Αναφορές για εμπόδια σε κοινωνικά ευάλωτες ομάδες στον Συνήγορο του Πολίτη

Ο Συνήγορος του Πολίτη εξέτασε αναφορές πολιτών σχετικά με τα θεσμικά ή διοικητικά εμπόδια κοινωνικής και επαγγελματικής αποκατάστασης κοινωνικά ευάλωτων ομάδων (αποφυλακισμένων, ψυχικά ασθενών).

Η αρχή είχε γίνει και παλιότερα δέκτης παραπόνων σχετικά με το κώλυμα διορισμού στο δημόσιο λόγω προηγούμενης ποινικής καταδίκης. Γι’ αυτό το λόγο είχε ενημερώσει το υπουργείο Εσωτερικών (Μάρτιος 2005) xωρίς ωστόσο να υπάρξει αντίστοιχη ανταπόκριση.

Η ανεξάρτητη αρχή αναφέρει ενδεικτικά τρεις χαρακτηριστικές περιπτώσεις:

Στην πρώτη περίπτωση, όπως αναφέρει η ανεξάρτητη αρχή καταγγέλθηκε, από το δημόσιο, σύμβαση εργάτη (ΥΕ) λόγω «της ποινικής κατάστασής» του. Σύμφωνα, όμως, με τη διάταξη του άρ. 4 § 6 ν. 2207/1994 τα κωλύματα διορισμού λόγω εγκληματικής δράση δεν ισχύουν για άτομα που προσλαμβάνονται σε θέσεις βοηθητικού ή ανειδίκευτου προσωπικού ενώ επιπλέον η περίοδος της αναστολής της ποινής είχε παρέλθει επιτυχώς. Μετά από σχετική επισήμανση της Αρχής το Υπουργείο Πολιτισμού επανεξέτασε την υπόθεση και επαναπροσέλαβε τον ως άνω εργαζόμενο.

Στη δεύτερη περίπτωση, επισημαίνεται ότι απορρίφθηκε η πρόσληψη οδηγού σε (ιδιωτικό) Παιδικό σταθμό γιατί διαπιστώθηκε ότι ο ενδιαφερόμενος έχει καταδικαστεί παλιότερα σε φυλάκιση τεσσάρων μηνών. Σύμφωνα, όμως, με τη διάταξη του άρ. 102 § 2 Ποιν. Κώδικα αν η αναστολή δεν αρθεί η ποινή που είχε ανασταλεί θεωρείται σαν να μην είχε επιβληθεί. Συνεπώς, η καταδικαστική απόφαση αποσβέννυται και θεωρείται ως να μην υπήρξε ποτέ. Μετά από σχετική επισήμανση της Αρχής η Νομαρχία Αθηνών, με νέα απόφασή της, ενέκρινε την πρόσληψή του ενδιαφερόμενου.

Στην τρίτη, τέλος, περίπτωση διαπιστώθηκε η συλλήβδην αναγραφή στα Δελτία Αστυνομικής Ταυτότητας των ενοίκων Μονάδων Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης οι λέξεις «αδυναμία υπογραφής» ή «αγράμματος». Όμως αυτή η εγγραφή δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα ενώ επιπλέον εμπόδιζε την κοινωνική και επαγγελματική τους επανένταξη. Μετά από σχετική επισήμανση της Αρχής, η Ελληνική Αστυνομία δέχτηκε ότι «η κακότεχνη ή ανορθόγραφη ή και σχηματική υπογραφή, εφόσον είναι εξατομικεύσιμη πρέπει να γίνεται δεκτή» καθώς και ότι η ένδειξη «αδυναμία υπογραφής» θα τίθεται μόνο όταν είναι απολύτως αδύνατο να υπογράψει ο ενδιαφερόμενος.