Να καλυφθούν οι ελλείψεις στην περιφέρεια

Tου Γιαννη Tουντα*

Οχρόνος και το κόστος μετακίνησης των ασθενών αλλά και των συγγενικών τους προσώπων, η απώλεια εργάσιμου χρόνου, η παραμονή σε ένα «ξένο» μέρος και η συνεπαγόμενη ψυχική κόπωση, αποτελούν σοβαρά προβλήματα με σημαντικές κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις. Σοβαρό όμως πρόβλημα δημιουργείται και από το γεγονός ότι εξαιτίας της μετακίνησης των ασθενών, οι περισσότερες μονάδες υγείας στην περιφέρεια υπολειτουργούν. Σε πολλά περιφερειακά νοσοκομεία η μέση ετήσια πληρότητα δεν ξεπερνά το 50-60%, ενώ τα Κέντρα Υγείας τα χρησιμοποιεί μόνο το 20% του τοπικού πληθυσμού, όταν τα μεγάλα νοσοκομεία της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης είναι υπερπλήρη με ράντζα και μεγάλες σειρές αναμονής.

Δεν χρειαζόμαστε, λοιπόν, περισσότερες υποδομές στην περιφέρεια για να λυθεί το πρόβλημα της εκροής των ασθενών. Αυτό που πρωτίστως χρειάζεται είναι να στελεχωθούν επαρκώς οι περιφερειακές μονάδες (τα Κέντρα Υγείας λειτουργούν με το ½ του προβλεπόμενου προσωπικού), να αποκτήσουν σύγχρονο εξοπλισμό και μάνατζμεντ για να μπορέσουν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του τοπικού πληθυσμού.

Από την άλλη, ασφαλώς και υπάρχουν ορισμένες ελλείψεις σε υποδομές και υπηρεσίες που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν, όπως ειδικά ογκολογικά ή παιδιατρικά νοσοκομεία, κέντρα αποκατάστασης, κ.ά. Επειδή όμως το Δημόσιο, τουλάχιστον για το ορατό μέλλον, δεν θα είναι σε θέση για νέες μεγάλες επενδύσεις, θα πρέπει να γίνει προσεκτικός επανασχεδιασμός των αναγκαίων υπηρεσιών υγείας και με βάση αυτόν να επιχειρηθούν οι απαραίτητες αλλαγές χρήσης, συγχώνευσης ή και κατάργησης ακόμα κλινικών, εργαστηρίων και άλλων μονάδων υγείας. Για όλα αυτά, όμως, χρειάζεται να ολοκληρωθεί ο Χάρτης Υγείας της χώρας, όπως χρειάζεται και μια πιο τολμηρή αλλά και πιο «υγιή» συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα.

* Ο κ. Γιάννης Τούντας είναι Αν. Καθηγητής Κοινωνικής Ιατρικής Κέντρο Μελετών Υπηρεσιών Υγείας Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών