ΑΡΣΙ ΧΡΟΝΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: μύθοι και πραγματικότητα

ΛΙΓΟΤΕΡΗ ΔΟΥΛΕΙΑ, ΔΟΥΛΕΙΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ
Όχι στις ιδιωτικοποιήσεις
Δημόσια και Δωρεάν Υγεία για όλους
ΧΡΟΝΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ:μύθοι και πραγματικότητα

Το ζήτημα των υπερβολικών ωρών εργασίας στο δημόσιο τομέα υγείας, τόσο σε ότι αφορά τους επιμελητές όσο και τους ειδικευόμενους, παρακάμπτεται συστηματικά από την ίδρυση του ΕΣΥ με μια ανίερη σιωπηλή «συμφωνία» μεταξύ των συνδικαλιστικών ηγεσιών και των –εκάστοτε- υπουργών υγείας. Από την πλευρά των γιατρών, ένας καθαρά εξευτελιστικός βασικός μισθός συμπληρώνεται με κάθε λογής επιδόματα και έναν τεράστιο αριθμό εφημεριών για να φθάσει σε μια στοιχειώδη αμοιβή, με συνολική εργασία πάνω από 70 ώρες την εβδομάδα. Από την πλευρά του, το Υπ. Υγείας γλιτώνει έξοδα λειτουργώντας χωρίς προσλήψεις, με πάμφθηνες εφημερίες (η εφημερία αμείβεται σαν ποσοστό επί του βασικού μισθού των 778 ευρώ για τον ειδικευόμενο για παράδειγμα), πάμφθηνες συντάξεις και επιδόματα γιορτών κοκ.

 

Σαν αντάλλαγμα, το Υπουργείο κάνει επισήμως τα στραβά μάτια για τις εφημερίες που δεν γίνονται καθώς και  για το χρηματισμό που υποτίθεται ότι συμπληρώνει το εισόδημα (τα ζητήματα αυτά τα θυμάται περιστασιακά όταν θέλει να κάνει βρώμικο πόλεμο ενάντια σε κινητοποιήσεις των υγειονομικών). Το αποτέλεσμα αυτής της «συμφωνίας» είναι η αδυναμία των νοσοκομειακών γιατρών να ζουν αποκλειστικά από το μισθό τους με αξιοπρέπεια, η φυσική και βιολογική εξόντωση των πιο φιλότιμων, η εκτόξευση της ανεργίας των νέων γιατρών στα ύψη και η προϊούσα σήψη στο ΕΣΥ που έχει φθάσει στα πρόθυρα της κατάρρευσης.

 

Τα τελευταία χρόνια, το ζήτημα των ωρών εργασίας, κατά κύριο λόγο των ειδικευόμενων, έχει αποτελέσει αντικείμενο πολυάριθμων μελετών τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ, και το αδιαφιλονίκητο συμπέρασμα είναι πως οι εξοντωτικές ώρες εργασίας που ήταν μέχρι σήμερα διεθνής τακτική, αποτελούν συχνότατη αιτία ιατρικών λαθών. Απλούστατα, ένα σύστημα περίθαλψης που δαπανά αστρονομικά ποσά ανά περιστατικό για υλικά και φάρμακα, στην πράξη ναυαγεί επειδή τα επίπεδα υπνηλίας του ειδικευόμενου που πρέπει να πάρει μια κρίσιμη απόφαση είναι υψηλότερα από εκείνα ενός ασθενούς που πάσχει από ναρκοληψία. Όπως αντίστοιχα δεν πρέπει ένα αεροπλάνο να πέφτει λόγω της αϋπνίας του πιλότου. Έτσι διαμορφώθηκε μια πανευρωπαϊκή τάση για μείωση των ωρών εργασίας των γιατρών και ειδικότερα των ειδικευόμενων, με την ΕΕ να εκδίδει μια σειρά από οδηγίες –συστάσεις προς τα κράτη –μέλη για τον τρόπο εφαρμογής της μείωσης του χρόνου εργασίας σε 58 ώρες εβδομαδιαίως αρχικά, με προοπτική το 48ωρο σε μια πενταετία (η τελική ευθύνη βέβαια αφήνεται στον νομοθέτη κάθε χώρας). Στην Ελλάδα, το θέμα ανακινήθηκε για πρώτη φορά μέσα από τις κινητοποιήσεις των νοσοκομειακών γιατρών το 2003 σε συνάρτηση με την ανάγκη στελέχωσης του δημοσίου συστήματος υγείας και της αναγκαίας προσαρμογής του ιατρικού μισθολογίου. Αργότερα, και μετά την έκδοση του ΠΔ του Υπ. Εργασίας το θέμα άνοιξε αποσπασματικά σε νοσοκομεία σε διάφορες περιοχές της χώρας, κυρίως με την ενεργοποίηση της επιθεώρησης εργασίας και της διατύπωσης του αιτήματος της άμεσης εφαρμογής του ΠΔ.

 

Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε ποιά είναι η διεθνής εμπειρία από τις πρώτες προσπάθειες για τη μείωση του χρόνου εργασίας καθώς και τι έχει συμβεί στην Ελλάδα, τί συνέπειες θα έχει μια τέτοια αλλαγή στο δημόσιο τομέα υγείας καθώς και γιατί σε αυτήν τη φάση πρέπει να τεθεί αποφασιστικά το ζήτημα της μείωσης των ωρών εργασίας

 

Η ΥΠΕΡΕΡΓΑΣΙΑ ΒΛΑΠΤΕΙ ΣΟΒΑΡΑ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ LIBBYZION ΚΑΙ Η ΠΡΩΤΗ ΠΕΡΙΕΡΓΗ ΔΙΚΗ

Το 1984 η LibbyZion εισήχθη σε ένα νοσοκομείο της Νέας Υόρκης όπου την παρέλαβαν δύο ειδικευόμενοι μετά από 18 ώρες συνεχούς εργασίας κατά την εισαγωγή της. Στην άρρωστη, λόγω κακής λήψης του ιστορικού, δόθηκε φαρμακευτική αγωγή που αλληλεπίδρασε με τα αντικαταθλιπτικά που έπαιρνε, με αποτέλεσμα το θάνατό της. Ο πατέρας της, δικηγόρος, οδήγησε την υπόθεση στα δικαστήρια κατηγορώντας τις συνθήκες εργασίας και αποδίδοντας σε αυτές την ευθύνη του μοιραίου λάθους. Το ανώτατο δικαστήριο της Νέας Υόρκης το 1986 κατέληξε πως η στέρηση ύπνου και η κούραση των ειδικευόμενων επέδρασε αποφασιστικά στην ιατρική που άσκησαν και κατέληξε σε σύσταση για ανώτατο όριο 80 ωρών εβδομαδιαίας εργασίας και ανώτατο όριο συνεχιζόμενης εργασίας τις 24 ώρες. Μετά από αυτή τη δίκη το 1988 το AccreditationCouncilforgraduateMedicalEducation (ACGME) ακολούθησε αυτήν την πρόταση για τα νοσοκομεία με εκπαιδευτική δραστηριότητα.

 

Πολλές μελέτες ακολούθησαν προσπαθώντας να συσχετίσουν τις συνθήκες εργασίας, κατά κύριο λόγω των ειδικευόμενων, με λάθη στην άσκηση της ιατρικής και επιπτώσεις στην ψυχική και σωματική υγεία των ασκούμενων. Τα αποτελέσματα, όπως ήταν αναμενόμενο εξάλλου, ήταν συντριπτικά. Σε μελέτες ύπνου σε ειδικευόμενους αποδείχθηκε πως τα επίπεδα υπνηλίας των τελευταίων, τόσο μετά από εφημερία όσο και ανεξάρτητα, είναι μεγαλύτερα από αυτά που παρατηρούνται σε όσους πάσχουν από ναρκοληψία και σύνδρομο άπνοιας  στον ύπνο. Σε σύγκριση με την επίδραση του αλκοόλ συσχετίσθηκε η μεταβολή της ψυχοκινητικής κατάστασης μετά από εφημερία με αυτήν που προκύπτει με επίπεδα αλκοόλ στο αίμα 0,1%. Ο αριθμός των τροχαίων ατυχημάτων μετά από εφημερία βρέθηκε αυξημένος σε στατιστικά σημαντικό αριθμό. Η εργασιακή πίεση σαν παράγοντας πρόκλησης ψυχολογικών προβλημάτων στους ειδικευόμενους για τα οποία χρειάζεται θεραπεία μελετήθηκε εκτενώς με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Η επίδειξη κυνισμού και η έλλειψη κατανόησης προς τους πάσχοντες συνδέθηκε επίσης με υπερκόπωση. Η  ίδια η ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών υγείας και η πιθανότητα λαθών συσχετίστηκε με την κούραση των εργαζόμενων.

 

Σαν αντίλογο των ερευνών, αρκετοί, με ή χωρίς δεύτερες σκέψεις, πρόβαλλαν το επιχείρημα πως αυτού του τύπου η εντατικοποίηση είναι απαραίτητη για την άρτια εκπαίδευση των ειδικευόμενων λόγω μεγαλύτερης τριβής με πληθώρα περιστατικών. Οι έρευνες που ακολούθησαν δεν επιβεβαίωσαν αυτόν τον ισχυρισμό. Αποδείχθηκε πως η κύρια εργασία των ειδικευόμενων κατά την υπέρβαση του ωραρίου εργασίας αφορά διεκπεραίωση περιστατικών, που γίνεται χωρίς στενή επιστημονική επιτήρηση και δεν αφήνει χρόνο για εκπαιδευτική δραστηριότητα, η οποία φαίνεται να σχετίζεται βασικά με ένα καλά οργανωμένο και με συνεχή επιστημονική επιτήρηση εκπαιδευτικό περιβάλλον.

 

ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ ΓΙΑΤΡΩΝ: ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΔΟΓΜΑΤΟΣ

Η εξοντωτική εργασία των ειδικευομένων δικαιολογείται μόνο με το πάγιο επιχείρημα της λιτότητας, και του πιθανού κόστους που θα σημάνει μια δραστική μείωση του χρόνου εργασίας, αφού προφανώς μια τέτοια αλλαγή αφορά το σύνολο του ιατρικού δυναμικού που απασχολείται στα δημόσια νοσοκομεία και όχι μόνο. Μια μελέτη κόστους στην καρδιά του αστικού ορθολογισμού, στις ΗΠΑ, έδωσε δύο λύσεις, μια «φθηνή» που μεταφέρει μεγάλο κομμάτι της σημερινής εργασίας των ειδικευομένων σε άλλους, μή γιατρούς, επαγγελματίες υγείας, και μια «ακριβή» με προσλήψεις σε ιατρικό προσωπικό. Παρά τις διαφορές η συνολική δαπάνη ήταν συγκρίσιμη. Ο αριθμός των αναγκαίων προσλήψεων, με οποιοδήποτε υπερωριακό σύστημα απασχόλησης (βάρδιες, συμβάσεις έργου κλπ) είναι τεράστιος με αποτέλεσμα να οδηγεί σε ένα εντυπωσιακό πανευρωπαϊκό συμπέρασμα πως υπάρχει έλλειψη ιατρικού δυναμικού, στην περίπτωση βέβαια που εφαρμοστεί ένα κατά κοινή ομολογία «ορθότερο» σύστημα υπερωριακής εργασίας.

 

ΕΕ ΚΑΙ Η  ΡΥΘΜΙΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΩΡΙΑΚΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

ΕΛΛΑΔΑ και ΠΔ  (ΦΕΚ117/19-5-2005)

Το 1993 εκδόθηκε η οδηγία 93/104 της ΕΕ  σχετικά με ορισμένα ζητήματα της οργάνωσης του χρόνου εργασίας, η οποία μεταξύ άλλων συνιστούσε την εφαρμογή 48 ωρών ανώτατου ορίου εβδομαδιαίας κανονικής και υπερωριακής εργασίας. Στο άρθρο 1 παράγραφος 3 υπάρχει η εντυπωσιακή διατύπωση που ορίζει αυτούς που δεν τους αφορά η οδηγία: «εξαιρουμένων των αεροπορικών, σιδηροδρομικών, οδικών, θαλάσσιων, ποτάμιων και λιμναίων μεταφορών, της θαλάσσιας αλιείας και λοιπών θαλάσσιων δραστηριοτήτων, καθώς και των ασκούμενων γιατρών». Με αυτή την διατύπωση εκδόθηκε η οδηγία και, λίγα χρόνια μετά, χωρίς αιδώ, ο ΙΣΑ κατακεραύνωνε με την έρευνά του για τον πληθωρισμό των γιατρών. Το ΠΔ αρ. φύλλου 94, 13 Μαΐου 1999 που έκανε πράξη την οδηγία φρόντισε να συμπεριλάβει στις εξαιρέσεις «το ένστολο προσωπικό των σωμάτων ασφαλείας και των ενόπλων δυνάμεων» προσαρμόζοντας το ευρωπαϊκό πνεύμα στην αθάνατη ελληνική κληρονομιά.

Με αφορμή την εξαίρεση των ειδικευομένων από το νόμο και με τη βοήθεια της πάντα πρόθυμης συνδικαλιστικής ηγεσίας ο περιορισμός δεν εφαρμόστηκε, παρανόμως, ούτε στους επιμελητές για να αποφευχθεί ο τεράστιος «κίνδυνος» των προσλήψεων. Λίγο πριν πέσουν τα πρώτα αεροπλάνα από την αϋπνία των πιλότων τους με ειδική ρύθμιση εντάχθηκαν στα ανώτατα όρια και οι πιλότοι. Σε ό,τι αφορά τους ασκούμενους γιατρούς, και μετά την πραγματικά καταιγιστική ανάδειξη από πλευράς μελετών των κινδύνων της υπερκόπωσης και της αϋπνίας , εκδόθηκε η οδηγία 2000/34/ΕΚ (για την τροποποίηση της προηγούμενης), η οποία καταργεί τις προηγούμενες εξαιρέσεις και συγκεκριμένα ορίζει χρονοδιάγραμμα 5 ετών από 1/8/2004 για τη σταδιακή μείωση των ωρών εργασίας από 58 ώρες τα πρώτα 3 χρόνια της εφαρμογής της στις 48 ώρες την εβδομάδα στα επόμενα πέντε χρόνια.

 

Η πίεση που ασκήθηκε καταρχήν από πλευράς κυβέρνησης και συνδικαλιστικών ηγεσιών ήταν για να καταχωνιαστεί το θέμα σε κάποιο συρτάρι του υπουργείου αποφεύγοντας το αίτημα για μείωση του χρόνου εργασίας που θα έφερνε αναγκαστικά στο προσκήνιο την ανάγκη «ανοίγματος» του συστήματος υγείας.

 

Μετά όμως την έκδοση του ΠΔ, το θέμα άρχισε να μπαίνει αποσπασματικά σε μια σειρά από νοσοκομεία, αρχής γενομένης στον Πύργο, από ειδικευόμενους οι οποίοι προσφύγανε στην επιθεώρηση εργασίας, προκειμένου να υλοποιηθεί άμεσα η εφαρμογή του 58ωρου.Η προσφυγή είχε σαν στόχο τις 4 εφημερίες μηνιαίως, που ήταν και η πρόταση των ενδιαφερομένων. Η απάντηση ήταν καταφατική, τα προβλήματα όμως ανέκυψαν αμέσως μετά. Η μείωση των εφημεριών οδήγησε στον Πύργο άμεσα σε ένα κενό που έπρεπε κάπως να καλυφθεί. Αυτό δεν έγινε βέβαια με προσλήψεις προσωπικού, αλλά τελικά με την επίταξη αγροτικών γιατρών οι οποίοι άρχισαν να εφημερεύουν στη θέση των ειδικευόμενων με ότι αυτό σημαίνει για την ασφάλεια των ασθενών. Είχε μάλιστα υπάρξει απειλή προς τους ειδικευόμενους  να εφημερεύουν χωρίς να αμείβονται, με βάση τη λογική ότι «οι ειδικευόμενοι κάνουν ότι τους πει η Ιατρική Υπηρεσία» θέση που αφήνει ανοιχτό, όχι μόνο σαν υπονοούμενο, ότι ο ειδικευόμενος «είναι βασικά εκπαιδευόμενος και κατά δεύτερο λόγω εργαζόμενος», κατάσταση που μας γυρνά πολλά χρόνια πίσω όχι μόνο στις ώρες εργασίας αλλά και στις αμοιβές και στις δημοκρατικές ελευθερίες.

Σε άλλα νοσοκομεία στα οποία το θέμα αναδείχθηκε με τον ίδιο τρόπο (Πάτρα, Θριάσιο, Θεαγένειο Θεσσαλονίκης, Ρόδος) η κόντρα που προέκυψε αντί να διεξάγεται μεταξύ των γιατρών και της κυβέρνησης, έγινε κατά κύριο λόγο μεταξύ επιμελητών και ειδικευόμενων, με τις διοικήσεις να γίνονται όλο και πιο επιθετικές στις απαντήσεις που υποχρεώνονταν να δώσουν. Ενώ διακηρυκτικά περιορίζονταν σε αερολογίες περί προσλήψεων, αυτό πρακτικά μεταφράστηκε στην πρόσληψη κάποιων λίγων επικουρικών γιατρών για τις εφημερίες, στην «αξιοποίηση» των αγροτικών ή ειδικευομένων γενικής ιατρικής ακόμα και σε κλινικές από τις οποίες δεν προβλέπεται να περάσουν ποτέ κατά τη διάρκεια της ειδικότητάς τους. Κυρίως όμως, παρακινούσαν  σε μείωση του αριθμού των εφημερευόντων (πχ ένας ειδικευόμενος για όλο τον παθολογικό τομέα, μείωση του αριθμού των εφημερευόντων στα ΤΕΠ). Κι όλα αυτά αγνοώντας την ασφάλεια των ασθενών για την οποία άλλωστε διαμορφώνονται και τα προγράμματα εφημεριών που καταρτίζονται από τα επιστημονικά όργανα των νοσοκομείων, με βάση τις εισηγήσεις των τμημάτων. Ήδη φαίνεται ότι οι προϋπολογισμοί του Υπουργείου για εφημερίες του 2007 προβλέπεται να είναι εξαιρετικά μειωμένοι.

Ο αριθμός των εφημερευόντων αποτελεί το ασφαλές όριο, ώστε να μην τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια τόσο των ασθενών όσο και των εργαζόμενων.

 

Φαίνεται επομένως πως αν αυτή η αλλαγή αφεθεί να γίνει από «τα πάνω» στα πλαίσια της «εξορθολογικοποίησης» του συστήματος χωρίς την αποφασιστική κινηματική παρέμβαση των εργαζόμενων, η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να πάρει τη ρεβάνς στο πεδίο των ελαστικών εργασιακών σχέσεων και της εξάντλησης της ανθρώπινης εργασίας ποιοτικά και χρονικά.

 

Κι αυτό γιατί, χωρίς προσλήψεις επιμελητών και χωρίς άνοιγμα θέσεων ειδικότητας (την ώρα μάλιστα που η αναμονή για την έναρξη ειδικότητας φτάνει τα 5-6 χρόνια  και σε κάποιες ειδικότητες σε ακόμη περισσότερα), το προσωπικό εφημερίας, στις περισσότερες περιπτώσεις, περιορίζεται ακριβώς στο μισό. Έτσι, παρόλο που μειώνεται η χρονική διάρκεια της εργασίας, αυξάνεται δραματικά  η έντασή της. Αυτό μάλλον δεν περιορίζει καθόλου την πιθανότητα ιατρικού λάθους. Σίγουρα αποτελεί επίσης κάτι σαν «από μηχανής θεό» για την κρατική πολιτική, η οποία δείχνει όλα αυτά τα χρόνια μια εξαιρετική εμμονή να περικόπτει δαπάνες από την δημόσια υγεία, χωρίς να μειώνει αντίστοιχα το ποσοστό του Α.Ε.Π. που δαπανάται στον ιδιωτικό τομέα. Αλλά και οι ελάχιστες προσλήψεις που έχουνε γίνει μέχρι στιγμής περιορίζονται κυρίως σε επικουρικό προσωπικό, με ολιγόμηνες συμβάσεις και καθεστώς εργασιακής ομηρίας. Αυτή η κίνηση θα μπορούσε μάλιστα σε βάθος χρόνου να αποτελέσει εφιαλτική λύση του τεράστιου προβλήματος που προκύπτει από την συνταξιοδότηση μεγάλου τμήματος του Ε.Σ.Υ. που επίκειται.

 

Ταυτόχρονα, εάν μια τέτοια λύση εφαρμοσθεί χωρίς την αποφασιστική παρέμβαση του νοσοκομειακού κινήματος, με σταθερό το σημερινό μισθολόγιο, μια μείωση των ωρών εργασίας θα οδηγήσει σε δραματική μείωση των αποδοχών, αφού ο βασικός μισθός παραμένει χαμηλός και οι γιατροί είναι στην ουσία όμηροι της υπερωριακής εργασίας. Δεν χρειάζεται εδώ να εξηγήσουμε πώς οι μειωμένες αποδοχές στο Δημόσιο τομέα θα μπορούσαν να συμπαρασύρουν προς τα κάτω τις αντίστοιχες στον ιδιωτικό τομέα.

 

Από όλα τα παραπάνω προκύπτει πως το πρόβλημα του συστήματος υγείας, των βασικών αποδοχών και της υπερωριακής εργασίας πρέπει να τεθεί εξ’αρχής από το νοσοκομειακό κίνημα. Γιατί, σε διαφορετική περίπτωση θα τεθούν από το Υπ. Υγείας με τους χειρότερους όρους.

 

Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να αναδείξουμε μια σειρά από μύθους που κατατρέχουν το ΕΣΥ από τα «γεννοφάσκια» του και λειτουργούν ανασταλτικά στην ανάδειξη αυτών των διεκδικήσεων.

 

ΜΥΘΟΣ 1ος : Δεν μπορούν να υπάρξουν επιπλέον λεφτά για την υγεία …

 

Ένας πολύ παλιός μύθος, όποτε ζητάμε λεφτά είτε για υλικοτεχνική υποδομή είτε για μισθούς.

Η απάντησή μας σε αυτό είναι ότι ένα μεγάλο κομμάτι των πόρων κατασπαταλώνται στον ιδιωτικό τομέα με τη μορφή είτε της άμεσης πριμοδότησης, είτε της έμμεσης χρηματοδότησης μέσω των ασφαλιστικών οργανισμών. Κι όλα αυτά την ώρα που οι ιδιωτικές δαπάνες υγείας ξεπερνούν το 50% των συνολικών δαπανών, οι οποίες ανέρχονται στο 9,9% του ΑΕΠ με τον ιδιωτικό τομέα να κερδίζει με τις ευλογίες του νόμου υπέρογκα ποσά. Τα τελευταία χρονιά ιδιωτικές μονάδες έχουν ήδη αναλάβει μεγάλο μέρος των κρεβατιών εντατικής θεραπείας ή των απεικονιστικών εξετάσεων.

Ταυτόχρονα, μέσω της υπερκοστολόγησης υλικού και φαρμάκων (που ένα κομμάτι πηγαίνει σε κάθε λογής «μίζες») γίνεται τέτοια συστηματική καταλήστευση, που ένας πρόχειρος υπολογισμός δείχνει ότι με «φυσιολογική» τιμολόγηση θα περίσσευαν χρήματα για αύξηση των θέσεων ειδικευόμενων και επιμελητών κατά 50 %, με συνολική αύξηση αποδοχών επίσης κατά 50 % (!!!).

 

Θεωρείται ότι η παραοικονομία στην Υγεία ξεπερνάει το 30% (μπορεί να φθάνει στο 40%) των δαπανών. Επομένως χάνεται στην παραοικονομία στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας τουλάχιστον το 1,5 % του ΑΕΠ, και άλλο τόσο ή και περισσότερο χάνεται στον Ιδιωτικό Τομέα Υγείας!  Πρόκειται για μερικά ΔΙΣ ΕΥΡΩ που ιδιοποιούνται οι προμηθευτές φαρμάκων, εξοπλισμού  και υλικών ληστεύοντας τα ταμεία και το ΕΣΥ με τις υπερτιμολογήσεις, τις οποίες όμως έχουν εγκρίνει τα ..Υπουργεία Εμπορίου και Υγείας μαζί και με τα άλλα συναρμόδια Υπουργεία!. Επίσης οι προμηθευτές των Νοσοκομείων δεν υποχρεούνται πλέον να υποβάλλουν τιμολόγια πώλησης των προϊόντων τους σε Ιδιωτικά Νοσηλευτήρια, ώστε να μπορούν να διογκώνουν όσο θέλουν τις τιμές καταληστεύοντας το ΕΣΥ, αλλά απολύτως «νόμιμα». Με αυτές τις «νόμιμες» υπερτιμολογήσεις περισσεύουν λεφτά για να … λαδώνεται η αλυσίδα προώθησης των αντίστοιχων προϊόντων! Η διαφθορά δηλαδή είναι «θεσμοποιημένη και νόμιμη». Στον Ιδιωτικό Τομέα Υγείας οι τιμές των υπηρεσιών διογκώνονται σε βαθμό εξωφρενικό και αυτή η υπερκοστολόγηση επίσης είναι  «θεσμοποιημένη και νόμιμη», αφού είναι γνωστή και ανεκτή, ενώ δεν υπάρχει κανένας έλεγχος, με αποτέλεσμα την καταλήστευση των Ταμείων αλλά και των ασθενών. Και μόνο η περιστολή του χρηματισμού, της παραοικονομίας και της καταλήστευσης Ταμείων, ΕΣΥ και ασθενών θα έφθανε όχι μόνο για την πρόσληψη πολλών χιλιάδων νέων Γιατρών στο ΕΣΥ, αλλά και για την πρόσληψη του ελλείποντος νοσηλευτικού προσωπικού και την αναδιοργάνωση του ΕΣΥ.

 

ΜΥΘΟΣ 2ος : Είμαστε πολλοί γιατροί, δεν μας χωράει το ΕΣΥ…

 

Πέρα από όσα προαναφέρθηκαν σε σχέση με την έλλειψη ιατρικού δυναμικού που διαπιστώθηκε σε όσες χώρες ξεκίνησε η εφαρμογή της μείωσης του χρόνου εργασίας, στην Ελλάδα υπάρχουν ορισμένες επιπλέον ιδιομορφίες:

 

1. η γεωγραφική ιδιομορφία (ορεινό ανάγλυφο, νησιά), με μικρές συγκεντρώσεις πληθυσμού και σχετική απομόνωση, με συνακόλουθη ανάγκη στοιχειώδους αυτοτελούς υγειονομικής κάλυψης. Την ώρα που ο κρατικός σχεδιασμός έχει λάβει υπ’ όψιν του διακομιδές έως και 400 χλμ.(!) έως ότου δει κάποιος τον ειδικό. Όλα αυτά στα  πλαίσια προεκλογικής παροχολογίας και μετεκλογικής λιτότητας. Πρακτικά, στα νοσοκομεία της περιφέρειας, η υπερωριακή εργασία ειδικών και ειδικευόμενων ξεπερνά τις 80 ώρες εβδομαδιαίως. Μια μείωση στις 48 ώρες απαιτεί σε αδρές γραμμές τουλάχιστον τον διπλασιασμό της δύναμης σε ιατρικό προσωπικό.

2. στα μεγάλα αστικά κέντρα μια τέτοια μείωση, αν κατανεμηθεί αναλογικά σε περισσότερους ειδικευόμενους και προσλήψεις ειδικών απαιτεί ένα μεγάλο αριθμό προσλήψεων, μικρότερο όμως από αυτόν της επαρχίας.

3. η πολιτική ιδιομορφία της ελληνικής περίπτωσης, όπου το ΕΣΥ καθυστέρησε τόσο πολύ και που με το φτιάχτηκε άρχισε να καταρρέει με τα απανωτά προγράμματα λιτότητας, συνεπάγεται πως μια τέτοια μείωση του ωραρίου πρέπει να συνδεθεί και με την αναγκαία προηγούμενη φάση στελέχωσης των μονάδων του. Υπενθυμίζουμε πως οι κενές οργανικές θέσεις από την ίδρυση του ΕΣΥ και χωρίς να υπολογίζονται οι καινούριες νοσοκομειακές μονάδες υπερβαίνουν τις 2000.

4. τα τελευταία χρόνια, σε αντίθεση με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες η υπερεξάντληση των ειδικευόμενων συνδυάζεται με όλο και μεγαλύτερη επιβάρυνσή τους από άσχετα καθήκοντα λόγω έλλειψης προσωπικού (αιμοληψίες, νοσηλεία, γραμματειακή υποστήριξη), το δε εκπαιδευτικό πρόγραμμα ήταν και είναι ανύπαρκτο για την πλειοψηφία των νοσοκομείων.

5. απαιτείται συνολικά αύξηση του αριθμού των κλινών, ώστε η νοσηλεία του ασθενούς να περιλάβει και θεραπείες αποκατάστασης  και κάθε είδους υποστηρικτικής θεραπείας. Όλα αυτά θα είχανε ως συνέπεια την άμεση απορρόφηση επιπρόσθετου προσωπικού

 

Σε τελευταία ανάλυση, σε ένα σύστημα που δουλεύει σχεδόν μόνο με βάση τα επείγοντα χωρίς τακτικά εξωτερικά ιατρεία, χωρίς εκπαιδευτική δραστηριότητα, στα πρόθυρα της κατάρρευσης, η μοναδική διέξοδος είναι μια τέτοιου τύπου αλλαγή στο δημόσιο τομέα υγείας.

 

Για τους νέους γιατρούς, μια πολιτική μείωσης ωραρίου μέσω προσλήψεων θα σημάνει δραστική μείωση των χρόνων αναμονής για τις διάφορες ειδικότητες, ουσιαστική εκπαίδευση και ποιότητα ζωής κατά τη διάρκεια της ειδικότητας και πολύ καλύτερη προοπτική για διορισμό στο δημόσιο, με λίγα λόγια θα σημάνει, με βάση τα σημερινά στοιχεία, την εξάλειψη της ανεργίας των νέων γιατρών, κάτι το οποίο συμβαίνει ήδη στις χώρες που εφαρμόστηκε κάτω από την πίεση κινηματικών διαδικασιών.

 

ΜΥΘΟΣ 3ος : Το μέλλον μας δεν είναι το ΕΣΥ…

 

Για τους περισσότερους ειδικευόμενους το τέλος της εκπαίδευσης τους στο ΕΣΥ σημαίνει και τη λήξη της σχέσης τους με το δημόσιο τομέα υγείας ακόμα κι αν αυτό δεν είναι η επιλογή τους. Γι’ αυτό και συχνά νιώθουμε περαστικοί από τα νοσοκομεία στα οποία εργαζόμαστε, και  πως λίγο μας αφορούν οι επικείμενες αλλαγές. Μόνο μέσα όμως από το άνοιγμα του συστήματος θα μπορούσαμε να έχουμε εργασιακή προοπτική εντός του ΕΣΥ. ¶λλωστε, όσοι αναφέρονται στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα, αρκεί να δουν πως σε χώρες με υψηλότερο επίπεδο Υγείας (Σκανδιναβικές Χώρες, Γερμανία) οι περισσότεροι γιατροί εργάζονται στον δημόσιο τομέα.

 

Μύθος 4ος: Περισσότερες θέσεις ειδικότητας σημαίνει λιγότερη εκπαίδευση…

 

Το επιχείρημα αυτό χρησιμοποιείται προκειμένου να συντηρηθεί το καθεστώς υπερεργασίας των ειδικευομένων. Είναι ηλίου φαεινότερο όμως πως ένας εξαντλημένος γιατρός μετά από 36 ώρες συνεχούς εργασίας με κανένα τρόπο δεν μπορεί να εκπαιδευθεί. ¶λλωστε η εκπαίδευση δεν συνίσταται στην απλή διαχείριση τεράστιου όγκου περιστατικών και στην «λάντζα», αλλά διεξάγεται μέσα από τη συλλογική συζήτηση και αντιμετώπισή τους. Οι ασθενείς μιας κλινικής δεν ανήκουν σε κάποιον, αλλά πρέπει να αντιμετωπίζονται από όλη τη θεραπευτική ομάδα ανεξαιρέτως. Η πρακτική  αυτή μαζί με την οργάνωση  προγραμμάτων για τις ειδικότητες είναι η βάση μιας καλύτερης εκπαίδευσης.

 

ΜΥΘΟΣ 5ος : Για να κερδίσουμε αρκεί να ζητήσουμε την εφαρμογή της ευρωπαϊκής οδηγίας

 

Αυτός είναι ένας μύθος ο οποίος καταρρίπτεται αυτόματα, αν δούμε ότι κανένα   μεγάλο ζήτημα δεν έχει διευθετηθεί μέχρι τέλους με την νομική οδό. Ο τρόπος που ανοίγει ένα τόσο σημαντικό θέμα είναι εξαιρετικά υπεραπλουστευμένος ακόμη και στο επίπεδο της ερμηνείας των  ευρωπαϊκών οδηγιών από όσους ασκούν την κρατική πολιτική.  Μια πρόχειρη μελέτη οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πουθενά στις οδηγίες της Ε.Ε. δεν αναφέρεται μέγιστος αριθμός εφημεριών. Αντίθετα δίνεται η προτροπή για προσλήψεις προσωπικού, χωρίς βέβαια να διευκρινίζεται με ποιους ακριβώς όρους. Δίνεται επιπλέον η δυνατότητα ο εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας να υπολογίζεται σε 4μηνη ή ετήσια βάση. Την ίδια στιγμή όμως καθορίζεται χρόνος προβλεπόμενης ανάπαυσης κατά τη διάρκεια της υπερωριακής εργασίας και αντισταθμιστικής δηλαδή του ρεπό μετά την εφημερία.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η οδηγία της ΕΕ είναι πρωταρχικά ένα μέτρο αστικού εξορθολογισμού του συστήματος περίθαλψης και στρατηγικά υπολογίζεται να γλιτώσει περισσότερες δαπάνες από όσες απαιτεί η εφαρμογή του. ¶λλωστε, στη διατύπωση και μόνο περί 58ώρου δεν γίνεται διάκριση μεταξύ πρωινής και υπερωριακής εργασίας. Το γεγονός αυτό από μόνο του ανοίγει το δρόμο σε μια σειρά από ερμηνείες για το πώς μπορεί να εφαρμοστεί το 58ωρο (πχ εφαρμογή κυκλικού οκταώρου) που θα αλλάξουν άρδην τον τρόπο εργασίας των γιατρών εισάγοντας ελαστικές εργασιακές σχέσεις, οι οποίες, όπου εφαρμόστηκαν είχαν αρνητικό αντίχτυπο στην εκπαίδευση για τους ειδικευόμενους και δεν είναι δημοφιλείς μεταξύ των γιατρών. Τέτοιες «λύσεις» επίσης θα έχουν επικίνδυνες συνέπειες στην ποιότητα των υπηρεσιών υγείας, αφού θα σημάνουν το οριστικό τέλος της άσκησης της Ιατρικής από την Ιατρική Ομάδα, και έτσι θα εκτρέψουν την θεραπευτική από αιτιολογική σε συμπτωματική αντιμετώπιση. Τελική συνέπεια θα είναι η ανεπανόρθωτη υποβάθμιση στην αποτελεσματικότητα της περίθαλψης. Η Ιατρική θα ασκείται πλέον μηχανιστικά με όλο και μεγαλύτερη αποσάθρωση της σχέσης γιατρού – ασθενούς.

 

Πραγματικά θα ήταν αστείο αν δεν ήταν τραγικό αυτό που συμβαίνει με την εφαρμογή της κοινοτικής οδηγίας: υποτίθεται ότι η μείωση του ωραρίου αποσκοπεί στην μείωση των ιατρικών λαθών από υπερκόπωση των – νέων κυρίως – γιατρών. Όμως, η μείωση του ωραρίου χωρίς προσλήψεις νέων γιατρών, αλλά με παράλληλη εντατικοποίηση της εργασίας των σε ανεπαρκή αριθμό ήδη υπηρετούντων γιατρών, θα αυξήσει πολύ περισσότερο τον κίνδυνο ιατρικών λαθών, όχι μόνο ακυρώνοντας αλλά και αντιστρέφοντας πλήρως την αρχική λογική της κοινοτικής οδηγίας. Αναδεικνύονται έτσι εναργέστατα οι εσωτερικές αντιφάσεις του συστήματος  και αποδεικνύεται πως καμιά αλλαγή δεν μπορεί και δεν θα γίνει προς την σωστή κατεύθυνση χωρίς την αποφασιστική παρέμβαση ενός ριζοσπαστικού κινήματος εργαζομένων.

 

Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΩΝ ΓΙΑΤΡΩΝ

 

Από όλα τα παραπάνω προκύπτει ότι η διευθέτηση ενός τέτοιου ζητήματος δεν μπορεί παρά να γίνει από ένα κίνημα που θα ξεκινήσει από τους εργαζόμενους. Οι γιατροί στο σύνολό τους πρέπει να προχωρήσουν σε κλιμάκωση των κινητοποιήσεών τους, προβάλλοντας αιτήματα που μένουν ουσιαστικά ανικανοποίητα εδώ και δεκαετίες.

 

Με συνελεύσεις στα Νοσοκομεία και απεργιακές κινητοποιήσεις να δείξουμε την αντίθεσή μας στην πολιτική του κράτους που οδηγεί τον σημερινό γιατρό στα όρια της υπερκόπωσης και της οικονομικής εξαθλίωσης.

 

Δεν μάς αρκεί η νομοθετικά επιβαλλόμενη μείωση του ωραρίου – ζητάμε ακόμη μεγαλύτερη.  Σε αυτή καθυστερεί ουσιαστικά το Κράτος, μην παρέχοντας ΑΜΕΣΑ  τους όρους, ώστε να μπορεί να γίνει.  Οι εργασιακές συνθήκες είναι απαράδεκτες, με τους γιατρούς να εργάζονται έως και 100 ώρες εβδομαδιαίως. Αν αφήσουμε τα πράγματα να εξελιχθούν ερήμην μας η κατάσταση που θα διαμορφωθεί δε θα είναι άλλη από την χωρίς προηγούμενο εντατικοποίηση της εργασίας, τη μείωση των συνολικών μας αποδοχών (από 30% έως 50%), την ολοκλήρωση της επιχειρηματικοποίησης και ιδιωτικοποίησης του δημοσίου τομέα υγείας ο οποίος θα γίνεται όλο και πιο επικίνδυνος για τους ασθενείς.

Δεν συναινούμε σε οποιαδήποτε προσπάθεια που πρώτα και κύρια θα κάνει τα νοσοκομεία πιο επικίνδυνα για τους ασθενείς και με αυτήν την έννοια δεν θα κάνουμε βήμα πίσω από τα προγράμματα εφημεριών που καταρτίζουν οι επιστημονικές επιτροπές και ορίζουν τον ελάχιστο αριθμό εφημερευόντων σε κάθε κλινική και τμήμα προκειμένου αυτά να εφημερεύουν με ασφάλεια.

Με κριτήριο την κάλυψη των υγειονομικών αναγκών από ένα δημόσιο σύστημα υγείας που θα παρέχει δωρεάν, υψηλής ποιότητας, έγκαιρη, ισότιμη περίθαλψη σε όλους (εργαζόμενους, ανέργους, μετανάστες), η πρόταση της ΑΡΣΙ για :

Ø   Διπλασιασμό των βασικών αποδοχών με ενσωμάτωση των επιδομάτων (ώστε να είναι στο επίπεδο αυτών που σήμερα είναι το άθροισμα τακτικών αποδοχών και εφημεριών). Με άλλα λόγια το σημερινό κατά μέσον όρο σύνολο των αποδοχών (μισθός + εφημερίες) να είναι τακτικές αποδοχές και μάλιστα όλο βασικός μισθός με κατάργηση των κάθε λογής επιδομάτων

Ø   Αμοιβή της εφημερίας σαν υπερωριακής εργασίας τιμολογημένης πάνω στον νέο (τριπλάσιο) βασικό μισθό που θα υπολογίζεται ως συντάξιμη λόγω του υποχρεωτικού της χαρακτήρα

Ø   6ωρη πρωινή εργασία και μία ενεργό εφημερία την εβδομάδα (ανώτατο όριο εβδομαδιαίας εργασίας 48 ώρες) για όλους τους νοσοκομειακούς γιατρούς (επιμελητές και ειδικευόμενους)

Ø   Άμεσες μαζικές προσλήψεις, δραστική αύξηση των θέσεων επιμελητών ΕΣΥ και ειδικευόμενων, με βάση τις ανάγκες που ήδη υπάρχουν και εκείνες που δημιουργούνται από την μείωση του ωραρίου

Ø   Θεσμοθέτηση πλήρους χρηματοδότησης της εκπαίδευσης-μετεκπαίδευσης-έρευνας. Ο διευθυντής του τμήματος να ελέγχεται τακτικά (με δυνατότητα κυρώσεων) από τις Νοσοκομειακές Επιτροπές Εκπαίδευσης Μετεκπαίδευσης και Έρευνας για την οργάνωση και τήρηση του εκπαιδευτικού προγράμματος. Επιστημονική αυτονομία των ειδικευόμενων του τελευταίου έτους (καθήκοντα επιμελητή) με την κάλυψη και ευθύνη του διευθυντή

Ø   Άμεση κατάρτιση υγειονομικού χάρτη της χώρας που να καταγράψει τις ανάγκες σε ιατρικό και παραϊατρικό προσωπικό με βάση την ελληνική ιδιομορφία λαμβάνοντας υπόψη τους σύγχρονους νοσογόνους παράγοντες, την μόνιμη παρουσία μεγάλου «αδήλωτου» πληθυσμού με ειδικούς δείκτες νοσηρότητας (π.χ. οικονομικοί μετανάστες: εργατικά ατυχήματα, σπάνιες λοιμώξεις – τουρίστες : τροχαία ατυχήματα κοκ), τη διασπορά του πληθυσμού σε περιοχές απομονωμένες (νησιά, ορεινό ανάγλυφο) και την ανάγκη ανάπτυξης υγειονομικών δομών στην περιφέρεια για την αποσυμφόρηση του κέντρου είναι πρόταση που μπορεί να πυροδοτήσει μια ουσιαστική αναμέτρηση για το σύνολο του προβλήματος, ώστε να πάψει το σύστημα υγείας να ακροβατεί ανάμεσα στην επικινδυνότητα για τον άρρωστο και τη φυσική και ψυχική εξάντληση για το γιατρό

ΠΑΙΡΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΑΣ ΠΡΟΧΩΡΩΝΤΑΣ ΑΜΕΣΑ

ΣΕ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ ΑΝΑ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΚΑΙ ΣΕ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ ΑΓΩΝΑ

 

Αριστερή Ριζοσπαστική Συνεργασία Ιατρών (Α.Ρ.Σ.Ι)