Οι… δεσμοί με τις εταιρείες φαρμάκων

Της Λινας Γιανναρου

Κάτι σάπιο θα πρέπει να υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας ή έστω στον τρόπο που οι φαρμακευτικές εταιρείες «κάνουν δουλειές» στη χώρα μας -και παντού-, όταν αυτός έχει σαν αποτέλεσμα κάποιοι από εμάς να «φορτώνονται» φάρμακα χωρίς λόγο. Μπορεί η μόνιμη επωδός των εμπλεκομένων (γιατρών, εταιρειών κ. λπ.) να είναι ότι «δεν βλάπτεται ο ασθενής», αφού όλα τα σκευάσματα «δουλεύουν», αλλά ποιος διαβεβαιώνει ότι δεν γίνεται άσκοπη συνταγογράφηση;

«Κανείς» απαντά στην «Κ»  έμπειρος γιατρός, γενικός χειρουργός στην ειδικότητα, που επιθυμεί για ευνόητους λόγους να διατηρήσει την ανωνυμία του. «Οι ασθενείς δεν θα πρέπει να φοβούνται ότι θα πάρουν “κακό” φάρμακο, αλλά ότι… θα πάρουν φάρμακο χωρίς λόγο». Οπως εξηγεί, οι φαρμακευτικές εταιρείες προσπαθούν να προωθήσουν τα φάρμακά τους και για να το επιτύχουν προσφέρουν διάφορα ανταλλάγματα. «Ακόμα και υψηλά χρηματικά ποσά – ανάλογα με τη βαθμίδα του γιατρού. Η διοργάνωση συνεδρίων είναι επίσης πολύ συνηθισμένος τρόπος προώθησης σκευασμάτων. Παλιότερα, μάλιστα, σου προσέφεραν ταξίδια αναψυχής, τα οποία δεν συνδυάζονταν καν με κάποιο συνέδριο! Ευτυχώς αυτά έχουν κοπεί τώρα». Σύμφωνα με τον ίδιο, το σύστημα αυτό είναι παγιωμένο, ωστόσο δεν είναι δύσκολο για έναν γιατρό να μην εμπλακεί. Αρκεί να είναι διατεθειμένος να «μείνει έξω» από συνέδρια κ. λπ. «Οχι ότι δεν μπορεί να πάει, αλλά δεν θα έχει πληρωμένα τα ξενοδοχεία, τα αεροπορικά κ. λπ.».

Φυσικά, δεν σημαίνει ότι όλοι οι γιατροί που συμμετέχουν σε τέτοιες εκδηλώσεις ή δέχονται τέτοια δώρα συνταγογραφούν φάρμακα συγκεκριμένων εταιρειών ή δίνουν στους ασθενείς τους άσκοπα φάρμακα – ο πειρασμός όμως είναι μεγάλος για τους κακοπληρωμένους λειτουργούς της υγείας. «Μην ξεχνάτε και ότι και οι γιατροί είναι άνθρωποι», καταλήγει ο γνωστός χειρουργός.

Χαρακτηριστική είναι η σκηνή που περιγράφει στην «Κ» υπεύθυνος κλινικών μελετών, με αφορμή την επιμονή ενός υψηλά ιστάμενου γιατρού δημόσιου νοσοκομείου να συμμετάσχει σε μελέτη, να μπει το όνομά του στη λίστα των πληρωμών ως ερευνητής. «Μετά λίγες ημέρες, βρέθηκα μπροστά σε συζήτηση μεταξύ δύο επικεφαλής του τμήματος μάρκετινγκ της φαρμακευτικής εταιρείας. Οταν ήρθε η κουβέντα στο εν λόγω νοσοκομείο, είπε η μία στην άλλη “και πώς δέχτηκε ο Τάδε να υπογράψει τελικά;”. “Ε, όλο και κάτι του τάξαμε”, απάντησε η άλλη χαμηλόφωνα».