Ασφυκτικά είναι τα χρονικά περιθώρια για τις αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα, με τον διάλογο να γίνεται υπό το βάρος των ελλειμμάτων των Ταμείων.
Ενδεικτικό της ταχύτητας με την οποία θα προχωρήσουν οι αλλαγές είναι πως οι εργοδοτικές οργανώσεις και τα συνδικάτα έχουν διορία μέχρι την Παρασκευή για να ορίσουν τους εκπροσώπους τους στην επιτροπή εμπειρογνωμόνων.
Η επιτροπή για το Ασφαλιστικό -που θα συνεδριάσει για πρώτη φορά στις 8 Δεκεμβρίου- φαίνεται πως τελικά θα αποτελείται από δέκα μέλη. Συγκεκριμένα, θα συμμετέχουν τέσσερις εκπρόσωποι της κυβέρνησης, τρεις εκπρόσωποι των εργοδοτικών οργανώσεων (αρχικά επρόκειτο να οριστούν δύο άτομα), δύο εκπρόσωποι των συνδικάτων, ενώ ο πρόεδρος θα είναι πρόσωπο κοινής αποδοχής.
Από την κυβέρνηση θα επιλεγούν πρόσωπα που να γνωρίζουν καλά τον χώρο της ασφάλισης, δηλαδή… αναζητούνται τεχνοκράτες. Για τη θέση του προέδρου αναμένεται να επιλεγεί πανεπιστημιακός και σύμφωνα με πληροφορίες εξετάζονται τρεις «υποψηφιότητες».
Ανακοινώσεις
Από τις εργοδοτικές οργανώσεις -ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ και ΕΣΕΕ- αρχικά επρόκειτο να οριστούν δύο άτομα, αλλά τελικά φαίνεται πως θα οριστούν τρεις εκπρόσωποι (ύστερα και από αίτημα της ΓΣΕΒΕΕ να ορίσει δικό της εκπρόσωπο). Τις επόμενες μέρες και η ΓΣΕΕ θα ανακοινώσει επίσημα τους δύο εκπροσώπους της, που αναμένεται να είναι οι Σάββας Ρομπόλης και Γιώργος Ρωμανιάς (από το Ινστιτούτο Εργασίας).
Πάντως στην επιτροπή δεν θα μετέχει η ΑΔΕΔΥ (σήμερα αναμένεται να στείλει και τη σχετική επιστολή), καθώς εκτιμά πως στο παρελθόν ανάλογες πρωτοβουλίες δεν απέδωσαν καρπούς και προτιμά τις απευθείας συναντήσεις. Αλλωστε η κορυφαία δημοσιοϋπαλληλική οργάνωση επισημαίνει πως δεν χρειάζεται να γίνει διάλογος με τους εργοδότες για θέματα που αφορούν αποκλειστικά στους δημοσίους υπαλλήλους (π.χ. όρια συνταξιοδότησης στο Δημόσιο, οικονομική στήριξη ταμείου πρόνοιας).
Η νέα επιτροπή καλείται να παραδώσει το πόρισμά της στις 30 Απριλίου και στη συνέχεια θα ακολουθήσει διάλογος εντός και εκτός Βουλής. Σύμφωνα με τον σχεδιασμό της κυβέρνησης, στις αρχές του καλοκαιριού θα ψηφιστεί το νέο ασφαλιστικό νομοσχέδιο.
Στόχος του υπουργού Εργασίας Αν. Λοβέρδου και του υφυπουργού Γ. Κουτρουμάνη είναι σε κάθε συνεδρίαση της επιτροπής να μπαίνει ένα θέμα προς συζήτηση και να υπάρχουν προτάσεις από όλες τις πλευρές. Σε μία κίνηση καλής θέλησης προς τα συνδικάτα ο διάλογος θα ξεκινήσει από τη χρηματοδότηση, με δεδομένο πως τα Ταμεία χρειάστηκαν φέτος ένα επιπλέον κονδύλι της τάξης των 2.47 δισεκατομμυρίων ευρώ για να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις.
Συγκεκριμένα, σε τρία «μέτωπα» θα κινηθεί η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας για να εισρεύσει… ζεστό χρήμα στα ασφαλιστικά ταμεία:
Η αντιμετώπιση της εισφοροδιαφυγής, που «κοστίζει» στα Ταμεία το ποσό των 8.3 δισεκατομμυρίων ευρώ. Ο περιορισμός της μαύρης εργασίας αποτελεί το βασικό στοίχημα της κυβέρνησης, καθώς αυτή τη στιγμή πάνω από ένα εκατομμύριο άτομα δουλεύουν χωρίς ασφαλιστική κάλυψη.
Σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, στα μεγάλα Ταμεία η εισφοροδιαφυγή κινείται σήμερα από 30% έως και 50% (π.χ. στο ΙΚΑ είναι 30%, στον Οργανισμό Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών φτάνει το 35% και στον ΟΓΑ αγγίζει το 50%). Η μείωση της εισφοροδιαφυγής κατά 20 ποσοστιαίες μονάδες σε κάθε φορέα θα είχε ως αποτέλεσμα η βιωσιμότητα του συστήματος να «αυξηθεί» κατά 7.5 χρόνια.
Σχέδιο
Προτεραιότητα του υπουργείου Εργασίας είναι η ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών. Είναι χαρακτηριστικό πως προβλέπονται 13 υπηρεσίες ελέγχου στο ΙΚΑ (ΕΥΠΕΑ), αλλά λειτουργούν μόνο 6 και μάλιστα με μειωμένο προσωπικό (π.χ. στην Αττική υπηρετούν 29 άτομα, αλλά προβλέπονται 70 θέσεις).
Ο περιορισμός των ανεξέλεγκτων δαπανών στους κλάδους υγείας και κυρίως στα φάρμακα. Σημειώνεται πως το 2009 τα «έξοδα» των Ταμείων για φάρμακα έφτασαν τα 4.3 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή αυξήθηκαν κατά 114. 62% σε σχέση με το 2004.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος του προβλήματος αρκεί να αναφερθεί πως το ένα τρίτο των δαπανών στους κλάδους υγείας είναι αποτέλεσμα τεχνητής ζήτησης και δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες των ασφαλισμένων.
Η εξεύρεση νέων πόρων για τη στήριξη του Ταμείου Αλληλεγγύης Γενεών, που αποτελεί τον «κουμπαρά» του συστήματος. Στη δημιουργία του Ταμείου προχώρησε η προηγούμενη κυβέρνηση, χωρίς ωστόσο να καταβάλει ούτε ένα ευρώ.
Τώρα η νέα ηγεσία του υπουργείου Εργασίας καλείται να βρει νέες πηγές στήριξης του Ταμείου, κάτι που αποτελεί και βασικό αίτημα του συνδικαλιστικού κινήματος.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΚΑΛΙΑΡΗ