Βάζουν λουκέτο 40 ιδρύματα πρόνοιας

Σε αναστολή λειτουργίας ή ακόμη και σε «λουκέτο» οδηγούνται περισσότερα από 40 ιδρύματα πρόνοιας και κέντρα ειδικής αγωγής ανά την επικράτεια λόγω της κρατικής υποχρηματοδότησης.

Η απειλή για οριστικό κλείσιμο πολλών απ’ αυτά, ως αποτέλεσμα του «τσεκουριού» που έπεσε στον τομέα πρόνοιας, θα έχει ως τραγική κατάληξη να αφεθούν στη μοίρα τους 15 χιλιάδες άτομα με νοητική υστέρηση, αυτισμό, σύνδρομο Down, εγκεφαλική παράλυση, βαριές και πολλαπλές αναπηρίες τα οποία σήμερα απασχολούνται και εκπαιδεύονται στα κέντρα ημέρας ή διαμένουν στα οικοτροφεία.

Ηδη οι 1.000 εργαζόμενοι στα ιδρύματα αυτά παραμένουν απλήρωτοι για 4 έως 8 μήνες κατά περίπτωση και πλέον αντιμετωπίζουν σημαντικό πρόβλημα επιβίωσης, ενώ η απειλή της εργασιακής εφεδρείας στους χώρους αυτούς όπου υπάρχουν τραγικές ελλείψεις αιωρείται πάνω από τα κεφάλια τους.

Οι παραπάνω φορείς που λειτουργούν ως ΝΠΙΔ μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα χρηματοδοτούνται κατά 30%-40% από τον κρατικό προϋπολογισμό, ένα 5% καλύπτεται από δωρεές και συμμετοχή σε ευρωπαϊκά προγράμματα και το υπόλοιπο από τα ασφαλιστικά ταμεία.

Για το τρέχον έτος έχουν καταβληθεί μόνο 6,5 εκατομμύρια ευρώ, αν και είχαν προϋπολογισθεί 19 εκατ. ευρώ, τα οποία περιορίστηκαν χωρίς καμία εξήγηση στα 14.915.000 ευρώ.

«Με μεγάλη ευκολία το μεσοπρόθεσμο τα έφαγε από τις ευάλωτες ομάδες. Ετσι το 2011 φτάσαμε να πάρουμε 6,5 εκατ. ευρώ» λέει η Αν. Λεβέντη, γραμματέας της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στην Ειδική Αγωγή (Π.ΟΜ.Ε.Ε.Α). Το ύψος της κρατικής χρηματοδότησης που είχε εγκριθεί το 2010 για τους φορείς αυτούς ήταν 25 εκατ. ευρώ. «Αισθανόμαστε όμηροι. Κανείς δεν στέκεται σε αυτούς τους χώρους αν δεν αγαπάει αυτό που κάνει. Ο μόνος λόγος που πηγαίνουμε στη δουλειά ακόμη είναι για να μην βρεθούν τα παιδιά ακάλυπτα. Ομως έχουμε ξεπεράσει τα όριά μας».

Το υπουργείο Υγείας αν και παραδέχεται το πρόβλημα εντούτοις εμφανίζεται με «τα χέρια δεμένα» και παραπέμπει τους συνδικαλιστές της ΠΟΜΕΕΑ στον αρμόδιο αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Φίλιππο Σαχινίδη.

Σε σχετικό έγγραφο, το οποίο υπογράφεται από την προϊσταμένη διεύθυνσης ΑΜΕΑ Π. Μανθοπούλου, αναφέρεται ξεκάθαρα το πρόβλημα:

«Οι ανωτέρω φορείς δεν αντιμετωπίζουν πλέον το πολύ έντονο πρόβλημα υποχρηματοδότησης αλλά και την παντελή ανεπάρκεια πόρων, για να καλύψουν βασικές τους λειτουργικές δαπάνες, σε σημείο αναστολής τωνς εργασιών τους. Οι υπηρεσίες που προσφέρονται από τα εν λόγω ΝΠΙΔ συμπληρώνουν τις κρατικές υπηρεσίες και το κλείσιμό τους θα φέρει το κράτος αντιμέτωπο με την αδυναμία του ν’ αντιμετωπίσει τις ανάγκες ατόμων που μέχρι τώρα εξυπηρετούνται από τους εν λόγω φορείς».

Ηδη τα κέντρα αυτά προχωρούν σε περικοπές παρεχομένων υπηρεσίων αλλά και σε πρόσθετη οικονομική επιβάρυνση των οικογενειών των ΑΜΕΑ που αναγκάζονται να πληρώνουν εισφορές με τη μορφή δωρεάς για την εκπαίδευση των παιδιών τους.

«Οι γονείς πληρώνουν μηνιαίες εισφορές σε κάποια ιδρύματα. Σε όλα όμως ζητούν κατά καιρούς χρήματα ως εφάπαξ αμοιβή περίπου 250 ευρώ και σε ορισμένα η αμοιβή ανέρχεται σε 3.000 ευρώ. Είναι προφανές ότι επιχειρείται ιδιωτικοποίηση των προνοιακών δομών. Πραγματικά, δεν γνωρίζουμε τι χρήση των κρατικών κονδυλίων κάνουν οι διοικήσεις των κέντρων. Κατά καιρούς ακούμε για φορείς που παίρνουν χωρίς λόγο μεγαλύτερες επιχορηγήσεις από άλλους. Υποτίθεται ότι υπάρχει σύμβουλος του υπουργείου Υγείας που πρέπει να ελέγχει πώς διατίθεται το κρατικό χρήμα μέσα στο κάθε ίδρυμα. Αυτό όμως γίνεται σπάνια» τονίζει η πρόεδρος της Ομοσπονδίας Βέρα Καμπά.

Το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των ιδρυμάτων δεν είναι ξεκάθαρο και το ισχύον νομικό πλαίσιο που αφορά στα φιλανθρωπικά σωματεία χρονολογείται από το 1934. Για το λόγο αυτό από το 2009 η Ομοσπονδία διεκδικεί μετ’ επιτάσεως αποσαφήνισή του, ενώ όπως τονίζεται αυτό παραμένει πάγιο άιτημα ήδη από το 1979 οπότε και ιδρύθηκε η ΠΟΜΕΕΑ. «Στέλνουμε ξανά και ξανά το ίδιο έγγραφο εδώ και 32 χρόνια χωρίς κανείς να δίνει απάντηση!» καταγγέλλει η πρόεδρος Βέρα Καμπά.

Οι εργαζόμενοι διαφωνούν τόσο με τον ορισμό «φιλανθρωπικά σωματεία» όσο και με τη δυνατότητα του εκάστοτε διοικητικού συμβουλίου να λειτουργεί ως «ιδιώτης» γιατί στην πράξη δεν λειτούργησαν ποτέ ως ιδιώτες. Διαχρονικά λειτουργούσαν με κρατικά χρήματα, με την έγκριση και επικύρωση του υπουργείου Υγείας.

Ταυτόχρονα η όποια κατεύθυνση πρός την επιχειρηματικότητα των φορέων έρχεται σε αντίθεση με τους σκοπούς και τους στόχους τους και δεν συνάδει με το άρθρο 21 του Συντάγματος, που ορίζει ότι «τα άτομα με αναπηρίες έχουν δικαίωμα να απολαμβάνουν μέτρων που εξασφαλίζουν την αυτονομία, την επαγγελματική ένταξη και τη συμμετοχή τους στην κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας…».

«Πληρωνόμαστε από τις διοικήσεις -βάσει κρατικού προϋπολογισμού- οι οποίες προσλαμβάνουν, απολύουν κατά το δοκούν. Το ρουσφέτι πάει σύννεφο» λένε οι συνδικαλιστές.

Οι αμιγώς κρατικές προνοιακές δομές για τα ΑΜΕΑ θεωρούνται από τους επαγγελματίες του χώρου ελλιπέστατες. Αυτή τη στιγμή υπολογίζεται ότι 180 χιλιάδες άνθρωποι είναι εκτός ειδικών πλαισίων. Το 25% του πληθυσμού είτε είναι οι ίδιοι ΑΜΕΑ είτε έχουν πρόσωπα με ειδικές ανάγκες στο οικογενεικό τους περιβάλλον.

«Μέχρι τα 14 χρόνια τα παιδιά πηγαίνουν σε ειδικά νηπιαγωγεία και δημοτικά, τα οποία πρέπει να υπάρχουν σε κάθε δήμο. Είναι όμως καθαρά μαθησιακά προγράμματα. Δεν υπάρχει ειδικό βοηθητικό προσωπικό παρά μόνο εκπαιδευτές. Μετά τα 14 υπάρχουν τα Ειδικά Επαγγελματικά Εργαστήρια Εκπαίδευσης και Κατάρτισης όπου εκπαιδεύονται σε διάφορες τέχνες όπως η κηποτεχνία. Δεν υπάρχουν δυνατότητες να απορροφηθούν όλοι από τα κρατικά ιδρύματα. Εκεί παρεμβαίνουν τα ΝΠΙΔ» διευκρινίζει η Σοφία Κρητικού, ψυχολόγος και ταμίας της Ομοσπονδίας.

Η δουλειά που γίνεται σε ορισμένα κέντρα ΑΜΕΑ-φιλανθρωπικά σωματεία θεωρείται πρωτοποριακή. Από το 2003 ξεκίνησαν στο «Θεοτόκος», και ακολούθησαν ακόμη 7 δομές, προγράμματα ένταξης-πρώιμης παρέμβασης για παιδιά 3,5 έως 7 ετών. Οπως εξηγεί η Βάια Αρσενοπούλου, λογοθεραπεύτρια, «ο στόχος είναι να ενταχθεί το παιδί σε κανονικό σχολείο, να αυτονομηθεί. Με εξατομικευμένο πρόγραμμα και συνεδρίες προσπαθούμε να καλύψουμε τα κενά σε συνεργασία με τους γονείς. Σε δεύτερη φάση το παιδί μπαίνει σε ομάδα 6 παιδιών και στην τρίτη φάση μαζί με τη συνοδό από το κέντρο πηγαίνει στο νηπιαγωγείο της γειτονιάς του. Πραγματοποιείται σταδιακή αποχώρηση του συνοδού και το παιδί τελικά εντάσσεται στη σχολική ζωή».

Η εργοθεραπεύτρια Μαρία Σγουρού μάς μίλησε για τη φιλοσοφία όλων αυτών των εξειδικευμένων επιστημόνων που καθημερινά βλέπουν μικρά παιδιά με ειδικές ανάγκες. «Μπορεί να παιδί να υστερεί σ’έναν τομέα, σίγουρα όμως είναι καλό σε έναν άλλο. Προσπαθούμε να ανακαλύψουμε και να εξελίξουμε τα δυνατά σημεία. Μπορεί να είναι το τραγούδι, η κηπουρική, η χειροτεχνία. Αν εξελίξεις τα δυνατά σημεία, μπορεί τελικά να εξελιχθούν και τα αδύνατα».