Το Δημόσιο πληρώνει λάθη γιατρών

Ακριβά θα πληρώνει το Δημόσιο τις εσφαλμένες υγειονομικές γνωματεύσεις, αλλά και την επαγγελματική μείωση που επέρχεται στους εργαζόμενους όταν εμποδίζονται στην εξέλιξη της σταδιοδρομίας τους.

Σύμφωνα με απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, ο εργαζόμενος που δεν μπορεί να συνεχίσει την καριέρα του επειδή κρίνεται ότι δεν είναι ικανός γι’ αυτήν με βάση μία εσφαλμένη ιατρική γνωμάτευση, μπορεί να αξιώσει πολλαπλή χρηματική ικανοποίηση για τη ζημιά που υπέστη.

Καταρχήν μπορεί να αξιώσει αποζημίωση για μείωση της περιουσίας του (π.χ. των αποδοχών του), καθώς και για διαφυγόντα κέρδη, γιατί θα μπορούσε να εργαστεί π.χ. αλλού υπό καλύτερους όρους. Παράλληλα δικαιούται χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη που υφίσταται λόγω της επαγγελματικής του μείωσης, που εκμηδενίζει ή μειώνει τις δυνατότητες πρόσληψής του αλλού.

Η χρηματική ικανοποίηση οφείλεται για προσβολή της προσωπικότητας και της επαγγελματικής του υπόστασης, που προκαλούν κοινωνική μείωση, σοβαρό ψυχικό φόρτο και άλγος.

Το ΣτΕ δέχεται μάλιστα (300/10) ότι το Δημόσιο υποχρεώνεται να αποζημιώσει τον αδικηθέντα εργαζόμενο ακόμα και αν αργότερα αναγνώρισε το λάθος (ιατρικό κ.λπ.) που οδήγησε στην επαγγελματική του υποβάθμιση. Και τούτο διότι εάν εφαρμόστηκε η παράνομη πράξη (π.χ. η εσφαλμένη γνωμάτευση) για κάποιο διάστημα εξακολουθεί να υπάρχει ο σύνδεσμος ανάμεσα στην παράνομη πράξη και τη ζημιά και το ζημιογόνο αποτέλεσμα.

Το ανώτατο δικαστήριο επιδίκασε ποσό 30.000 ευρώ (συν νόμιμους τόκους τουλάχιστον μίας δεκαετίας) που οφείλει το Δημόσιο ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που προκάλεσε σε πρώην αξιωματικό της Πολεμικής Αεροπορίας που το 1975 μετατέθηκε από τη Σχολή Ικάρων σε Πολεμική Μοίρα της Περιφέρειας για να πετά ως αρχηγός σχηματισμού ζεύγους.

Ομως την επόμενη χρονιά διατάχθηκε διακοπή πτήσεων και παραπομπή του σε υγειονομική επιτροπή για λόγους υγείας, για να διαπιστωθεί αν παρουσιάζει φόβο πτήσεων.

Η ΑΑΥΕ (Ανωτάτη Αεροπορίας Υγειονομική Επιτροπή) αποφάνθηκε για πιθανό φόβο πτήσεων, διαταραχή ισοζυγίου πτήσης κ.λπ., ενώ ένσταση του αξιωματικού απορρίφθηκε από την Αναθεωρητική Επιτροπή. Ετσι το Ανώτατο Υπηρεσιακό Συμβούλιο τον αποστράτευσε το 1977, σε ηλικία 40 ετών.

Τα διοικητικά δικαστήρια έκριναν μη νόμιμη την αιτιολογία της αποστράτευσης και της γνωμάτευσης. Το 1990 η αρμόδια υγειονομική επιτροπή έπειτα από αρχικές απορρίψεις αναγνώρισε ότι δεν μπορούσε να σχηματίσει απόλυτη γνώμη για τον φόβο πτήσεων (ελλείψει υγειονομικών κριτηρίων), ότι ήταν βελτιωμένη η διαταραχή ισοζυγίου πτήσεων και ότι ήταν κατάλληλος για ιπτάμενο προσωπικό β’ κατηγορίας.