, ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 8,9

▅ Ενώ στις χώρες του ΟΟΣΑ οι δαπάνες των νοικοκυριών για την υγεία είναι λιγότερο από το 2% των συνολικών δαπανών τους, στην Ελλάδα ξεπερνούν το 6%

Πρωτοπορία της Ελλάδας στις ιδιωτικές δαπάνες για την υγεία καταγράφει έκθεση του ΟΟΣΑ στο

«Πανόραμα Υγείας 2007» που δημοσίευσε χθες. Πιο συγκεκριμένα, το 57% των δαπανών για υγεία στην Ελλάδα καταβάλλεται από τους ίδιους τους πολίτες, ενώ μόνο το 43% έχει δημόσια χρηματοδότηση. Το ρεκόρ αυτό είναι ακόμη πιο σημαντικό γιατί ξεπερνά ακόμη και τις ΗΠΑ, οι οποίες έχουν βασίσει το σύστημα Υγείας τους στην ιδιωτική ασφάλιση, ενώ στην Ελλάδα η ιδιωτική ασφάλιση υγείας είναι, όταν υπάρχει, απλώς επιπρόσθετη.

Μαζί με το Μεξικό, άλλωστε, είναι οι μόνες χώρες της περιοχής του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, της περιοχής δηλαδή των πλουσίων χωρών του κόσμου, που χρηματοδοτούν την Υγεία κυρίως με ιδιωτικούς τρόπους. Σε όλες τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης η ιδιωτική πληρωμή της περίθαλψης δεν ξεπερνά το 28%, ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 25%.

Οι υπολογισμοί του Οργανισμού είναι σημαντικοί, διότι επιχειρούν να ομογενοποιήσουν τα μεγέθη ανάμεσα σε χώρες που έχουν αρκετά διαφορετικά συστήματα χρηματοδότησης. Στη δημόσια χρηματοδότηση συμπεριλαμβάνεται τόσο η ίδια η δημόσια χρηματοδότηση όσο και τα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης, ενώ στους ιδιωτικούς πόρους συμπεριλαμβάνονται «οι άμεσες πληρωμές των νοικοκυριών,οιιδιωτικές ασφάλειες υγείας και άλλοι πόροι μη δημόσιων οργανισμών,καθώς και η εργασιακήιατρική μέσα στις ιδιωτικές επιχειρήσεις» , ενώ στις άμεσες πληρωμές των νοικοκυριών συμπεριλαμβάνεται η «συμμετοχή στις δαπάνες», καθώς και «εκτιμήσεις για ανεπίσημεςπληρωμές στους παροχείς περίθαλψης» (φακελάκια).

Η ιδιωτική χρηματοδότηση της Υγείας (περίθαλψη, φάρμακα κτλ.) έχει ως επίπτωση επίσης οι Ελληνες να αναγκάζονται να δαπανήσουν ένα μεγάλο τμήμα του εισοδήματός τους σε υγεία. Σύμφωνα με τον Οργανισμό, ενώ στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ οι δαπάνες των νοικοκυριών για υγεία αντιπροσωπεύουν λιγότερο από το 2% της συνολικής κατανάλωσης των νοικοκυριών και ενώ, ακόμη και στις ΗΠΑ, η δαπάνη αυτή είναι περίπου το 3% της συνολικής κατανάλωσης, που είναι και ο μέσος όρος του Οργανισμού, στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό ξεπερνά το 6%.

Η χρηματοδότηση δεν είναι ο μόνος τομέας όπου η Ελλάδα καταγράφει ρεκόρ στους δείκτες Υγείας. Ετσι, πρώτη έρχεται η Ελλάδα σε ποσοστό του ενήλικου πληθυσμού που καπνίζει καθημερινά (38,6%), με επόμενη την Τουρκία (32,1%) και με μέσον όρο του ΟΟΣΑ 24,3%. Επίσης η Ελλάδα

πλησιάζει επικίνδυνα την κορυφή των ΗΠΑ, του Μεξικού και της Βρετανίας σε ποσοστό παχύσαρκου ενήλικου πληθυσμού (21,9%) με μέσον όρο του ΟΟΣΑ το 14,6%.

Ακόμη, πρωτοπορία μοιάζει να καταγράφει η Ελλάδα στο ιατρικό προσωπικό και στη διάρθρωσή του, τόσο ώστε μπορεί κανείς να αναρωτηθεί για την αποτελεσματικότητα του συστήματος. Ετσι, με μεγάλη διαφορά, η Ελλάδα διαθέτει τους περισσότερους γιατρούς (4,9 σε 1.000 κατοίκους), με όλες τις άλλες χώρες να έχουν μια «πυκνότητα

γιατρών» κάτω του 4 και με μέσον όρο του ΟΟΣΑ το 3,0. Ταυτόχρονα, η καταγραφή δείχνει ότι στη διάρθρωση των γιατρών επίσης πρωτιά καταγράφει η χώρα μας, γιατί συντριπτικά οι περισσότεροι γιατροί είναι «ειδικευμένοι»: 3,3 (ανά 1.000 κατοίκους), ενώ μόνο 0,3 είναι οι «γενικοίγιατροί». Μόνο η Πολωνία έχει τόσο λίγους γενικούς γιατρούς, ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 0,8.

Αντίστροφα και ακόμη χειρότερα μοιάζουν τα πράγματα στο νοσηλευτικό προσωπικό: η Ελλάδα βρίσκεται

σχεδόν στον πάτο της κατάταξης (μόνο η Τουρκία, η Κορέα και το Μεξικό την περνούν) με 3,8 νοσηλευτές/τριες ανά 1.000 κατοίκους, τη στιγμή που ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 8,9. Οπως παρατηρεί ο Οργανισμός, το ζήτημα των νοσηλευτών είναι εξαιρετικά σημαντικό στο πλαίσιο των παραδοσιακών δομών, όπως τα νοσοκομεία, αλλά και για την περίθαλψη χρόνιων ασθενειών, καθώς και για την αυξανόμενη ανάγκη νοσηλείας κατ΄ οίκον. Μάλιστα η έλλειψη αυτού του είδους προσωπικού είναι όλο και πιο ανησυχητική

σε όλες τις χώρες, ιδιαίτερα εν όψει της συνταξιοδότησης της γενιάς του baby boom (της μεταπολεμικής γενιάς των πολλών παιδιών).

Στην Ελλάδα, προτού ακόμη φθάσει αυτή η πίεση, το νοσηλευτικό προσωπικό έχει συρρικνωθεί τόσο πολύ ώστε, μαζί με τους πολλούς γιατρούς, της χαρίζει άλλη μια πρωτιά: είναι η χώρα με τη μικρότερη αναλογία νοσηλευτών προς γιατρούς, μόλις 0,8 νοσηλευτές για κάθε γιατρό, ενώ πριν από 15 χρόνια η αναλογία ήταν ένας νοσηλευτής για κάθε γιατρό.