Πικρή απόφαση για εργαζομένους

Αλλη μία αρνητική για τους εργαζομένους απόφαση εξέδωσε ο Αρειος
Πάγος, κρίνοντας ότι όσοι παρέχουν την εργασία τους όντας σε κατάσταση
ετοιμότητας αν παραστεί σχετική ανάγκη (π.χ. φύλακες για κλοπή, φθορές
κ.λπ.) δεν μπορούν να αξιώσουν τις αμοιβές της εργατικής νομοθεσίας
(ελάχιστο όριο, προσαυξήσεις για υπερωρίες, αργίες, νυχτερινή εργασία
κ.λπ.).

Το ζήτημα προβλημάτισε έντονα τα εργατικά τμήματα του Αρείου Πάγου,
όπου διατυπώθηκαν δύο διαφορετικές απόψεις με οριακή πλειοψηφία
(διαφορά μόνο μίας ψήφου), σχετικά με το πώς πρέπει να αμείβονται οι
εργαζόμενοι που δεσμεύουν την ελευθερία τους παραμένοντας στον τόπο και
χρόνο που καθορίζει ο εργοδότης σε κατάσταση ετοιμότητας να προσφέρουν
τις υπηρεσίες τους, χωρίς να διατηρούν σε συνεχή εγρήγορση τις
σωματικές ή πνευματικές τους δυνάμεις.

Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, υπό τον πρόεδρό της Β. Νικόπουλο,
έκρινε ότι μπορούν να υπαχθούν στις αμοιβές της εργατικής νομοθεσίας
όσοι διατηρούν τις σωματικές και πνευματικές δυνάμεις τους σε ένταση
για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους μόλις παραστεί ανάγκη.

Δέχθηκε, όμως, αντίθετα ότι δεν εφαρμόζονται οι αμοιβές αυτές σε
όσους δεν υποχρεώνονται να έχουν σε εγρήγορση τις σωματικές ή
πνευματικές τους δυνάμεις, έστω και αν πρέπει να κοιμούνται στον τόπο
εργασίας.

Μειοψηφία αρεοπαγιτών υποστήριξε σε αποφάσεις εργατικών τμημάτων (1,
124/08) ότι μετά την έκδοση κοινοτικών οδηγιών έχουν καταργηθεί αυτές
οι διακρίσεις στην κατάσταση ετοιμότητας και ότι πρέπει και αυτή η
μορφή εργασίας να εξομοιώνεται πλήρως με την κανονική από άποψη
αμοιβής, υπερωριών κ.λπ.

Προς την κατεύθυνση αυτή υπέρ των αξιώσεων των εργαζομένων
συνηγορούσαν -κατά τη μειοψηφία- αποφάσεις του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών
Κοινοτήτων (ΔΕΚ) που είχαν δικαιώσει στις οικονομικές αξιώσεις τους
διάφορες κατηγορίες εργαζομένων (π.χ. πυροσβέστες, νοσοκόμοι, ιατροί
νοσοκομείων, Κέντρων Υγείας κ.λπ.).

Ωστόσο η Ολομέλεια ΑΠ (10/09) δέχτηκε ότι δεν έχουν καταργηθεί με
κοινοτικές οδηγίες ή με το ΠΔ 88/99 (που εκδόθηκε σε εναρμόνισή τους)
οι διακρίσεις που προβλέπονταν παλαιότερα στον βαθμό ετοιμότητας
(συνεχής ή όχι εγρήγορση εντός ή εκτός νομίμου ωραρίου).

Κατά περίπτωση
Εκρινε ότι το ζήτημα θα πρέπει να
λύνεται κατά περίπτωση και πως ο εργαζόμενος δεν θα δικαιούται την
αμοιβή της εργατικής νομοθεσίας εάν δεν μπορεί να αποδείξει ότι είχε
συνεχώς σε εγρήγορση τις σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις, εκτός
εάν συμφώνησε από την αρχή με τον εργοδότη ότι θα πληρώνεται με βάση τα
όρια των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, τις υπερωρίες, τις αργίες, τα
νυχτερινά κ.λπ.

Οταν δεν μπορεί να αποδείξει την κατάσταση ετοιμότητας με συνεχή
εγρήγορση, τότε θα αμείβεται με όσα συμφώνησαν ή με τον συνηθισμένο
μισθό σε ανάλογες περιπτώσεις.

Η Ολομέλεια απέρριψε την αγωγή φύλακα σε παροπλισμένο πλοίο που
ζητούσε πρόσθετη αμοιβή για υπερεργασία, νυχτερινά, υπερωρίες,
Κυριακές, αργίες, καθώς απασχολείτο με τη φύλαξη του πλοίου,
αποτρέποντας ενδεχόμενες κλοπές εξαρτημάτων, ρύπανση, πυρκαγιά.

Οφειλε να περιφέρεται κατά διαστήματα στα εξωτερικά μέρη του πλοίου
εποπτεύοντας, ειδοποιώντας τη λιμενική Αρχή σε περίπτωση κινδύνου,
ελέγχοντας την ασφαλή πρόσδεση, τη διαρκή λειτουργία των φώτων
αγκυροβολίας, τα βυθίσματα του πλοίου κ.λπ., ενώ παρέμενε συνεχώς στο
πλοίο για 48 ή 72 ώρες όπου και κοιμόταν.

Κατά τον ΑΠ, οι συγκεκριμένες συνθήκες εργασίας αποτελούν απλή
ετοιμότητα, γιατί δεν υπήρχε συνεχής ένταση ή εγρήγορση σωματικών και
πνευματικών δυνάμεων και συνεπώς ο φύλακας δεν δικαιούτο πρόσθετες
αμοιβές στον μισθό του που στα τέλη του 2001 ανερχόταν σε 748 ευρώ.

Δέχτηκε, τέλος, η Ολομέλεια ότι είναι εντελώς διαφορετικές οι
συνθήκες απασχόλησης των πυροσβεστών, νοσοκόμων, ιατρών και γι αυτό δεν
εφάρμοσε και για τον φύλακα τις ευνοϊκές για τις άλλες κατηγορίες
εργαζομένων αποφάσεις του ΔΕΚ.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΥΛΩΝΙΤΗΣ