Τα κυβερνητικά σχέδια διάλυσης και ιδιωτικοποίησης του δημόσιου και δωρεάν συστήματος Υγείας καλά κρατούν. Έτσι, μετά τα απογευματινά επί πληρωμή χειρουργεία και τις λοιπές επί πληρωμή ιατρικές πράξεις μέσα στα δημόσια νοσοκομεία, το υπουργείο Υγείας προχωρά στο θέμα της εισόδου ιδιωτών γιατρών στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.
Σήμερα, λοιπόν, ο Άδ. Γεωργιάδης και η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Ειρήνη Αγαπηδάκη ανακοίνωσαν μέτρα για τη δεύτερη φάση μεταρρύθμισης στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ). Μεταξύ των μέτρων αυτών, περιλαμβάνεται η αναφορά πως στο θέμα του προσωπικού γιατρού, ο πολίτης μπορεί να επιλέξει ιδιώτη γιατρό, τον οποίο όμως θα πληρώνει από την τσέπη του.
Μπορεί λοιπόν η κυβέρνηση Μητσοτάκη να έχει επενδύσει πολλά στο αφήγημα περί του προσωπικού γιατρού (είχε μάλιστα προαναγγείλει πως θα έμπαινε σε πλήρη λειτουργία από την 1η Ιανουαρίου 2023), ωστόσο αποδεικνύεται συνεχώς πως ο αναγκαίος προσωπικός (ή οικογενειακός) γιατρός δεν είναι για τη Ν.Δ. τίποτα άλλο παρά το όχημα συρρίκνωσης των παροχών Υγείας. Και δεν διστάζει να καλεί τον πολίτη να πληρώσει για το μέτρο αυτό, το οποίο θα έπρεπε να είναι δωρεάν για όλους.
Μπροστά στις τεράστιες ελλείψεις γιατρών που υπάρχουν το υπουργείο ανακοίνωσε πως η δεξαμενή για τον προσωπικό γιατρό είναι όσοι υπηρετούν στην ΠΦΥ του δημοσίου τομέα (2.015 γιατροί) και όσοι έχουν δηλώσει συμμετοχή στο θεσμό από τον ιδιωτικό τομέα (1.272 γιατροί). Παράλληλα, μετατρέπεται ο θεσμός του αγροτικού γιατρού, με τους αποφοίτους των ιατρικών σχολών να υπηρετούν στα Περιφερειακά Ιατρεία ως “προσωπικοί γιατροί”, ενώ καταργείται το Foundation Year που είχε θεσμοθετήσει η Μίνα Γκάγκα.
Έτσι δημιουργείται δεξαμενή με ιδιώτες γιατρούς, τους οποίους μπορούν να επιλέγουν οι πολίτες. Αυτό σημαίνει ότι εάν ένας πολίτης δυσκολεύεται να βρει προσωπικό γιατρό από το δημόσιο (λόγω των μεγάλων ελλείψεων σε προσωπικό που υπάρχουν), θα αναγκάζεται να καταφύγει σε ιδιώτη, την οποία θα πρέπει να τον πληρώνει ο ίδιος.
Σύμφωνα με την κ. Αγαπηδάκη, το νέο που έρχεται είναι ότι οι θέσεις γιατρών θα ανοίγουν ανά δήμο, ώστε ο πολίτης να βρίσκει γιατρό κοντά στην κατοικία του. Επιπλέον θα δοθούν κίνητρα στον γιατρό ώστε οι εγγεγραμμένοι πολίτες να αξιοποιούν τα προγράμματα προσυμπτωματικού ελέγχου. Τα κενά σήμερα για να καλυφθεί ο πληθυσμός ανέρχονται σε 1.370, με το 60% να αφορά την Αττική. Μέχρι σήμερα έχουν εγγραφεί 5 εκατ. πολιτες, δηλαδή το 56% του πληθυσμού.
Αξιολόγηση και πανεπιστημιακά Κέντρα Υγείας
Την ίδια στιγμή δρομολογείται η αξιολόγηση των γιατρών, με κίνητρα αλλά και «τιμωρίες» για τους γιατρούς. Όπως ανακοινώθηκε, εισάγονται δείκτες παρακολούθησης του έργου του προσωπικού γιατρού και προβλέπονται ποινές στους γιατρούς που δεν θα καλύψουν τους στόχους.
Εξάλλου, ανακοινώθηκε ότι δημιουργούνται 7 πανεπιστημιακά Κέντρα Υγείας, τα οποία θα είναι συνδεδεμένα με τις Ιατρικές Σχολές (ΕΚΠΑ, ΑΠΘ, Λάρισα, Ιωάννινα, Αλεξανδρούπολη και Ηράκλειο) και θα αποτελούν «κέντρα» εκπαίδευσης των γιατρών. Ωστόσο το υπουργείο δεν έχει δώσει ακόμα τις απαραίτητες διευκρινήσεις για το τι ακριβώς σημαίνει αυτό, αφήνοντας θολό μέχρι στιγμής το τοπίο.
Σύμφωνα με τους κυβερνητικούς αξιωματούχους, το κάθε πανεπιστημιακό Κέντρο θα έχει 4 μέλη ΔΕΠ (5 για Αθήνα και Θεσσαλονίκη) κατάλληλα εκπαιδευμένα για να παρέχουν ΠΦΥ. Ο ορίζοντας υλοποίησης είναι έως το τέλος του 2024. Τουλάχιστον 30 καθηγητές Ιατρικής θα ενταχθούν στο δυναμικό των νέων πανεπιστημιακών Κέντρων Υγείας. Σε αυτά τα κέντρα υγείας θα λειτουργεί και τηλεϊατρική για τις εξ αποστάσεως εξετάσεις.