Η γιατρός κατά της βίας έπεσε θύμα βίας, όμως…

…παρά την περιπέτεια που είχε δεν ζήτησε τη δίωξη των δραστών

Της Λινας Γιανναρου

Το ερώτημα –έστω και υποσυνείδητα– βασανίζει κάθε έναν που ασχολείται με την περίθαλψη, τη βοήθεια, την προστασία μειονοτικών ομάδων, μεταναστών, «ξένων»: «Τι θα γινόταν εάν κάποιοι από αυτούς τους ανθρώπους στρέφονταν κάποια στιγμή εναντίον μου, εναντίον της οικογένειάς μου; Θα άλλαζα στάση; Θα νόθευα τις αρχές μου;». Εδώ και λίγες ημέρες, η κ. Μαρία Πίνιου – Καλλή έχει δώσει την απάντησή της. Αυτό είναι και το μόνο θετικό που βγήκε από την απίστευτη περιπέτειά της.

Ηταν το βράδυ της Κυριακής 31ης Ιανουαρίου –ξημερώματα προς Δευτέρα– όταν η κ. Πίνιου – Καλλή, γιατρός και ιδρύτρια το 1989 του περίφημου Ιατρικού Κέντρου Αποκατάστασης Θυμάτων Βασανιστηρίων, παρέα με μία φίλη της έβγαιναν από το γνωστό καλλιτεχνικό στέκι «Αλεκτον» στον Κεραμεικό. «Ηταν γύρω στις 2 το βράδυ και θυμάμαι ότι η βραδιά ήταν πολύ ευχάριστη, φύσαγε ένα ελαφρύ αεράκι, δεν έκανε κρύο», λέει στην «Κ». Ούτε 50 μέτρα δεν έκαναν και εμφανίστηκε ένα ταξί, θα το μοιράζονταν.

Πέντε άτομα

Πρώτη μπαίνει η φίλη της, ενώ η Μαρία κάνει τον γύρο του αυτοκινήτου για να μπει από την άλλη πλευρά. Είχε μπει σχεδόν η μισή μέσα όταν είδε μια ομάδα πέντε ατόμων να πετάγονται από μία γωνία και να έρχονται προς το μέρος της.

«Ηθελαν να μου πάρουν την τσάντα. Ηταν κρεμασμένη, όμως, στον ώμο μου, οπότε με τράβηξαν κι εμένα κάτω και άρχισαν να με σέρνουν στο οδόστρωμα». Μεγάλη ήταν η ατυχία της που, την ώρα της επίθεσης, ούτε ο οδηγός του ταξί ούτε η φίλη της αντιλήφθηκαν το παραμικρό, συνομιλώντας έντονα μεταξύ τους. Αντίθετα, από τις φωνές βγήκαν έξω οι θαμώνες παρακείμενου μπαρ. «Το θέαμα που αντίκρισαν πρέπει να ήταν τρομακτικό, μια κι επειδή εγώ πέφτοντας από το ταξί πλάκωσα την τσάντα μου, η ομάδα των νεαρών με χτυπούσε ανελέητα στο πρόσωπο, στα πλευρά, σε όλο το σώμα», διηγείται η κ. Πίνιου – Καλλή.

«Τους κυνήγησαν, αλλά μου είχαν ήδη αποσπάσει την τσάντα κι έτρεχαν. Δεν τους έπιασαν». Από τις πρώτες στιγμές είχε αντιληφθεί ότι οι δράστες δεν ήταν Ελληνες και καθώς παρέμενε αιμόφυρτη στο οδόστρωμα, συνειδητοποιούσε ότι το ψυχολογικό σοκ ήταν μεγαλύτερο και από τον σωματικό πόνο. «Πρέπει να καταλάβετε ότι για μένα ήταν διπλό το χτύπημα. Είκοσι πέντε χρόνια ασχολούμαι με μετανάστες και ξαφνικά βρέθηκα κάτω από τις μπότες τους, να με κλωτσούν. Ενιωσα την τρομακτική βία, αυτή που έχω εκπαιδευθεί να αναγνωρίζω στους άλλους και να προσπαθώ να την θεραπεύσω».

Την επόμενη κιόλας μέρα, η αστυνομία ειδοποίησε την κ. Πίνιου – Καλλή ότι κάποια από τα πράγματά της είχαν βρεθεί – τα είχε πάνω του νεαρός Βούλγαρος που είχε συλληφθεί. Δεκαεννιά χρόνων παιδί. «Ελάτε στο τμήμα να καταθέσετε μήνυση», της είπαν. «Θυμάμαι, καθόμουν στο κρεβάτι, ακόμα σε μαύρα χάλια και σκεφτόμουν αυτό το παιδί. Σκεφτόμουν και όλους τους άλλους, τους υπεύθυνους για πολύ πιο σοβαρά αδικήματα που βρίσκονται όμως έξω, ανενόχλητοι συνεχίζουν τη ζωή τους. Μήπως για ένα 19χρονο παιδί δεν είναι αρκετή τιμωρία αυτό που περνάει ήδη; Να βρίσκεται στα κρατητήρια της Ομόνοιας;» Δεν δέχθηκε να την επισκεφθεί ιατροδικαστής, παρά ξεκίνησε για το αστυνομικό τμήμα. Ο νεαρός της φώναζε από μακριά: «Κυρία, είδες εμένα; Εμένα είδες να σου παίρνω την τσάντα;» «Το μόνο που του είπα εγώ ήταν “θα το έκανες αυτό στη μητέρα σου;”»

«Τι θα γίνει, λοιπόν; Θα κάνετε μήνυση;» Ο αστυνόμος ήταν ανυπόμονος. «Φυσικά», πήρε την απάντηση από την κ. Καλλή, που συνέχισε: «Θα τον γράψετε, όμως, σε κάποιο κολέγιο να μάθει γράμματα που δεν ξέρει; Θα του φέρετε ψυχολόγο να καταπραΰνει τις πληγές του; Θα του κόψετε κι έναν κοινωνικό μισθό να μην αναγκάζεται να κλέβει για να ζει;» «Ε, όχι». «Τότε, λυπάμαι, δεν κάνω καμία μήνυση.»

Φυσικά, παρ’ ότι η ίδια δεν κατέθεσε ποτέ μήνυση, ο νεαρός Βούλγαρος θα βρεθεί ενώπιον της Δικαιοσύνης μέσω της αυτόφωρης διαδικασίας. Οπως αποδείχθηκε, το παιδί δεν συμμετείχε στην επίθεση. Ηταν ένας από τους λεγόμενους «κούριερ» που χρησιμοποιούν τέτοιες ομάδες προκειμένου να μεταφέρουν τα κλεμμένα…

Trafficking ναι, βασανιστήρια όχι

«Βάλτε κι εσείς λίγο… trafficking!» Αυτήν την απάντηση έλαβαν, ανεπισήμως φυσικά, τα μέλη του ελληνικού Ιατρικού Κέντρου για την Αποκατάσταση Θυμάτων Βασανιστηρίων (ΙΚΑΘΒ) από αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, όταν πριν από λίγους μήνες τούς ανακοινώθηκε ότι διακόπτεται οριστικά η χρηματοδότηση του Κέντρου. Το trafficking σήμερα «πουλάει», τα βασανιστήρια όχι και τόσο… Το ΙΚΑΘΒ ιδρύθηκε το 1989 από έναν πυρήνα μελών του ελληνικού τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας, ως αστική εταιρεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με στόχο την ιατρική, ψυχολογική, κοινωνική και νομική βοήθεια στα θύματα βασανιστηρίων. Το ΙΚΑΘΒ αποτελούσε μέρος του Διεθνούς Συμβουλίου Κέντρων Αποκατάστασης Θυμάτων Βασανιστηρίων (IRCT), πρόεδρος του οποίου έχει διατελέσει η κ. Μαρία Πίνιου – Καλλή (1998-2003).

Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας 1990, το Κέντρο στηριζόταν στις εθελοντικές προσφορές. Τότε, όμως, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να χορηγεί 11 εκατ. ευρώ ετησίως για αποκατάσταση θυμάτων βασανιστηρίων, ενώ τα τελευταία τρία χρόνια η χρηματοδότησή του προερχόταν κατά 50% από την Επιτροπή. Για τη συντήρηση, άλλωστε, του Κέντρου απαιτούνταν περισσότερα από 250.000 ευρώ τον χρόνο. Δεν επρόκειτο για μια απλή ΜΚΟ, αλλά για ένα πρότυπο κέντρο υγείας. Κάθε χρόνο, το Κέντρο δεχόταν 100 – 150 άτομα, ενώ υπολογίζεται ότι πάνω από το 20% των αιτούντων άσυλο στη χώρα μας είναι θύματα βασανιστηρίων (περισσότεροι από 5.000 άνθρωποι) – ελάχιστοι όμως κατόρθωναν να φθάσουν στις υπηρεσίες του. Εδώ κι ένα χρόνο περίπου, το Κέντρο παραμένει κλειστό λόγω έλλειψης οικονομικών πόρων. «Δεν πρόκειται να μεταλλάξω τους στόχους του κέντρου για να πάρω χρηματοδότηση», λέει η κ. Καλλή στην «Κ». «Είμαι ειδική στα θύματα βασανιστηρίων – και όποιος νομίζει ότι το φαινόμενο του βασανισμού έχει εκλείψει, απατάται».