Λειτουργούν χωρίς ειδικευμένους γιατρούς

Της Πεννυς Μπουλουτζα

Χωρίς την παρουσία ειδικευμένων γιατρών λειτουργούν τα βιοχημικά εργαστήρια μεγάλων νοσοκομείων της Αθήνας. Στην καταγγελία αυτή προέβη η Πανελλήνια Ενωση Ιατρικής Βιοπαθολογίας, που κατέθεσε την περασμένη Τρίτη αναφορά στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, διαμαρτυρόμενη για την τακτική των διοικήσεων μεγάλων νοσοκομείων να προχωρούν στην πρόσληψη και ανάθεση καθαρά ιατρικών πράξεων σε επιστήμονες που δεν είναι γιατροί, όπως χημικοί και βιολόγοι.

Στην αναφορά επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τις ισχύουσες νομοθετικές διατάξεις, η διενέργεια ιατρικών πράξεων ανατίθεται αποκλειστικά και μόνον σε ιατρούς, οι οποίοι φέρουν και την απαιτούμενη άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, καθώς και ότι «κάθε εργαστηριακή εξέταση είναι ιατρική πράξη, κατά νόμον και ως τοιαύτη πρέπει κατά συνέπεια να ενεργείται αποκλειστικά και μόνον από γιατρούς».

Η Πανελλήνια Ενωση Ιατρικής Βιοπαθολογίας, στην αναφορά της εστιάζει σε μεγάλα νοσοκομεία του Λεκανοπεδίου μεταξύ των οποίων τα: Αγιος Σάββας, Γ. Γεννηματάς, Σωτηρία, Σισμανόγλειο, ΚΑΤ, Τζάνειο, Κρατικό Νίκαιας κ.ά., στα οποία όπως υπογραμμίζεται «οι αρμόδιες διοικήσεις, αλλά και η αρμόδια προϊστάμενη αρχή του υπουργείου Υγείας και Πρόνοιας, ανέχονται τη λειτουργία εργαστηριακών ιατρικών τμημάτων (βιοχημικών) με επιστημονικούς υπευθύνους μη ιατρούς, δίχως την απαιτούμενη παρουσία ειδικευμένου γιατρού αντίστοιχης ειδικότητος, στα τμήματα δε αυτά εκπαιδεύονται ειδικευόμενοι ιατροί και διενεργούνται ιατρικές πράξεις (εργαστηριακές εξετάσεις) από μη ιατρούς». Και τονίζεται στην αναφορά η λειτουργία των ιατρικών αυτών τμημάτων εν απουσία ειδικευμένου ιατρού, εγκυμονεί «κινδύνους για την υγεία των εις αυτά νοσηλευομένων και κατ’ επέκτασιν για την δημόσια υγεία».

Οπως διευκρίνισε μιλώντας στην «Κ» ο πρόεδρος του Δ.Σ. της Πανελλήνιας Ενωσης Ιατρικής Βιοπαθολογίας, ιατρός βιοπαθολόγος και διευθυντής του Βιοχημικού Τμήματος στο Ασκληπιείο Βούλας κ. Πλάτων Δήμου, η παρουσία ειδικού γιατρού κρίνεται απαραίτητη για την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων των εργαστηριακών εξετάσεων και την ανακάλυψη ενδεχόμενου λάθους (π.χ. εξαιτίας βλάβης του εξοπλισμού). Επιπλέον, ο ειδικός εργαστηριακός γιατρός έχει τη γνώση να συνεργαστεί με τον κλινικό γιατρό και με βάση την εργαστηριακή εικόνα του ασθενούς να συμβάλει ουσιαστικά στη διάγνωση και στην επιλογή της κατάλληλης θεραπείας. Αλλωστε η ίδια η πολιτεία αναγνωρίζει τη σημασία της παρουσίας του εξειδικευμένου γιατρού, αφού οποιοδήποτε εργαστήριο και διαγνωστικό κέντρο στον ιδιωτικό τομέα, για να λάβει άδεια λειτουργίας χρειάζεται να έχει ως επιστημονικά υπεύθυνο βιοπαθολόγο.

«Η απουσία εξειδικευμένων γιατρών έχει και σοβαρές επιπτώσεις στην εκπαίδευση των ειδικευόμενων, η οποία σε αυτή την περίπτωση ουσιαστικά δεν γίνεται όπως θα έπρεπε, από επιστήμονες που δεν είναι γιατροί», επισημαίνει ο κ. Δήμου. Σημειώνεται ότι η εκπαίδευση του βιοπαθολόγου είναι πέντε έτη, εκ των οποίων ένα έτος είναι στη βιοχημεία.