«Δεν πληρώνουν» οι φαρμακοβιομηχανίες

<Είναι γνωστό ότι λεφτά υπάρχουν, αλλά το θέμα είναι πού. Με τις πλέον συντηρητικές εκτιμήσεις οι φαρμακοβιομηχανίες χρωστούν τουλάχιστον 340 εκατ. ευρώ στα ασφαλιστικά ταμεία για τη φαρμακευτική δαπάνη από το 2006 μέχρι το 2010.

Του Κωστή Κεκελιάδη
Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, πρόκειται για ποσό που υπερβαίνει κατά πολύ τα 225 εκατ. ευρώ που προσδοκά να εξοικονομήσει το υπουργείο Υγείας μέχρι το 2015 από την «αναδιάρθρωση» των νοσοκομείων και τις μειώσεις των κρεβατιών του ΕΣΥ.
Το θέμα με τις αναδρομικές οφειλές των φαρμακοβιομηχανιών προς τα ασφαλιστικά ταμεία προέκυψε με την αιφνιδιαστική κατάθεση και εξίσου γρήγορη απόσυρση τροπολογίας από τον υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Γιώργο Κουτρουμάνη. Σύμφωνα με την τροπολογία οι ασφαλιστικοί οργανισμοί και ο νεοσύστατος Εθνικός Οργανισμός Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (ΕΟΠΥΥ), που καλύπτει 9.500.000 ασφαλισμένους, «εγκρίνουν και εξοφλούν συνταγές φαρμάκων που έχουν συνταγογραφηθεί από τους γιατρούς με βάση τη δραστική ουσία τους» και όχι την εμπορική ονομασία τους. Το μέτρο μεταφράζεται σε μείωση του τζίρου των φαρμακευτικών εταιρειών και κατά τη διήμερη επεισοδιακή συζήτηση στη Βουλή έγινε γνωστός και ο λόγος κατάθεσης της ρύθμισης: Επειδή η φαρμακευτική δαπάνη για το 2011 έχει υπολογιστεί στα 3,44 δισ. ευρώ (το 2009 ήταν 5,2 δισ.), κι αν υπάρξει υπέρβαση του ποσού, «πρέπει να κάνουμε άλλες περικοπές και ποτέ δεν θα θέλαμε να προχωρήσουμε σε περιορισμό ή μείωση των συντάξεων», όπως είπε ο Γ. Κουτρουμάνης, τα συναρμόδια υπουργεία Εργασίας και Υγείας διεκδικούν την είσπραξη αναδρομικών με βάση το περίφημο rebate, δηλαδή την υποχρέωση των φαρμακευτικών εταιρειών να επιστρέφουν στα ασφαλιστικά ταμεία το 4% του ετήσιου τζίρου -που οι ίδιες δηλώνουν- από τις πωλήσεις φαρμάκων.
Πόσα είναι τα λεφτά;
Ο υπουργός Εργασίας μίλησε για οφειλόμενα ύψους 250 εκατ. ευρώ από το 2006, όταν θεσμοθετήθηκε το μέτρο ως αντιστάθμισμα για την κατάργηση της λίστας φαρμάκων, μέχρι το 2008. Σε αυτά όμως πρέπει να προστεθούν άλλα 91 εκατ. ευρώ (σύνολο 341 εκατ. ευρώ) της διετίας 2009-2010, για τα οποία δεν έγινε λόγος.
Ωστόσο υπάρχει ασάφεια ως προς το ύψος των οφειλομένων και είναι ενδεικτικό ότι η πρώην υπουργός Υγείας Μ. Ξενογιαννακοπούλου είχε αναφέρει στη Βουλή ότι από το Μάιο του 2007 μέχρι το Νοέμβριο του 2009 το ποσό που χρωστούσαν οι φαρμακοβιομηχανίες ήταν 300 εκατ. ευρώ. Η διακύμανση στο ύψος των οφειλομένων ερμηνεύεται και από το γεγονός ότι οι φαρμακευτικές εταιρείες είχαν προσφύγει δικαστικά εναντίον του μέτρου της επιστροφής και είχαν δικαιωθεί, με το σκεπτικό ότι δεν μπορούν να αποδίδουν χρήματα στα ασφαλιστικά ταμεία, όταν τα τελευταία δεν εκδίδουν παραστατικά για τα χρηματικά ποσά της φαρμακευτικής δαπάνης. Αποσύροντας την τροπολογία, για να την παραπέμψει στην υποεπιτροπή φαρμάκου της Βουλής, ο υφυπουργός Εργασίας δήλωσε ότι απέσπασε από τις φαρμακοβιομηχανίες την υπόσχεση ότι θα πληρώσουν 262 εκατ. ευρώ μέχρι το τέλος του χρόνου. Το ακριβές περιεχόμενο της συμφωνίας δεν έγινε γνωστό, αλλά από τη «θετική λίστα» -που συγκροτεί το υπουργείο Υγείας και περιλαμβάνει σκευάσματα για τα οποία τα ασφαλιστικά ταμεία καλύπτουν μέρος της δαπάνης τους- αφαιρούνται φάρμακα ευρείας κατανάλωσης και οι τιμές πώλησής τους αυξάνονται κατακόρυφα.
Περίεργες αποκλίσεις στις προμήθειες
Τη στιγμή που κατά καιρούς υπάρχουν ελλείψεις σε βασικά αναλώσιμα -και κατά κανόνα φθηνά- υλικά στα νοσοκομεία (πρόσφατα ογκολόγοι αγόρασαν οι ίδιοι σύριγγες από φαρμακείο για τους ασθενείς σε κλινική του ΕΣΥ), στο Παρατηρητήριο Τιμών καταγράφονται περίεργες αποκλίσεις στα ποσά προμήθειας φίλτρων αιμοκάθαρσης.
Ειδικότερα η τιμή αγοράς για τύπο φίλτρων με συνθετική μεμβράνη κυμαίνεται από 30 έως 35 ευρώ, ενώ το γερμανικό σύστημα υγείας τα ίδια φίλτρα τα προμηθεύεται από 9,10 έως 12 ευρώ. Υλικά της κατηγορίας «ειδικά φίλτρα» στην ελληνική αγορά κοστολογούνται 130 και 220 ευρώ, όταν στη Γερμανία η αγορά τους δεν ξεπερνά τα 50 και 100 ευρώ αντίστοιχα.