Στο περιθώριο του ΕΣΥ οι φτωχοί

Μαρια Δεληθαναση

Αδύναμο και ανεπαρκές, το ελληνικό σύστημα Υγείας αδυνατεί να καλύψει τις ανάγκες των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων (μεταναστών, προσφύγων, Ρομά). Το προσωπικό των υπηρεσιών Υγείας (γιατροί, νοσηλευτές, διοικητικό προσωπικό) δεν γνωρίζει τις ευρωπαϊκές οδηγίες και την ελληνική νομοθεσία, ενώ κάποιες φορές και η ίδια η υφιστάμενη νομοθεσία προκαλεί διακρίσεις. Παρ’ όλα αυτά, οι ρατσιστικές συμπεριφορές είναι μεμονωμένες και οι διακρίσεις εναντίον αυτών των ομάδων είναι ανάλογες με αυτές που υφίστανται φτωχοί Ελληνες. Και αυτό διότι το δίπολο «φακελάκια» – προσωπικές γνωριμίες αποτελεί τον κυρίαρχο, ανεπίσημο κώδικα επικοινωνίας στο ΕΣΥ. Σε αυτά, μεταξύ άλλων, κατέληξε έρευνα του Ινστιτούτου Αστικού Περιβάλλοντος και Ανθρώπινου Δυναμικού του Παντείου Πανεπιστημίου, με επικεφαλής τον καθηγητή Κλάιβ Ρίτσαρντσον.

Η έρευνα παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης του κοινοτικού προγράμματος Progress για την εργασία και την κοινωνική αλληλεγγύη που στην Ελλάδα διενήργησε το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ) του υπ. Υγείας. Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου, το 80% των κλινών στις μαιευτικές κλινικές δημόσιων νοσοκομείων καλύπτεται από αλλοδαπές. Το 13% των προσφύγων παρουσιάζει σοβαρά ή χρόνια προβλήματα υγείας. Το 25% των μεταναστών, κυρίως Αλβανοί και παράνομοι, έχουν βρεθεί θετικοί στην ηπατίτιδα Β. Ψυχολογικά προβλήματα παρουσιάζονται στο 24% των παιδιών μεταναστών έναντι 13,7% του γενικού πληθυσμού. Το ετήσιο κόστος των ανασφάλιστων μεταναστών κυμαίνεται σε τέσσερα εκατ. ευρώ. Την αξιολόγηση του νομικού πλαισίου πραγματοποίησε ο αν. καθηγητής του ΔΠΘ κ. Γ. Κατρούγκαλος. Αναφερόμενος στην εξαίρεση παράνομων μεταναστών από κάθε δικαίωμα κατέληξε: «Η όλη υπόθεση δεν αφορά μόνο τα δικαιώματα των παράνομων μεταναστών ή όλων των αλλοδαπών ή των όποιων μειονοτήτων. Οταν η καθολικότητα των δικαιωμάτων τίθεται σε αμφισβήτηση, η αποδόμησή τους δεν γνωρίζει τέλος».