Πόρισμα-φωτιά για τους ελέγχους στο αίμα

Σύμφωνα με την έρευνα των Επιθεωρητών Υγείας δεν εξετάζεται για σοβαρούς ιούς όπως αυτός της ηπατίτιδας Α

ΕΛΕΝΑ ΦΥΝΤΑΝΙΔΟΥ

Με ελλιπείς ελέγχους αποστέλλονται στο εξωτερικό πλάσματα αίματος από το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας (ΕΚΕΑ). Αυτό αποκαλύπτεται σε πόρισμα τριμελούς επιτροπής ελέγχου για τη λειτουργία του προαναφερόμενου κέντρου, που χαρακτηρίζεται και «φάντασμα», καθώς ουδέποτε λειτούργησε στην πραγματικότητα, τέσσερα χρόνια μετά την ίδρυσή του, παρ΄ ότι κόστισε 12 εκατ. ευρώ στο Ελληνικό Δημόσιο. Ειδικότερα από το πόρισμα της Επιτροπής προκύπτει ότι το αίμα δεν ελέγχεται για τους ιούς της ηπατίτιδας Α και Ρarvo Β19 (μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς ή σε άτομα που πάσχουν από δρεπανοκυτταρική αναιμία).

Τον περασμένο Μάρτιο η προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου Υγείας έδωσε εντολή στους Επιθεωρητές Υγείας να ερευνήσουν την υπόθεση και προχώρησε στη σύσταση τριμελούς επιτροπής ελέγχου. Το πόρισμα της επιτροπής, στην οποία συμμετείχαν οι κκ. Γ. Σαρόγλου (καθηγητής Παθολογίας Λοιμώξεων του Νοσηλευτικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρόεδρος του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων), Ι.Κατσαμπάνης (επίτιμος πρόεδρος Εφετών) και Αχ. Αναγνωστόπουλος(διευθυντής Αιματολογικής Κλινικής στο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης «Γ. Παπανικολάου») κατατέθηκε στο γραφείο της πρώην υπουργού Υγείας κυρίας Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλουκαι της πρώην υφυπουργού Υγείας κυρίας Φώφης Γεννηματά στις 22 Ιουνίου. Η κυρία Γεννηματά είχε ζητήσει επίσης από τη διοίκηση του ΕΚΕΑ, με έγγραφό της στις 28 Ιουλίου 2010, «… να ερευνηθεί το θέμα για το παραστατικόγια το ποσόν των 175.000 ευρώ,αντίτιμο για την πάστα τύπου Ι, ΙΙ,ΙΙΙ που το ΕΚΕΑ πούλησε στη νοτιοκορεάτικηεταιρεία Οxbridge και δεν φαίνεται να έχει βρεθεί τιμολόγιο». Αναφορικά με τη διαπίστωση της τριμελούς επιτροπής ελέγχου ότι το πλάσμα αίματος δεν ελέγχεται για τους ιούς της ηπατίτιδας Α και Ρarvo Β19 οι ειδικοί εξηγούν ότι ο έλεγχος κρίνεται χρήσιμος και απαραίτητος μόνον όταν απαιτείται συλλογή και μείξη μεγάλων ποσοτήτων πλάσματος προς κλασματοποίηση για την παραγωγή προϊόντων του, λόγω της αυξημένης πιθανότητας μετάδοσης λοίμωξης.

« Ο προέλεγχος του πλάσματος προς κλασματοποίηση έναντι των ΗΑV και Ρarvo Β19 είναι απαραίτητος για λόγουςμέγιστης ασφαλείας και ήμαστανυποχρεωμένοι να συμμορφωθούμε,ασχέτωςτου πού θα γίνονταν ο έλεγχος ή από ποιους»αναφέρεται. Πάντως επισημαίνεται ότι η ελληνική πλευρά δεν ήταν ποτέ εγκαίρως έτοιμη για τον μοριακό έλεγχο των πέντε ιών (ηπατίτιδα Α, Β, C, ΗΙV και Ρarvo Β19).

Σε άλλο σημείο του πορίσματος αναφέρεται ότι στην τελευταία αποστολή ελληνικού πλάσματος, το 2008, τα συνοδευτικά έντυπα έγραφαν ότι όλη η ποσότητα έχει ελεγχθεί με μοριακό τρόπο για τους ιούς ΗCV (ηπατίτιδα C), ΗΒV (ηπατίτιδα Β), ΗΙV (ιός που προκαλεί το ΑΙDS). Ωστόσο μάρτυρες οι οποίοι εκλήθησαν από την επιτροπή ανέφεραν ότι ένα μέρος του πλάσματος το οποίο απεστάλη στο ολλανδικό ίδρυμα, δεν είχε ελεγχθεί για κανέναν από τους τρεις ιούς, ενώ άλλη ποσότητα δεν είχε ελεγχθεί για τον ιό ΗΒV. «Η έλλειψη επάρκειας των αρμόδιων υπηρεσιών και οργάνων να ανταποκριθούνστις υποχρεώσεις τους και η αδυναμία τους να εναρμονιστούν εγκαίρως με τις ευρωπαϊκές οδηγίες για την ασφάλεια του αίματος και των παραγώγων του είναι η αιτία της δυσλειτουργίαςτου συστήματος παραγωγήςλευκωματίνης από έλληνες αιμοδότες»,επισημαίνεται στο πόρισμα. Από την πλευρά τους οι ελεγκτές του Σώματος Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας Πρόνοιας (ΣΕΥΥΠ), σε δικό τους πόρισμα, επιρρίπτουν ευθύνες σε διοικητικούς υπαλλήλους του Εθνικού Κέντρου Αιμοδοσίας για τον μη έλεγχο του πλάσματος αίματος και για τους πέντε ιούς, καθώς και για το θέμα πώλησης της πάστας (προϊόν επεξεργασίας πλάσματος αίματος) στη νοτιοκορεάτικη εταιρεία Οxbridge. Σημειώνουν επίσης ότι δεν τηρήθηκε ποτέ από την ελληνική πλευρά η σύμβαση όσον αφορά την ποσότητα πλάσματος που έπρεπε να αποστέλλεται ετησίως από την Ελλάδα στην Ολλανδία για κλασματοποίηση. Από τη μη τήρηση του συγκεκριμένου όρου τίθεται ο προβληματισμός αν η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα συλλογής μεγάλης ποσότητας πλάσματος προς κλασματοποίηση. Σύμφωνα με πληροφορίες, η Ελλάδα δεν συλλέγει περισσότερα από 20.000 κιλά πλάσματος αίματος ετησίως όταν βάσει της συμφωνίας πρέπει να αποστέλλει ποσότητα πλάσματος ίση με 30.000-

50.000 κιλά.

Μιλώντας προς Το Βήμα ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Εθελοντών Αιμοδοτών κ. Χρ. Πρωτόπαπας δηλώνει ότι δεν είναι ικανοποιημένος από τα δύο πορίσματα «διότι δεν απαντούν σε συγκεκριμέναζητήματα που αφορούν την οικονομική επιβάρυνση των ελλήνωνπολιτών σχετικά με την προμήθειατης λευκωματίνης. Αν είχαν αποσταλεί οι απαιτούμενες ποσότητεςπλάσματος για κλασματοποίηση», τονίζει, «θα είχαμε παραλάβει μεγαλύτερηποσότητα λευκωματίνης». Από την πλευρά της η νέα πρόεδρος του ΕΚΕΑ κυρία Αφροδίτη ΛουτράδηΑναγνώστουεκφράζει την αισιοδοξία της για το μέλλον του Εθνικού Κέντρου Αιμοδοσίας. «Θα καταφέρουμενα προχωρήσουμε με τους καλύτερουςόρους για τη χώρα μας στην αξιοποίηση του Κέντρου».

Ενα κέντρο-φάντασμα αξίας 12 εκατομμυρίων ευρώ

Στο… «παζάρι» το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας. Το κέντρο-«φάντασμα» κατά γενική ομολογία, αφού ουδέποτε λειτούργησε, τόσο αυτό όσο και το Εργοστάσιο Κλασματοποίησης Πλάσματος Αίματος, κόστισε στο Ελληνικό Δημόσιο περίπου 12 εκατ. ευρώ. Θα παραμείνει στο κράτος, θα βάλει λουκέτο ή θα παραδοθεί προς χρήση σε ιδιώτες; Ουδείς γνωρίζει. Ολοι όμως παραδέχονται ότι «κάτι πρέπεινα γίνει». Σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά τα εγκαίνια λειτουργίας του από τον τότε υπουργό Υγείας κ. Ν. Κακλαμάνη, το κέντρο «φυτοζωεί». Διαθέτει συνολικά 54 εργαζόμενους, εκ των οποίων οι 35 είναι μόνιμοι, και απαρχαιωμένο εξοπλισμό.

Η εργοστασιακή μονάδα κλασματοποίησης πλάσματος, η οποία κατασκευάστηκε με σκοπό την επεξεργασία και τον διαχωρισμό των πρωτεϊνών του- λευκωματίνη και ανοσοσφαιρίνες- για την παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων, έχει πιάσει… αράχνες. Το πλάσμα αίματος εξακολουθεί να αποστέλλεται μία- δύο φορές τον χρόνο για επεξεργασία στην Ολλανδία. Ωστόσο τις απαραίτητες για τους εγκαυματίες και άλλους πάσχοντες ποσότητες λευκωματίνης η Ελλάδα τις προμηθεύεται κυρίως από την αγορά, καθώς δεν τηρεί τις συμβατικές της υποχρεώσεις απέναντι στο ολλανδικό ίδρυμα παροχής αίματος CLΒ- Sanguin. Σύμφωνα με πληροφορίες, αυτή την περίοδο οι ποσότητες λευκωματίνης που είχαν στείλει οι Ολλανδοί έχουν τελειώσει- δόθηκαν στα νοσοκομεία και στον στρατό. Ως εκ τούτου, το κράτος θα απευθυνθεί για πολλοστή φορά στην ελεύθερη αγορά προκειμένου να καλύψει τις σημαντικές ανάγκες. Σε συνθήκες κανονικής λειτουργίας του το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας θα ήταν σε θέση να γνωρίζει σε πραγματικό χρόνο τις ανάγκες αίματος που εμφανίζονται στην Ελλάδα, τα διαθέσιμα αποθέματα και τους υποψήφιους δότες. Επίσης στην εργοστασιακή μονάδα θα μπορούσαν να παρασκευάζεται λευκωματίνη και άλλα παράγωγα πλάσματος. Δεν είναι λίγοι όμως εκείνοι οι οποίοι ισχυρίζονται ότι κάτι τέτοιο θα ήταν οικονομικά ασύμφορο για την Ελλάδα, εκτός κι αν στο εργοστάσιο παρασκευάζονταν παράγωγα αίματος και για άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Και αυτό διότι το εργοστάσιο μπορεί να επεξεργαστεί 100.000 κιλά πλάσματος ετησίως, ενώ η Ελλάδα δεν συγκεντρώνει περισσότερα από 20.000 κιλά.