Τσεχικές υπερωρίες υπέρ του 65ώρου

Στο τραπέζι των συζητήσεων επανέρχεται το 65ωρο με το «καλημέρα» του 2009.

Η τσεχική κυβέρνηση, η οποία ανέλαβε την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ενωσης για το πρώτο εξάμηνο του νέου έτους, προχωρά άμεσα στην ολική επαναφορά του θέματος.

Στις 12 και 22 Ιανουαρίου αντίστοιχα, τα αρμόδια στελέχη και στη συνέχεια οι υπουργοί Απασχόλησης των κρατών-μελών της Ε.Ε. θα πραγματοποιήσουν διαδοχικές συναντήσεις, από τις οποίες θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό η κατάργηση -ή μη- του ορίου των 48 ωρών ως ανώτατου χρόνου εβδομαδιαίας εργασίας.

Κατά τη διάρκεια αυτών των συσκέψεων θα συζητηθεί εκτενώς το πρόσφατο ψήφισμα των ευρωβουλευτών, οι οποίοι στις 17 Δεκεμβρίου 2008 τάχθηκαν υπέρ της εισήγησης του Ισπανού σοσιαλιστή, Αλεχάντρο Θέρκας, «γυρνώντας την πλάτη» στο 65ωρο.

Με ψήφους 421 υπέρ, 173 κατά και 11 αποχές, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εξέφρασαν τη βούληση του μεγαλύτερου ποσοστού των Ευρωπαίων εργαζομένων, ζητώντας να καταργηθεί μέσα στα επόμενα 3 χρόνια το «opt-out».

Το «opt-out» είναι η ρήτρα αυτοεξαίρεσης με την οποία επιτρέπεται ένας εργαζόμενος να απασχολείται έως και 65 ώρες την εβδομάδα, ύστερα από ατομική συμφωνία με τον εργοδότη. Το σύστημα αυτό εφαρμόζεται στη Βρετανία αλλά και σε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ. Σε περίπτωση καθιέρωσής του, θεωρείται βέβαιο ότι -για λόγους ανταγωνισμού- θα επικρατήσει στο σύνολο των κρατών της Ε.Ε. και φυσικά τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ισπανία, οι κυβερνήσεις των οποίων ήταν οι μοναδικές οι οποίες πέρυσι διαφώνησαν με το «opt-out».

Πάντως το σενάριο «νομιμοποίησης» του 65ώρου στην παρούσα φάση συγκεντρώσει πολλές πιθανότητες, αφού θεωρείται δεδομένο ότι η τσεχική προεδρία θα καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να προωθήσει τα συμφέροντα των Βρετανών. Ενδεικτικό των προθέσεων της Τσεχίας αποτελεί το γεγονός ότι επαναφέρει το «opt-out» στο προσκήνιο μέσα στα πρώτα εικοσιτετράωρα του 2009. Φυσικά, παρά τις στοχεύσεις της τσεχικής προεδρίας, και αυτός ο νέος κύκλος διαπραγματεύσεων θα είναι πολιτικά επίπονος. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες μπορεί στην πλειοψηφία τους να επιδιώκουν την αλλαγή του πάλαι ποτέ «ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου», αλλά έχουν να αντιμετωπίσουν τόσο την άρνηση των ευρωβουλευτών όσο και τις δυσμενείς επιπτώσεις της διεθνούς οικονομικής ύφεσης στην αγορά εργασίας της «γηραιάς ηπείρου». Γι’ αυτούς τους λόγους η συνάντηση των αρμόδιων κυβερνητικών στελεχών, την επόμενη Δευτέρα 12 Ιανουαρίου, και το άτυπο Συμβούλιο Υπουργών Απασχόλησης, στις 22 Ιανουαρίου, θεωρούνται πολύ κρίσιμα «ραντεβού» για την τύχη του εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας. Καθοριστικός θα είναι και ο ρόλος της Κομισιόν, στην οποία θα διαβιβαστεί το πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Αμέσως μετά, οι υπουργοί Απασχόλησης των κρατών της Ε.Ε. θα κληθούν να συνεκτιμήσουν τη γνώμη της Κομισιόν και να διαμορφώσουν μια νέα, τροποποιημένη πρόταση.

Προς το τέλος του πρώτου εξαμήνου, το λόγο θα λάβουν τα μέλη της αρμόδιας Επιτροπής Συνδιαλλαγής, τα οποία θα πρέπει να ισορροπήσουν ανάμεσα στο «ναι» των κυβερνήσεων και το «όχι» των ευρωβουλευτών, για την επέκταση του ανώτατου εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας πέραν των 48 ωρών.

Οι απολύσεις ξεπέρασαν τις προσλήψεις

Ενδεικτικό του προβλήματος που αρχίζει να δημιουργείται σε επίπεδο πραγματικής αγοράς εργασίας θεωρούν οι τεχνοκράτες των αρμόδιων υπουργείων το γεγονός ότι από τα μέσα φθινοπώρου του περασμένου έτους οι επιχειρήσεις «πάτησαν φρένο» στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το τελευταίο στατιστικό δελτίο οικονομικής συγκυρίας της Τράπεζας της Ελλάδος, τον Οκτώβριο του 2008 χάθηκαν 37.737 θέσεις εργασίας, μέσα σε μόλις ένα μήνα (8.799 περισσότερες σε σχέση με τον Οκτώβριο του 2007). Οι επιχειρήσεις προσέλαβαν 13.700 άτομα λιγότερα σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2007, δημιουργώντας για πρώτη φορά τα τελευταία τέσσερα χρόνια αρνητικό ισοζύγιο στην απασχόληση. Δηλαδή, από τη μία πλευρά «πάγωσαν» τις προσλήψεις ή στην καλύτερη των περιπτώσεων επιβράδυναν το ρυθμό αύξησής τους και από την άλλη πλευρά συνέχισαν τις απολύσεις με τον ίδιο αμείωτο τρόπο. Κάπως έτσι φτάσαμε στη σημερινή κατάσταση, η οποία δεν αποκλείεται να επιδεινωθεί στο προσεχές διάστημα.