Ευθύνες στους αιμοδότες για την ερωτική τους ζωή

Προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος μετάδοσης του ΑΙDS

ΡΕΠΟΡΤΑΖ: Μίνα Μουστάκα

Την αλήθεια για την ερωτική τους ζωή είναι υποχρεωμένοι να δηλώνουν οι αιμοδότες στους γιατρούς, προκειμένου να αποτρέπεται ο κίνδυνος μετάδοσης του ΑΙDS.

Κι αυτό διότι τα παρεχόμενα μέσα στα νοσοκομεία δεν μπορούν να εντοπίσουν τον θανατηφόρο ιό αν η επιμόλυνση του αιμοδότη έχει συμβεί πριν από λίγες εβδομάδες ή ημέρες.

Στη βασική αυτή αρχή στηρίζεται διάταξη της Εισαγγελίας Εφετών Θεσσαλονίκης, που επιχειρεί να προσδιορίσει τα όρια της ποινικής ευθύνης αιμοδοτών και γιατρών, με απώτερο στόχο την προστασία των ασθενών που σε καθημερινή βάση έχουν ανάγκη από μεταγγίσεις αίματος. Η υπόθεση έφτασε στη Δικαιοσύνη με αφορμή τη μετάγγιση μολυσμένου με τον ιό του ΑΙDS αίματος σε δύο ασθενείς σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης. Πριν από περίπου τρία χρόνια αιμοδότης εμφανίστηκε στο νοσοκομείο και έδωσε αίμα που, όπως ετεροχρονισμένα διαπιστώθηκε, ήταν μολυσμένο.

Εις βάρος του αιμοδότη κινήθηκε ποινική διαδικασία και έχει παραπεμφθεί να λογοδοτήσει για τα αδικήματα της σωματικής βλάβης από αμέλεια και της παραβίασης των μέτρων πρόληψης μετάδοσης ασθενειών από αμέλεια. Εκείνος όμως, από την πλευρά του, οργανώνοντας και την υπεράσπισή του… έστρεψε τα βέλη του στους υπευθύνους της αιμοδοσίας του νοσοκομείου «κατηγορώντας» τους ότι δεν έλαβαν τα ενδεδειγμένα μέτρα που επιβάλλει η ιατρική επιστήμη, με αποτέλεσμα να επιμολυνθούν δύο ασθενείς, ενώ αν είχε προηγηθεί μοριακός έλεγχος στο αίμα του δεν θα επιβαρυνόταν η κατάσταση των ασθενών.

Δεν ανέφερε τίποτα
Ο δότης υποστήριξε από την πλευρά του ότι λίγες ημέρες πριν από την κρίσιμη αιμοδοσία ήρθε σε επαφή με τη σύντροφό του λαμβάνοντας όλα τα απαραίτητα μέτρα προφύλαξης, αλλά παρ΄ όλα αυτά μολύνθηκε με τον ιό του ΑΙDS. Ο ισχυρισμός του όμως ετέθη υπό αμφισβήτηση, καθώς η επιμόλυνση μπορεί να επέλθει μόνο με την ερωτική επαφή. Εξάλλου, κατά τη διάρκεια της αιμοδοσίας παραδόθηκε στον δότη το σχετικό έντυπο που αφορούσε την ερωτική του ζωή το οποίο και υπέγραψε χωρίς να αναφέρει οτιδήποτε στον εφημερεύοντα γιατρό.

Ο γιατρός με τη σειρά του, αφού παρέλαβε το συμπληρωμένο έντυπο χωρίς καμία σημείωση που θα τον έβαζε σε… υποψίες ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, προχώρησε στην αιμοληψία. Ο ιός του ΑΙDS- όπως επισημαίνεται και στην εισαγγελική διάταξη- δεν μπορεί να εντοπιστεί σε προθεσμία περίπου ενός μηνός μετά την επιμόλυνση και τυχόν έλεγχος αποβαίνει συνήθως αρνητικός. Επιπλέον, η μέθοδος του μοριακού ελέγχου (ΝΑΤ) δεν χρησιμοποιείται ακόμη σε όλα τα νοσοκομεία της χώρας. Για τον λόγο αυτό παραδίδεται στον αιμοδότη το έντυπο, στο οποίο υποχρεούται να αναγράψει την αληθινή ερωτική του ζωή για την αποφυγή ενδεχόμενης επιμόλυνσης άλλων ανυποψίαστων ασθενών.

Συνεκτιμώντας τα στοιχεία αυτά ο εισαγγελικός λειτουργός δέχεται ότι σε ανάλογες περιπτώσεις δεν μπορεί να αποδοθεί ποινική ευθύνη εις βάρος γιατρού ή άλλου παράγοντα της διοίκησης του νοσοκομείου, με το σκεπτικό ότι ο εξοπλισμός για το μηχάνημα ανίχνευσης του ιού του ΑΙDS είναι ζήτημα της πολιτείας και της οικονομικής δυνατότητας να εφοδιαστούν τα νοσοκομεία με τέτοιου είδους εξειδικευμένα μηχανήματα.