Πειραματικό εμβόλιο στη μάχη κατά του ΑΙDS

Η σημαντικότερη πρόοδος στον τομέα πρόληψης του AIDS επιτεύχθηκε από Αμερικανούς και Ταϊλανδούς ερευνητές με την παρασκευή ενός πειραματικού εμβολίου, ικανού να περιορίσει τη μόλυνση από τον ιό HIV κατά το 1/3.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και η Υπηρεσία του ΟΗΕ κατά του AIDS χαιρέτισαν το «σημαντικό επιστημονικό αποτέλεσμα», επισημαίνοντας ότι «πρόκειται για την πρώτη συγκεκριμένη απόδειξη, μετά την ανακάλυψη του ιού το 1983, ότι ένα εμβόλιο κατά του AIDS μπορεί να γίνει πραγματικότητα». Παγκοσμίως, 25 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν πεθάνει από το AIDS και περίπου 33 εκατομμύρια ζουν σήμερα με τον ιό.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι κλινικές δοκιμές, που διεξήχθησαν υπό την αιγίδα του υπουργείου Υγείας της Ταϊλάνδης και του αμερικανικού στρατού σε 16 χιλιάδες ετεροφυλόφιλους Ταϊλανδούς εθελοντές (άνδρες και γυναίκες, ηλικίας 18 έως 30 ετών), οι οποίοι διέτρεχαν έναν μέσο κίνδυνο μόλυνσης από τον HIV, είναι οι σημαντικότερες που έχουν πραγματοποιηθεί παγκοσμίως για ένα εμβόλιο κατά του AIDS. Αξίζει να σημειωθεί πως από τα 30 υποψήφια εμβόλια που έχουν αναπτυχθεί έως σήμερα, κανένα δεν είχε φθάσει στο τελικό στάδιο των κλινικών δοκιμών.

Το πειραματικό εμβόλιο -το πρώτο με προληπτική δράση- είναι ο συνδυασμός δύο παλαιότερων εμβολίων, του AlVAC της εταιρείας Sanofi – Aventis (το οποίο χρησιμοποιεί έναν γενετικά τροποποιημένο ιό των πτηνών για να μεταφέρει στο αίμα τρία γονίδια του ιού HIV) και του AIDSVAX (το οποίο περιέχει σε τροποποιημένη μορφή μια πρωτεϊνη της επιφάνειας του ιού) της εταιρείας VaxGen. Τα δύο εμβόλια είχαν δοκιμαστεί στο παρελθόν χωριστά, αλλά είχαν αποδειχθεί αναποτελεσματικά. Οπως εξηγούν οι επιστήμονες, μειώνει τον κίνδυνο της μόλυνσης κατά το 1/3, αν και δεν κατάφερε να μειώσει τα επίπεδα του HIV στα εμβολιασμένα άτομα που τελικά μολύνθηκαν. Το κατά πόσο θα εγκριθεί προς κυκλοφορία μένει να αποφασιστεί σε συνεννόηση των ερευνητών με τις φαρμακοβιομηχανίες και τις κυβερνήσεις.

Το σίγουρο είναι, πάντως, ότι θα απαιτηθούν περαιτέρω δοκιμές στις οποίες θα εξεταστεί, μεταξύ άλλων, ο χρόνος διάρκειας της προστασίας του, υπογράμμισε ο Δρ Αντονι Φάουτσι, διευθυντής του αμερικανικού Εθνικού Ινστιτούτου Αλλεργίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, το οποίο χρηματοδότησε τις κλινικές δοκιμές μαζί με τον αμερικανικό στρατό.

ΜΙΝΑ ΑΓΓΕΛΙΝΗ