Λείπει η αξιολόγηση, λένε οι γιατροί

Το πόρισμα για τον καρδιοχειρουργό στο Ιπποκράτειο, η κλήση του σε απολογία από τον ΙΣΑ, οι νέες καταγγελίες

Της Πεννυς Μπουλουτζα

Την απουσία ουσιαστικής αξιολόγησης των λειτουργών του ΕΣΥ, που κατέδειξε με τον πιο περίτρανο τρόπο η υπόθεση του καρδιοχειρουργού του Ιπποκράτειου Νοσοκομείου που χειρουργούσε επί σειράν ετών έχοντας πλαστά πιστοποιητικά ειδικότητας, καταγγέλλουν ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών και οι εκπρόσωποι των νοσοκομειακών γιατρών ζητώντας την αλλαγή του σχετικού θεσμικού πλαισίου.

Την ίδια στιγμή, συνεχίζεται η εισαγγελική έρευνα για την υπόθεση του καρδιοχειρουργού, στην οποία προστέθηκε στις αρχές του μήνα και το σχετικό πόρισμα των Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας, ενώ και ο ΙΣΑ έχει κινήσει τις διαδικασίες για τον πειθαρχικό έλεγχο του γιατρού. Οπως μάλιστα αναφέρει το πόρισμα των επιθεωρητών -το οποίο έχει στην κατοχή της η «Κ»- ο γιατρός φέρεται να «κατήρτισε ο ίδιος ή μέσω τρίτου πλαστά έγγραφα (σ.σ. για την ειδίκευσή του στη θωρακοχειρουργική) των οποίων έκανε και εξακολουθεί να κάνει χρήση και για το λόγο αυτό είναι υπαίτιος του πειθαρχικού παραπτώματος και ποινικού αδικήματος της πλαστογραφίας και χρήσης πλαστού εγγράφου».

Σύμφωνα με τα όσα είπε στην «Κ» ο πρόεδρος του ΙΣΑ κ. Σ. Ρηγάκης, αρχικά θα ζητηθεί η απολογία του εν λόγω γιατρού και μετά θα κριθεί από το Δ.Σ. εάν και πότε θα παραπεμφθεί στο πειθαρχικό. Σχολιάζοντας την υπόθεση τονίζει: «Αποδεικνύεται ότι υπάρχουν ελλείμματα στις διαδικασίες» και προσθέτει ότι οι Ιατρικοί Σύλλογοι όσον αφορά τον έλεγχο των δικαιολογητικών των γιατρών, είναι «στα αζήτητα». Οπως εξηγεί, οι Σύλλογοι τελούν μία γραφειοκρατική πράξη (σ.σ. εγγραφή στα μητρώα), ενώ όλες οι διαδικασίες για την άδεια άσκησης επαγγέλματος και για λήψη ειδικότητας γίνονται από τις νομαρχίες και τις υπηρεσίες του υπουργείου Υγείας.

Ο κ. Ρηγάκης επεσήμανε και το έλλειμμα ουσιαστικής αξιολόγησης των στελεχών, που -όπως είπε- δεν αφορά μόνο το ΕΣΥ αλλά διέπει όλο τον δημόσιο τομέα. «Αλλά ακόμα και όπου γίνεται αξιολόγηση», πρόσθεσε, «δεν γνωρίζω κατά πόσο αυτή είναι ουσιαστική». Σημειώνεται ότι θεσμικά υπάρχει πρόβλεψη για συστηματική αξιολόγηση των γιατρών του ΕΣΥ, ανεξάρτητα από τις κρίσεις για την κατάληψη κάποιας θέσης στο σύστημα, όπως άλλωστε ισχύει σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπως η Αγγλία, η Γερμανία ή η Γαλλία. Ωστόσο, ουσιαστικά αυτό το θεσμικό πλαίσιο ουδέποτε ενεργοποιήθηκε.

Την παθογένεια του συστήματος κρίσεων των γιατρών του ΕΣΥ επισημαίνει στην «Κ» και ο πρόεδρος της Ενωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αθηνών Πειραιώς (ΕΙΝΑΠ) και της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος (ΟΕΝΓΕ), κ. Στ. Τσούκαλος. Οπως τονίζει, «σήμερα υπάρχει «ψευδεπίγραφη» εξέλιξη των γιατρών τουλάχιστον έως τη θέση του αναπληρωτή διευθυντή. Οι κρίσεις για την κατάληψη των οργανικών θέσεων γίνονται από πενταμελή συμβούλια που στη σύνθεσή τους κρίνουν φακέλους και έγγραφα -η γνησιότητα των οποίων δεν ελέγχεται- και όχι προσωπικά τους γιατρούς».

Για «ελαστικά» κριτήρια και «διάτρητες διαδικασίες» στις κρίσεις για τοποθετήσεις σε θέσεις του ΕΣΥ αλλά και επαναξιολογήσεις των γιατρών», κάνει λόγο στην «Κ» ο κ. Δ. Βαρνάβας, μέλος της γραμματείας της ΟΕΝΓΕ που τονίζει ότι «έχουμε επισημάνει κατ’ επανάληψη στους υπουργούς Υγείας ότι πρέπει να αλλάξει το θεσμικό πλαίσιο. Δεν το αλλάζουν, επειδή τους εξυπηρετεί πολιτικά και κομματικά». Ο κ. Βαρνάβας αναφέρεται ειδικά στους «διευθυντές γιατρών του ΕΣΥ σε προσωποπαγή θέση». Οπως εξηγεί, αρκετά συχνά παρατηρείται το εξής: Από τους π.χ. τέσσερις υποψηφίους γιατρούς για τη θέση του διευθυντή επιλέγεται ο «αρεστός» των διοικούντων το σύστημα. Ακόμα και εάν άλλος υποψήφιος με καλύτερα προσόντα για τη θέση δικαιωθεί μέσω μακροχρόνιων νομικών διαδικασιών, ο «αρεστός» μπορεί να παραμείνει διευθυντής σε προσωποπαγή θέση.