Η νέα φορολογική κλίμακα

Συντελεστής 45% για εισοδήματα άνω των 100.000 ευρώ
Επανέρχονται τα τεκμήρια

Των Προκοπη Xατζηνικολαου -Σωτηρη Nικα

Αφoρολόγητο όριο 12.000 ευρώ, ανώτατο φορολογικό συντελεστή 45% για εισοδήματα άνω των 100.000 ευρώ, φορολόγηση με 20% της ακίνητης περιουσίας που εκμεταλλεύεται η εκκλησία, και εισαγωγή του λογιστικού προσδιορισμού από το 2011, προβλέπει μεταξύ άλλων το σχέδιο νόμου «Αποκατάσταση της φορολογικής δικαιοσύνης και αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής» οι βασικές αρχές του οποίου δημοσιοποιήθηκαν χθες.

Ειδικότερα:

-Η νέα κλίμακα αφορά τα εισοδήματα του 2010 και θα είναι ενιαία για όλους τους φορολογούμενους. Αυτό σημαίνει ότι καταργείται η κλίμακα των ελεύθερων επαγγελματιών (προβλεπόταν μικρότερο αφορολόγητο όριο 10.500 ευρώ). Η νέα κλίμακα προβλέπει αφορολόγητο όριο 12.000 ευρώ και οκτώ φορολογικά κλιμάκια (βλ. πίνακα).

-Το αφορολόγητο όριο των 12.000 ευρώ δεν θεωρείται εξασφαλισμένο δεδομένου ότι πλέον θα συνδέεται με τις ετήσιες δαπάνες. Ανάλογα με το εισόδημα κάθε φορολογούμενου η εφορία θα απαιτεί συγκεκριμένο αριθμό αποδείξεων προκειμένου να αναγνωρίζει το αφορολόγητο των 12.000 ευρώ.

-Για την εξασφάλιση του αφορολογήτου ορίου απαιτούνται αποδείξεις ανάλογα με το ύψος του εισοδήματος ως εξής:

α) για εισόδημα ύψους 6.000 ευρώ δεν χρειάζονται αποδείξεις

β) για εισόδημα έως 12.000 ευρώ αποδείξεις ίσες με το 10% του εισοδήματος (1.200 ευρώ) και

γ) για το τμήμα από 12.001 έως 48.000 ευρώ, αποδείξεις ίσες με το 30% του εισοδήματος.

-Με τις προωθούμενες αλλαγές φορολογούμενος με εισόδημα ύψους 30.000 ευρώ χρειάζεται αποδείξεις ύψους 6.600 ευρώ για να εξασφαλίσει το αφορολόγητο όριο. Με 20.000 ευρώ χρειάζεται αποδείξεις ύψους 3.600 ευρώ.

-Φορολογούμενος με εισόδημα 25.000 ευρώ προκειμένου να εξασφαλίσει το αφορολόγητο όριο θα πρέπει να συγκεντρώσει αποδείξεις αξίας 5.100 ευρώ.

-Οταν οι δαπάνες είναι περισσότερες από τις απαιτούμενες και μέχρι του ποσού των 15.000 ευρώ ο φορολογούμενος δικαιούται μείωση φόρου ίση με το 10% της διαφοράς μεταξύ του ποσού των απαιτούμενων για το αφορολόγητο δαπανών και αυτού των δηλούμενων.

-Οταν οι δαπάνες είναι λιγότερες από τις απαιτούμενες, ο φορολογούμενος επιβαρύνεται με ποσοστό φόρου ίσο με το 10% του ποσού των δαπανών που υπολείπεται. Δηλαδή εάν χρειαζόταν αποδείξεις ύψους 4.000 ευρώ και προσκομίσει στην εφορία 3.000 ευρώ σε αποδείξεις θα πληρώσει επιπλέον το ποσό των 100 ευρώ.

-Οπως προκύπτει με τη νέα κλίμακα τα χαμηλά εισοδήματα και μεσαία εισοδήματα μέχρι το ποσό των 40.000 ευρώ θα καταβάλλουν λιγότερους φόρους στο ελληνικό Δημόσιο.

-Καταργούνται οι περιπτώσεις αδικαιολόγητης αυτοτελούς φορολόγησης εισοδημάτων. Οι περιπτώσεις αυτές εντάσσονται στην ενιαία κλίμακα φορολογίας εισοδήματος. Εξαιρούνται μόνο οι τόκοι των τραπεζικών καταθέσεων και των ελληνικών κρατικών ομολόγων για τους οποίους διατηρούνται οι ισχύουσες διατάξεις.

Συγκεκριμένα, καταργείται η αυτοτελής φορολόγηση των διαφόρων επιδομάτων και αποζημιώσεων των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα, των εισοδημάτων από την υπογραφή συμβολαίων ποδοσφαιριστών, προπονητών κ.λπ., των αμοιβών όσων εκλέγονται στην Τοπική Αυτοδιοίκηση κ.α.

-Καταργούνται οι απαλλαγές από τη φορολογία εισοδήματος ή η φορολόγηση εισοδημάτων με ειδικούς συντελεστές.

Τεκμαρτό ετήσιο κόστος

Σύμφωνα με το σχέδιο της κυβέρνησης για τον υπολογισμό των τεκμηρίων διαβίωσης θα λαμβάνεται υπόψη ένα τεκμαρτό ετήσιο κόστος συντήρησης και λειτουργίας κατοικιών, αυτοκινήτων, σκαφών αναψυχής, εναέριων μέσων, πισινών, διδάκτρων, οικιακών βοηθών κ.ά. προκειμένου να εκτιμηθεί ένα τεκμαρτό εισόδημα ως ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα.

Το τεκμαρτό κόστος διαβίωσης δεν εξαντλεί τη φορολογική υποχρέωση του φορολογούμενου ο οποίος θα υπόκειται σε έλεγχο όσον αφορά την ακριβή δήλωση των εισοδημάτων του. Επίσης λειτουργεί ως βάση για την καταρχήν αξιολόγηση από τις φορολογικές αρχές της ειλικρίνειας του δηλούμενου εισοδήματος στο πλαίσιο του ανωτέρω συστήματος μορίων κινδύνου. Το μέτρο αυτό δεν περιλαμβάνει τους συνταξιούχους.

Ουσιαστικά η κυβέρνηση επιχειρεί με αυτό τον τρόπο να φέρει στην επιφάνεια τα αδήλωτα εισοδήματα κυρίως των ελεύθερων επαγγελματιών, οι οποίοι σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών δηλώνουν εισοδήματα φτώχειας ωστόσο, διατηρούν και συντηρούν ακίνητα μεγάλης αξίας, αυτοκίνητα πολυτελείας κ.λπ.