Ανακοίνωση για τις αλλοπρόσαλλες εξαγγελίες της κ. Αγαπηδάκη και τη δεινή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το ΕΣΥ εξέδωσε το Τμήμα Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ.
Την παραθέτουμε:
“Η κατάσταση στο ΕΣΥ είναι δραματική.
Η υποστελέχωση και η έλλειψη ιατρικού και λοιπού προσωπικού, τόσο στην περιφέρεια όσο και στο κέντρο, είναι πρωτόγνωρη και χειροτερεύει με επιταχυνόμενο ρυθμό. Οι παραιτήσεις μόνιμων στελεχών του ΕΣΥ είναι πλέον σύνηθες φαινόμενο. Οι συνθήκες εργασίας γιατρών και λοιπών υγειονομικών βαίνουν συνεχώς επιδεινούμενες. Ιατρικά τμήματα υπολειτουργούν, στελεχωμένα ακόμη και μ΄ ένα μόνον γιατρό. Έτσι το σύστημα υγείας δε μπορεί να καλύψει ούτε βασικές υγειονομικές ανάγκες και γίνεται επικίνδυνο για την υγεία και την ασφάλεια τόσο των ασθενών, όσο και του προσωπικού. Οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται ή πρόκειται να δραστηριοποιηθούν στον τομέα της ιατρικής περίθαλψης ούτε μπορούν, ούτε έχουν συμφέρον να καλύψουν τις ανάγκες που αφήνουν ακάλυπτες οι καταρρέουσες δομές του ΕΣΥ, ειδικά στην περιφέρεια. Σε κάθε περίπτωση, η χρήση ιδιωτικών δομών σημαίνει πληρωμές από την τσέπη του ασθενή. Τα μισθολόγια των γιατρών και των υπολοίπων υγειονομικών παραμένουν από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη.
Η κυβέρνηση με τις επιλογές της φαίνεται να ενισχύει την απαξίωση του ΕΣΥ, έχοντας ως μόνη έγνοια την ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα.
Κι ενώ η νοσοκομειακή περίθαλψη καταρρέει, η κ. Αγαπηδάκη (ολομόναχη, χωρίς καμία διαβούλευση με κάποιον θεσμικό φορέα) ανακοίνωσε “αλλαγές” στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας. Μετονομάζει τους γιατρούς υπηρεσίας υπαίθρου σε προσωπικούς γιατρούς, χωρίς καμία προηγούμενη εκπαίδευση. Γιατροί που μόλις τελείωσαν τη Σχολή, χωρίς ειδικότητα, θα κληθούν ν΄ αναλάβουν το σοβαρό έργο της πρόληψης, της παρακολούθησης χρόνιων νοσημάτων και οξέων καταστάσεων στην κοινότητα. Επιλέγει να ξεχνά ότι το έργο του προσωπικού (ή οικογενειακού) γιατρού στηρίζεται στη συνέχεια και στην οικοδόμηση σχέσης με τον ασθενή και ουσιαστικά ζητά από τους χρήστες υπηρεσιών υγείας να εμπιστεύονται κάθε χρόνο διαφορετικό γιατρό. Έτσι αντιλαμβάνεται την πρωτοβάθμια φροντίδα και τον προσωπικό γιατρό η κ. Αγαπηδάκη: ως ένα ψευδώνυμο αγροτικό.
Όμως έχει και συνέχεια η αλλοπρόσαλλη πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη: σ΄ ένα χρόνο, μόλις τελειώνουν οι νέοι γιατροί το ιδιότυπο αυτό «αγροτικό», εάν επιλέξουν ειδικότητα παθολογίας θα έχουν ετήσιο εισόδημα ως πρωτοετείς ειδικευμένοι 45.000 ευρώ μικτά. Θα παίρνουν δηλαδή μισθό πολλαπλάσιο των επιμελητών και των διευθυντών τους, οι οποίοι έχουν δεκαετίες προϋπηρεσίας και προφανώς περισσότερα επιστημονικά προσόντα. Έτσι, με φτηνά και ανεφάρμοστα κόλπα, αντιλαμβάνεται την αξιοκρατία η κυρία υπουργός!
Τελειώσαμε; Όχι φυσικά. Η κ. Αγαπηδάκη σε ένα κρεσέντο γενναιοδωρίας προανήγγειλε εισόδημα 100.000 με 150.000 ευρώ για παθολόγους ή γενικούς γιατρούς που θα επιστρέψουν από την Κύπρο ή το Ηνωμένο Βασίλειο. Γιατί μόνο από αυτές τις χώρες, μόνον η υπουργός ξέρει. Γιατί μόνον αυτές οι ειδικότητες, και γιατί όχι και άλλες ή όλες, μόνον η υπουργός γνωρίζει.
Το γεγονός ότι το ιατρικό προσωπικό του ΕΣΥ που παρέμεινε στη χώρα και κράτησε όρθιο το δημόσιο σύστημα υγείας κατά τη διάρκεια της πανδημίας, υπέστη μειώσεις μισθών πάνω από 50% την προηγούμενη δεκαετία με επιδείνωση των εργασιακών συνθηκών, είναι προφανώς αδιάφορο για την αναπληρώτρια υπουργό και την κυβέρνηση. Ακόμη και το γεγονός ότι με αποφάσεις του το ΣτΕ και ο Άρειος Πάγος καλούν τη κυβέρνηση να αναπροσαρμόσει τουλάχιστον στα προ μνημονίων επίπεδα τους μισθούς των ιατρών ΕΣΥ φαίνεται να μην την αφορά.
Είναι προφανές ότι η κ. Αγαπηδάκη και η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας όταν έλεγαν ότι η τετραετία αυτή θα είναι της υγείας το εννοούσαν προσχηματικά. “Απόψε αυτοσχεδιάζουμε” είναι η παράσταση που στήνουν. Αλλά η φάρσα δεν απέχει πολύ από το δράμα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ παραμένει προσηλωμένος στην ανάπτυξη ενός νέου ΕΣΥ, που θα είναι δημόσιο, δωρεάν για όλους, προσβάσιμο σε όλους. Ένα ΕΣΥ της καινοτομίας, της αριστείας, της κοινωνίας. Με σεβασμό σε ασθενείς, συνοδούς και εργαζόμενους. Με σημαντικές αυξήσεις των αποδοχών των εργαζόμενων, με βελτίωση των συνθηκών εργασίας, με σημαντικές προσλήψεις. Με σοβαρά κίνητρα για την προσέλκυση και παραμονή ιατρών ΕΣΥ σε νησιωτικές και παραμεθόριες περιοχές. Και κυρίως με αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης στο 7,5% του ΑΕΠ, συγκλίνοντας στον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Όσο ποτέ πριν, ο αγώνας για ένα ισχυρό και ποιοτικό δημόσιο σύστημα υγείας οφείλει να ενταθεί. Όλα τα κόμματα και οι οργανώσεις της αριστεράς, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και τις τοπικές κοινωνίες οφείλουν να πορευθούν ενωμένα για την υπεράσπιση και ενίσχυση του ΕΣΥ.
Γι’ αυτό το ΕΣΥ παλεύουμε, αυτό το ΕΣΥ θα εφαρμόσουμε”.