Τα παραπάνω ανέφεραν χθες σε συνέντευξη Τύπου οι Γεώργιος Παπαθεοδωρίδης, επίκ. καθηγητής Παθολογίας – Γαστρεντερολογίας, και Σπήλιος Μανωλακόπουλος, γαστρεντερολόγος – ηπατολόγος, λέκτορας Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, από το «Ιπποκράτειο» νοσοκομείο Αθηνών.
«Η ηπατίτιδα Β μεταδίδεται πολύ πιο εύκολα από τον HIV και αρκετοί ασθενείς παρουσιάζουν έντονα συμπτώματα (πυρετό, κόπωση, ίκτερο, σκούρα ούρα και αποχρωματισμένα κόπρανα). Μπορεί όμως να έχουν κολλήσει και να μην έχουν συμπτώματα!» τόνισε ο κ. Παπαθεοδωρίδης. Ενώ αναφερόμενος στην ηπατίτιδα C σημείωσε πως «το 80% των πασχόντων δεν εμφανίζει απολύτως κανένα σύμπτωμα. Με άλλα λόγια, η αρρώστια προχωράει χωρίς να την αντιληφθούμε και σιγά σιγά καταστρέφει το συκώτι του ασθενούς. Οταν στην ηπατίτιδα C εμφανιστούν τα πρώτα συμπτώματα, είναι συνήθως πολύ αργά».
«Οι ειδικές εξετάσεις αίματος για τις ηπατίτιδες γίνονται στις μονάδες και τα εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων της επικράτειας. Εκεί γίνεται μια απλή αιματολογική εξέταση, τα αποτελέσματα της οποίας είναι έτοιμα σε περίπου μία εβδομάδα», ανέφερε ο δρ Μανωλακόπουλος.
«Σήμερα η θεραπεία για τη χρόνια ηπατίτιδα Β είναι αποτελεσματική, με φάρμακα που υποβοηθούν το ανοσοποιητικό σύστημα στην μάχη του έναντι του ιού ή με αντιικά φάρμακα που εμποδίζουν άμεσα τον πολλαπλασιασμό του», τόνισε ο κ. Παπαθεοδωρίδης. Πρόσφατα κυκλοφόρησε και στη χώρα μας η δισοπροξιλική φουμαρική τενοφοβίρη, που χορηγείται και κατά του ιού HIV που προκαλεί το AIDS και η οποία αποτελεί μια σημαντική θεραπευτική επιλογή για ασθενείς σε όλα τα στάδια της νόσου. Η χρόνια ηπατίτιδα C θεραπεύεται με συνδυασμένη χορήγηση ενέσεων ιντερφερόνης, υποδόρια, μία φορά την εβδομάδα και δισκίων ριμπαβιρίνης καθημερινώς, ασχέτως της λήψης φαγητού. *