«Χρειαζόμαστε τουλάχιστον τις διπλάσιες ΜΕΘ»

Της Πεννυς Μπουλουτζα

Σε τεντωμένο σχοινί προσπαθεί να ισορροπήσει η παροχή υπηρεσιών Εντατικής Θεραπείας στη χώρα μας. Οι 650 κλίνες Εντατικής του δημόσιου τομέα δεν επαρκούν για να καλύψουν με αξιοπρέπεια τις ανάγκες του πληθυσμού και τουλάχιστον 70 κλίνες παραμένουν κλειστές λόγω έλλειψης εξοπλισμού. Σε αυτές προστίθενται το τελευταίο διάστημα και άλλες κλίνες που κλείνουν λόγω ελλείψεως προσωπικού, καθώς είτε λήγουν οι συμβάσεις του προσωπικού που προσελήφθη την περίοδο της «πανδημίας» γρίπης είτε και το μόνιμο προσωπικό αποχωρεί, αφού δεν αντέχει τις συνθήκες εργασίας στο ΕΣΥ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η προ ενός μηνός προσωρινή αναστολή λειτουργίας της Β΄ Μονάδας Εντατικής Θεραπείας του νοσοκομείου ΑΧΕΠΑ, λόγω αποχώρησης έπειτα από παραίτηση ή συνταξιοδότηση τεσσάρων γιατρών. Μετά την αναστολή λειτουργίας της, το προσωπικό που έμεινε αξιοποιήθηκε για να ενισχυθεί με 3 κλίνες η δύναμη της έτερης μονάδας του νοσοκομείου.

Κάτω από τον μέσο όρο

«Αυτή τη στιγμή γίνεται μία προσπάθεια καταγραφής σε ποιο σημείο είμαστε σε ό, τι αφορά τις ενεργούς κλίνες ΜΕΘ στο ΕΣΥ», επισημαίνει στην «Κ» ο καθηγητής Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εντατικής Θεραπείας κ. Απόστολος Αρμαγανίδης. Η προσπάθεια γίνεται στο πλαίσιο Επιτροπής που έχει συσταθεί στο υπουργείο Υγείας με σκοπό την εκπόνηση σχεδίου ενίσχυσης των ΜΕΘ. Σύμφωνα με τον καθηγητή, «το σίγουρο είναι ότι ο αριθμός των κλινών που λειτουργούν στο ΕΣΥ (περίπου 650) είναι κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και ότι χρειαζόμαστε τουλάχιστον τις διπλάσιες για να καλύψουμε επαρκώς τις ανάγκες. Αντί αυτού, από τις περίπου 85 που είχαν ανοίξει λόγω της πανδημίας γρίπης, κάποιες έχουν ήδη κλείσει λόγω λήξης συμβάσεων του προσωπικού, ενώ εάν δεν τηρηθούν από τα νοσοκομεία οι οδηγίες του υπουργείου Υγείας για την πρόσληψη μονίμων νοσηλευτών στις Μονάδες στο τέλος του 2011 θα κλείσουν κι άλλες».

Η προσπάθεια του υπουργείου μέσω ΚΕΕΛΠΝΟ για πρόσληψη 130 νοσηλευτών και 25 γιατρών με συμβάσεις προκειμένου να αναπληρωθούν αυτοί που αποχωρούσαν από τις ΜΕΘ, απλώς μετέθεσε χρονικά το πρόβλημα. Από την άλλη πλευρά, 70 κλίνες Eντατικής δεν άνοιξαν ποτέ, αφού ο διαγωνισμός για την προμήθεια του εξοπλισμού που λείπει για να καταστούν αξιόμαχες (χρειάζονται περίπου 50 αναπνευστήρες, 40 – 45 μόνιτορ και άλλα τόσα κρεβάτια) έχει μείνει στα χαρτιά. Αποτέλεσμα των ελλείψεων είναι να υπάρχει μονίμως μία λίστα ασθενών στο ΕΚΑΒ που χρήζουν Eντατικής, η οποία ανάλογα με τις συγκυρίες αριθμεί από 3 – 4 άτομα έως και 30 άτομα, ενώ η καθημερινή πρακτική είναι ότι ξεκινάμε χωρίς κενή κλίνη ΜΕΘ και διασωληνώνουμε τους ασθενείς στους κανονικούς θαλάμους έως ότου αδειάσει θέση στην Εντατική.

Οπως επισημαίνει ο κ. Αρμαγανίδης, για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε ως χώρα μπροστά στον τομέα της παροχής υπηρεσιών Εντατικής Θεραπείας χρειάζεται αφ’ ενός να στελεχωθούν σωστά και με μόνιμο προσωπικό οι ΜΕΘ που ήδη υπάρχουν και αφ’ ετέρου να αυξηθεί ο αριθμός των κλινών. «Αρχικά θα πρέπει να λειτουργήσουν οι 70 κλειστές κλίνες και εν συνεχεία να μπει ένα ρεαλιστικό σχέδιο με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα ώστε σε 5 – 10 χρόνια να έχουμε πιάσει τον στόχο για διπλασιασμό του αριθμού των ΜΕΘ και όχι να λέμε ξανά τα ίδια». Στο ίδιο πλαίσιο, ο καθηγητής τονίζει την ανάγκη δημιουργίας δομών παρηγορητικής φροντίδας ή την ανάπτυξη προγραμμάτων νοσηλείας κατ’ οίκον ώστε να μπορούν να αντιμετωπιστούν ασθενείς που είναι «εξαρτημένοι» από τον αναπνευστήρα και σήμερα «δεσμεύουν» κλίνες Eντατικής. «Αυτοί οι ασθενείς μπλοκάρουν και τα κρεβάτια και τις τύχες άλλων», υπογραμμίζει ο κ. Αρμαγανίδης.