Δίκαιο έκτακτης ανάγκης το Μνημόνιο, σύμφωνα με το υπ. Οικονομικών

 

Της ΒΑΝΑΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ

«Δίκαιο έκτακτης ανάγκης αποτελούν οι νόμοι που επικύρωσαν το Μνημόνιο με στόχο την προστασία του εθνικού συμφέροντος και ειδικότερα την προστασία της ελληνικής οικονομίας από την κατάρρευση και τη διασφάλιση της χρηματοδότησης των δημοσίων πολιτικών στους τομείς της εθνικής ασφάλειας, της παιδείας, της υγείας και της κοινωνικής ασφάλισης».

Είναι το διά ταύτα του υπομνήματος που κατέθεσε στο Συμβούλιο της Επικρατείας το υπουργείο Οικονομικών προκειμένου να υπερασπίσει την πολιτική του Μνημονίου, την οποία εμφανίζει ως μονόδρομο για να σωθεί η χώρα. Υποστηρίζει ότι τα μέτρα των περικοπών είναι τα ηπιότερα δυνατά, ενόψει των καταστροφικών επιπτώσεων οιασδήποτε άλλης πολιτικής επιλογής, και ότι εάν δεν είχαν ληφθεί είναι βέβαιο ότι θα υπήρχε αδυναμία πληρωμής μισθών και συντάξεων.

Ενόψει της μεγάλης νομικής μάχης που θα δοθεί μετά τις εκλογές στην Ολομέλεια του δικαστηρίου (23 Νοεμβρίου), η κυβέρνηση μέσα στις 35 σελίδες του υπομνήματος παραθέτει όλα τα επιχειρήματα που κατά την άποψή της συνηγορούν στη θέση ότι οι νόμοι 3833 και 3845/2010 είναι όχι μόνο συμβατοί με το Σύνταγμα, αλλά και επιβεβλημένοι λόγω των συνθηκών.

«Ο προσωρινός περιορισμός δικαιωμάτων περιουσιακού ή ασφαλιστικού χαρακτήρα που επέρχεται με τους νόμους αυτούς είναι αναγκαίος και επιβαλλόμενος από τις συνθήκες και τη δημοσιονομική κατάσταση, προκειμένου να διασφαλιστεί η διατήρηση των δικαιωμάτων αυτών και η σταδιακή βελτίωσή τους μόλις αναταχθεί η δημοσιονομική κατάσταση της χώρας».

Στο βασικό επιχείρημα του ΔΣΑ και των άλλων φορέων που ζητούν την ακύρωση του νόμου 3845/2010 διότι δεν ψηφίστηκε με την ειδική πλειοψηφία των 3/5 των βουλευτών, η κυβέρνηση απαντά ότι ο επίμαχος νόμος δεν αναγνωρίζει αρμοδιότητες σε όργανα διεθνών οργανισμών και συνεπώς δεν απαιτείται αυξημένη πλειοψηφία.

«Οι δανειακές συμβάσεις», αναφέρει, «στις οποίες συμμετέχει και το ΔΝΤ, δεν αποτελούν διεθνείς συμφωνίες, βασίζονται στις συνθήκες σχετικά με την ΟΝΕ και εξυπηρετούν την τακτική δανειοδότηση του ελληνικού Δημοσίου στο βαθμό και για όσο χρόνο είναι αδύνατο για την Ελλάδα να απευθυνθεί στις αγορές με προσδοκία επίτευξης εύλογου κόστους δανεισμού».

Το υπουργείο Οικονομικών αποκρούει τα περί παραβίασης των συνταγματικών διατάξεων (22 παρ.2 και 23) και της ΕΣΔΑ και για την προστασία της περιουσίας, σημειώνοντας ότι τα μέτρα υπηρετούν την αρχή της αναλογικότητας. Παραπέμπει σε νομολογία του ΣτΕ, που έχει δεχθεί ότι η απαγόρευση των συνταγματικά κατοχυρωμένων συλλογικών διαπραγματεύσεων για γενικότερους λόγους κοινωνικού συμφέροντος, που συνδέονται με την εθνική οικονομία, είναι συμβατή με το Σύνταγμα και ότι ο περιορισμός των περιουσιακών δικαιωμάτων μπορεί να γίνει για λόγους δημόσιου συμφέροντος. Η εκτίμηση του δημόσιου συμφέροντος ανήκει στην εκτελεστική εξουσία, η οποία μπορεί να ελεγχθεί μόνο για υπέρβαση των ακραίων λογικών ορίων.