Διευθυντές ΕΣΥ: αντίθετοι στο σχέδιο αναδιάταξης των νοσοκομείων

Δημοσίευση: 15-7-2011

Επιμέλεια: Μάρθα Καϊτανίδη,

Χαμηλότερο των προσδοκιών είναι το σχέδιο αναδιάταξης των δημοσίων νοσοκομείων, σύμφωνα με τους Διευθυντές του ΕΣΥ. Μάλιστα και όπως υπογραμμίζουν σε σχετική ανακοίνωση τους, το εγχείρημα θα οδηγήσει σε αποτυχία, δεδομένου ότι ο κακός σχεδιασμός βασίζεται σε μη έγκυρα στοιχεία.

Παράλληλα, η επιλογήανεπαρκών μοντέλων διοίκησης μπορείνα υπονομεύσει για χρόνια την εφαρμογή της αναδιάταξης. Παρόλα αυτά οι Διευθυντές του ΕΣΥ, διευκρινίζουν ότι είναι χωρίς κανέναν ενδοιασμό υπέρ της αναδιάταξης των μονάδων υγείας στη χώρα αφού αποτελεί την απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωση του ΕΣΥ.

Τα σημεία που οι Διευθυντές του ΕΣΥ κρίνουν «αδύναμα» στο τελικό σχέδιο που έχει αναρτήσει το υπουργείο Υγείας στην ιστοσελίδα του είναι τα εξής:

* Από το σχέδιοαπουσιάζει εντελώς η αναγκαιότητα της αναδιάταξης που βασίζεται στις νέες επιδημιολογικές ανάγκες και στο σύγχρονο νοσολογικό πρότυπο, όπως επίσης και το γεγονός ότι το νοσοκομείο του 2011 λόγω της ανάπτυξης νέων τεχνολογιών αλλά και διαφοροποίησης των ιατρικών διαγνωστικών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων είναι τελείως διαφορετικό από το νοσοκομείο της 10ετίας του 1980.

* Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι ότι τα ενιαία «συγκροτήματα» που δημιουργούνται δεν έχουν δυνατότητες ανάπτυξης ολοκληρωμένων δικτύων ιατρικής φροντίδας με βάση τα νοσήματα διατηρώντας την διάσπαση και την αναποτελεσματικότητα. (πχ. δεν υπάρχει λόγος το Κωνσταντοπούλειο Νοσοκομείοκαι το Νοσοκομείο Αγίων Αναργύρων να μην ενοποιούνται αφού το δεύτερο είναι λόγω σύνθεσης και υποδομών συμπληρωματικό του πρώτου, όπως επίσης δεν μπορεί για τους ίδιους λόγους να μετατραπεί το ίδιο σε τριτοβάθμιο νοσοκομείο αφού δεν έχει όπως αναφέραμε ούτε υποδομές ούτε πληθυσμό αναφοράς που να το δικαιολογεί)

* Ένα μεγάλο θέμα που προκύπτει από τη διασταύρωση των στοιχείων που βασίζεται η πρότασηείναι ότι αυτά δεν είναι ακριβή. Ως εκ τούτου απαιτείται έλεγχος των στοιχείων για τη διόρθωση τους. Το σημαντικότερο όμως όλων είναι ότι απουσιάζουν πλήρως από του υπολογισμούς ποιοτικά στοιχεία. Για παράδειγμα πληρότητες και μέσοι χρόνοι νοσηλείας τμημάτων που παρέχουν τριτοβάθμιες υπηρεσίες ΔΕΝ μπορεί να συγκρίνονται με αντίστοιχα που παρέχουν δευτεροβάθμιες υπηρεσίες. Αυτό οδηγεί σε παραλογισμούς σχεδιασμού και στην ανάγκη ορισμού τμημάτων που είναι αφενός τριτοβάθμιας φροντίδας και εκπαιδευτικά για να έχουν ειδική μεταχείριση στη σύνθεση προσωπικού και στις υποδομές.

* Ο προτεινόμενος τρόπος διοίκησης αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία αφού ΔΕΝ ακολουθεί κανένα από τα επιστημονικώς παραδεκτά πρότυπα διοίκησης. Σε όλες τις συγχωνεύσειςείτε αφορούν ιδιωτικές (πχ φαρμακευτικές) είτε δημόσιες επιχειρήσεις απαιτείται ενίσχυση της κεντρικής διοίκησηςκαι των διοικήσεων των ιατρικών, νοσηλευτικών και διοικητικών υπηρεσιών. Με το προτεινόμενο μοντέλο υπάρχουν επικαλύψεις αρμοδιοτήτων, οι περιφερικές μονάδες διατηρούν απαράδεκτα υψηλό βαθμό αυτονομίας – και λόγω σύνθεσης θα διεκδικήσουν περισσότερη- καθιστώντας εξαιρετικά δύσκολη έως αδύνατη τις μετακινήσεις τμημάτων ή προσωπικού που είναι απαραίτητα για την βελτίωση της αποδοτικότητας. Εκείνο δε που θα είναι αδύνατοείναι ο έλεγχος της ποιότηταςαφού οι περιφερικές μονάδες διατηρούν τις δικές τους διευθύνσεις υπηρεσιών. Επιπροσθέτως είναι απαράδεκτο στην εποχή μας οι διοικήσεις των ενοποιημένωνμονάδων με πολύ μεγάλου προϋπολογισμούς και σύνθετο έργο να μην διοικούνται από επαγγελματικά στελέχη αλλά από συμβούλια κομματικών φίλων των υπουργών και συνδικαλιστών που η πολυετής εμπειρία έχει δείξει τα τεράστια προβλήματα που έχουν δημιουργήσει. Αλήθεια έχασαν τίποτε τα νοσοκομεία που για ένα φωτεινό διάστημα διοικήθηκαν με τα συμβούλια που καθιέρωσε ο νόμος Αλέκου Παπαδόπουλου

* Είναι αδιανόητο το 2011 και ύστερα από τόσες συζητήσειςνα μην γίνεται κατανοητό από τους συγκροτήσαντες τη πρόταση πως πρέπει να επιλέγεται ο συντονιστής διευθυντής των τμημάτων που συγχωνεύονται. Υπενθυμίζουμε ότι η ιατρική είναι μια ταχέως εξελισσόμενη επιστήμη και τα κριτήρια επιλογής αυτών που θα διευθύνουν τα υπό συγχώνευση τμήματα οφείλουν να βάζουν τον πήχη πολύ ψηλότερα από την επιλογή των συντονιστών των σημερινών τμημάτων για προφανείς λόγους. Προτείνουμε λοιπόν την άμεση κρίση από τα συμβούλια αξιολόγησης με ειδικά κριτήρια από τα οποία πρέπει να απουσιάζει παντελώς έστω και σαν απλό κριτήριο αυτό της αρχαιότητας. Και βεβαίως να προστεθούν ειδικά κριτήρια με υψηλή προτεραιότητα που θα αφορούν την εκπαίδευση στη διοίκηση και αποδεδειγμένα αποτελέσματα εφαρμογής της όπως επίσης και τα πεπραγμένα των τμημάτων που διεύθυναν με έλεγχο των δεικτών αποτελεσματικότητας τους. Μόνο έτσι μπορεί να εξασφαλιστεί ότι τα νέα τμήματα θα διευθύνονται από συντονιστές που θα αντιλαμβάνονται το νέο ρόλο τους στο σύστημα.
Πηγή : Web Only