Σκληρά παζάρια για τις αμοιβές των γιατρών και το κόστος νοσηλείας βρίσκονται σε εξέλιξη μεταξύ των ασφαλιστικών εταιρειών και μεγάλων θεραπευτηρίων του ιδιωτικού τομέα.
|
Τα νοσοκομεία αυτά, κυρίως οι γιατροί μέτοχοί τους
αλλά και όσοι συνεργάζονται μαζί τους, δεν επιθυμούν να τεθούν υπό τον έλεγχο των
ασφαλιστικών εταιρειών οι αμοιβές τους, οι οποίες χάρη στη σύμβαση 2003-2006 είχαν συγκρατηθεί σε λογικά επίπεδα.
Η σύμβαση έληξε φέτος τον Ιούλιο, γεγονός που συνέπεσε με τις εξαγορές στον χώρο της ιδιωτικής υγείας, οπότε ο κλάδος «συγκεντρώθηκε» στα χέρια ακόμη λιγότερων παικτών. Ωστόσο οι νέοι ιδιοκτήτες ιδιωτικών κλινικών, φαίνεται να διεκδικούν υψηλότερες αυξήσεις στις αμοιβές προκειμένου να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες των μεγαλογιατρών – μετόχων τους, αλλά και για να προσελκύσουν ισχυρά ονόματα από τους ανταγωνιστές τους. Τέτοια, για παράδειγμα, μοιάζει να είναι η περίπτωση του θεραπευτηρίου Υγεία, που φέτος πέρασε στα χέρια του Ομίλου Marfin (ο οποίος ήδη ελέγχει, μέσω του συγγενούς μαιευτηρίου Μητέρα, και το 34% του μαιευτηρίου Λητώ).
Τα «ναι» και τα «όχι»
Σε κάθε περίπτωση, από τους πέντε μεγάλους της ιδιωτικής υγείας, σύμβαση με τις ασφαλιστικές εταιρείες έχουν υπογράψει μόνο ο Όμιλος Αποστολόπουλου (πλην του Ιατρικού Αθηνών) και το Μετροπόλιταν. Τα Υγεία, Ερρίκος Ντυνάν και Ιασώ General δεν φαίνονται διατεθειμένα, προς το παρόν τουλάχιστον, να συμφωνήσουν με αυτά που προτείνουν οι ασφαλιστικές εταιρείες. ¶λλες μικρότερες κλινικές, όπως η Κεντρική Κλινική, ο Λευκός Σταυρός, η Αθηναϊκή Κλινική και το Θεραπευτήριο Κυψέλης, έχουν παρατείνει προσωρινώς τις συμβάσεις που έληξαν και οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται.
Κατά περίπτωση
Για την περίπτωση του νοσοκομείου Ερρίκος Ντυνάν, η διοίκηση του οποίου δεν δείχνει ιδιαίτερη ζέση να ανανεώσει την κεντρική σύμβαση με τις ασφαλιστικές εταιρείες, άνθρωποι της αγοράς λένε ότι αυτή η απροθυμία ίσως συσχετίζεται με το γεγονός ότι το νοσοκομείο οδεύει προς σταδιακή ένταξη στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (ήδη 20% των κλινών του έχει περάσει στο Δημόσιο), σε συνδυασμό με το ότι ενδεχομένως αποφάσισε να διεκδικήσει υψηλότερες αμοιβές για το κόστος νοσηλείας και τις αμοιβές των γιατρών του.
Ας σημειωθεί ότι η δέσμευση ποσοστού κλινών του στο Δημόσιο συνεπάγεται τη μείωση των διαθεσίμων για τις ασφαλιστικές εταιρείες, ενώ υπάρχει και φυγή μεγαλογιατρών προς άλλες κλινικές, μαζί με την πελατεία τους.
Αύξηση δαπανών
Οι ασφαλιστικές εταιρείες ανησυχούν ότι από την άρνηση των ιδιωτικών θεραπευτηρίων να συμφωνήσουν για μείωση των χρεώσεων, ίσως αυξηθεί η δαπάνη νοσηλείας για χιλιάδες κατόχους ιδιωτικών συμβολαίων.
Επιπλέον, όσοι έχουν νοσοκομειακό πρόγραμμα σε ασφαλιστική εταιρεία και νοσηλευτούν σε κλινική με την οποία δεν έχει συνάψει σύμβαση, πρέπει να πληρώσουν τα έξοδα και εν συνεχεία να περιμένουν να τους τα επιστρέψει η ασφαλιστική, αφού ελέγξει τις αποδείξεις. Χαρακτηριστικό είναι ότι πριν από την υπογραφή του πρωτοκόλλου συνεργασίας μεταξύ ασφαλιστικών εταιρειών και ιδιωτικών κλινικών το 2003, για μια απλή περίπτωση εγχείρησης σκωληκοειδίτιδας ασφαλιστική εταιρεία είχε φθάσει να πληρώσει μόνο για αμοιβή ιατρού 6.000 ευρώ.
Συμμετοχή ασφαλισμένου
Ακόμη και μετά τους περιορισμούς αυτούς η μέση ετήσια αύξηση του κόστους νοσηλείας (ιατρικός πληθωρισμός) συνεχίζει να «τρέχει» με ρυθμό της τάξεως του 12%-13%, με αποτέλεσμα οι ασφαλιστικές εταιρείες να έχουν αυξήσει φέτος τα ασφάλιστρα στα προγράμματά τους κατά μέσο όρο 8%-10%.
Στελέχη ασφαλιστικών εταιρειών σημειώνουν ότι η σύμβαση με τα συμβεβλημένα νοσοκομεία δεν τηρείται σε όλες τις περιπτώσεις. Π.χ., τον τελευταίο μήνα ασφαλισμένοι πλήρωσαν σε κλινική για επέμβαση αφαίρεσης ινομυωμάτων 4.500 ευρώ και για λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή 4.000 ευρώ, ενώ οι συμφωνίες της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος με τα συμβεβλημένα νοσοκομεία είναι 1.200 και 1.170 ευρώ αντίστοιχα.